Η αβεβαιότητα των Ελληνοτουρκικών και οι προκλήσεις που θέτουν στην αυγή του 2021

Η αβεβαιότητα των Ελληνοτουρκικών και οι προκλήσεις που θέτουν στην αυγή του 2021

Η αβεβαιότητα είναι ίσως ο μεγαλύτερος εχθρός στην άσκηση μιας εξωτερικής πολιτικής που στηρίζεται σε δεδομένα και «παγκόσμιες σταθερές», αλλα συγχρόνως προσφέρει ευκαιρίες στους τολμηρούς.

Το 2021 ξεκινά με το αισιόδοξο μεν μήνυμα της έναρξης των εμβολιασμών για τον covid-19 και με την προσδοκία ότι θα οδηγηθούμε στον έλεγχο της πανδημίας και την ανάκαμψη των οικονομιών, καθώς η συνέχισή της θα προκαλέσει μείζονα κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα και στις πιο ισχυρές ακόμη χώρες.

Στα προβλήματα αυτά προστίθεται για την χώρα μας ο ακόμη μεγαλύτερος παράγοντας αβεβαιότητας και απροβλεψιμότητας που δεν είναι άλλος από την Τουρκία που λειτουργεί ως πειρατής σε μια περιοχή που χαρακτηρίζεται από την πόλωση, την ρευστότητα, τον φανατισμό και την επικινδυνότητα διεκδικώντας ηγεμονικό ρόλο.

Το αμέσως επόμενο διάστημα η Αθήνα θα έχει να διαχειρισθεί εξαιρετικά δύσκολες καταστάσεις.

Η Τουρκία συνεχίζει να κρατά ψηλά την ένταση, (προς το παρόν σε ρητορικό επίπεδο) και συγχρόνως θεωρεί ότι έχει ξεδιπλώσει όλη την διεκδικητική ατζέντα της με την προσδοκία ότι στον διάλογο όποτε κι αν ξεκινήσει θα μπορέσει να επιβάλει την διεύρυνση της ατζέντας των διερευνητικών μετατρέποντάς τες σε διάλογο εφ' όλης της ύλης των τουρκικών μονομερών διεκδικήσεων.

Σε ένα διάλογο όπου η Ελλάδα θα έχει μόνο να δώσει.

Έχοντας επιβάλει τετελεσμένα με το Τουρκολιβυκό Μνημόνιο και με τις έρευνες του Oruc Reis στην ελληνική υφαλοκρηπίδα η Τουρκία επεδίωξε κάτι ακόμη: εκδίδοντας NAVTEX για έρευνες μέχρι και το όριο των 6 ν.μ. από τα ελληνικά νησιά, χωρίς να υπάρξει αντίδραση επί του πεδίου, η Τουρκία επιχειρεί να επεκτείνει το casus belli και στην Ανατολική Μεσόγειο, καθιστώντας «αιτία πολέμου» την επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. ακόμη και στην περιοχή αυτή της ανοικτής θάλασσας, που φυσικά δεν στέκει κανένας ισχυρισμός περί «στενότητας» και «ειδικών συνθηκών».

Έχοντας κάνει διαρκές «μασάζ» στην διεθνή κοινή γνώμη για τον «παράνομο» χαρακτήρα του εύρους του ελληνικού εναέριου χώρου των 10 ν.μ. και τον αμυντικό εξοπλισμό των Νησιών η Τουρκία θεωρεί ότι μπορεί να πιέσει την Ελλάδα στα θέματα αυτά και να ενισχύσει την διαπραγματευτική θέση της στις συνομιλίες για τις θαλάσσιες ζώνες όπου εκεί θα επιδιώξει την επιβολή της, δια της ισχύος και των τετελεσμένων.

Η ΕΕ βρίσκεται σε κατάσταση παρατεταμένης κρίσης αν και η πανδημία που έπληξε όλες τις χώρες ξύπνησε κάποιες αντιστάσεις επίδειξης αλληλεγγύης και κοινής στάσης απέναντι στην υγειονομική και δημοσιονομική απειλή. Όμως με δεδομένη και την σταδιακή αποδρομή της Αν. Μέρκελ η ΕΕ μπαίνει σε αναζήτηση στρατηγικού προσανατολισμού, με τις ΗΠΑ να αναζητούν που θα αναζητήσουν και πάλι ρόλο στις παγκόσμιες υποθέσεις και νέου είδους συνεργασία με τους Συμμάχους, με την Ρωσία να συνεχίζει να αποτελεί έναν προβληματικό και ενίοτε επικίνδυνο εταίρο και την Κίνα να καθίσταται όλο και πιο αναγκαία για την Ευρώπη ενώ φυσικά πρόκειται για έναν στρατηγικό ανταγωνιστή της.

Η Ελλάδα στην αντιπαράθεση με την Τουρκία δεν πρέπει να περιμένει πολλά σε στρατιωτικό επίπεδο από την ΕΕ αλλά και πολιτικό επίπεδο η όποια παρέμβαση θα εξαρτηθεί από τις τελικές επιλογές για την νέα εταιρική σχέση της ΕΕ με την Τουρκία.

Η αγωνία για την εγκατάσταση της νέας ηγεσίας των ΗΠΑ, τελειώνει σε λίγες ημέρες αλλά δεν θα πρέπει να αναμένεται κανενός είδους (θετική) έκπληξη σε ό,τι αφορά στα ελληνοτουρκικά, καθώς ο πρόεδρος Μπάιντεν θα θελήσει να δώσει περίοδο χάριτος ώστε να γίνει ανίχνευση των διαθέσεων του Ταγίπ Ερντογάν.

Η Ελλάδα έχει επενδύσει σημαντικά στις τριμερείς συνεργασίες που έχουν δημιουργήσει ένα πυκνό δίκτυ σχέσεων με χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και του Κόλπου, που αποτελούν ένα στρατηγικό αντίβαρο στην πίεση που ασκεί η Τουρκία για επέκταση εδαφική (στην Συρία, Ιράκ και στην «Γαλάζια Πατρίδα») αλλά και επέκταση της επιρροής της σε διευρυμένες γεωγραφικές ενότητες που εκτείνονται από το Αφγανιστάν, και τον Καύκασο, μέχρι τις χώρες του Μαγκρέμπ και την Κεντρική και Δυτική Αφρική.

Η Τουρκία μετά από μια περίοδο ανεξέλεγκτου επεκτατισμού αντιλαμβάνεται ότι κινδυνεύει να προσκρούσει μετωπικά με «τοίχο». Και έχει ήδη αρχίσει με κινήσεις παραπλανητικές προκειμένου τουλάχιστον στην αρχή, να κερδίσει χρόνο. Έτσι τις τελευταίες εβδομάδες διαρρέονται συστηματικά, «ειδήσεις» για μυστικές συνομιλίες της Άγκυρας, με το Ισραήλ, με την Αίγυπτο, με το Λιβυκό Κοινοβούλιο του Τομπρουκ, πληροφορίες ότι έχουν αρχίσει συνομιλίες με τους Αμερικανούς για το θέμα των S-400 ώστε να ξεπερασθεί ο σκόπελος των κυρώσεων … Ελάχιστες από αυτές τις πληροφορίες φαίνεται να έχουν ουσιαστική βάση και να σηματοδοτούν πάντως ανατροπή των μέχρι τώρα δεδομένων.

Αυτό βεβαίως κάθε άλλο παρά σημαίνει ότι το σημερινό σκηνικό θα διατηρηθεί επ' άπειρον.

Έτσι ο ελληνικός σχεδιασμός πρέπει να γίνεται φυσικά σε σχέση με τις τωρινές συμμαχίες αλλά να λαμβάνει υπόψη και το δυσμενές σενάριο αλλαγής αυτού του σκηνικού.

Η ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων είναι ζωτικής σημασίας σε συνδυασμό βεβαίως με την προβολή του δόγματος ότι η ισχύς έχει αποτρεπτικό ρόλο όταν δείχνεις αποφασισμένος να την χρησιμοποιήσεις.

Συγχρόνως μετά τις Συμφωνίες με την Αίγυπτο και την Ιταλία, την καταρχήν συγκατάθεση των Τιράνων για παραπομπή στην Χάγη της διαφοράς οριοθέτησης ΑΟΖ, το Προεδρικό Διάταγμα για το κλείσιμο των Κόλπων και την χάραξη ευθειών γραμμών βάσης στο Ιόνιο και την αναμενόμενη επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Ιόνιο, που ορθά ανέφερε ο ΥΠΕΞ Ν. Δένδιας «μεγαλώνουν την Ελλάδα», κλείνει ένας σημαντικός κύκλος.

Η Τουρκία παραμένει απέναντι ένας δύσκολος επικίνδυνος και νευρικός αντίπαλος, που δεν θέλει να «μοιραστεί» αλλά να καθυποτάξει και να αλώσει.

Οι διερευνητικές επαφές όταν ξεκινήσουν θα είναι μια δύσκολη άσκηση για την ελληνική κυβέρνηση ,καθώς πλέον θα γίνονται υπο το βάρος των τετελεσμένων της Τουρκίας. Και η ελληνική πλευρά θα είναι καθημερινά όμηρος: είτε των «διαρροών» της Άγκυρας περί «μυστικά» διευρυμένης ατζέντας που θα βάζουν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση την Αθήνα, είτε της αποστολής του Oruc Reis η του Barbaros ή του Yavuz στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Εξάλλου εκκρεμεί ακόμη το ενδεχόμενο να είναι η Λιβύη τωρα που θα καλέσει την Τουρκία να κάνουν κοινές έρευνες στην περιοχή του τουρκολιβυκού Μνημονίου νοτιοανατολικά της Κρήτης, κάτι που θα δοκιμάσει απολύτως τα όρια των ελληνικών αντοχών.

Οι διερευνητικές επαφές όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα είναι αναγκαίες ως εξάντληση των δυνατοτήτων που υπάρχουν για ύπαρξη διαύλων επικοινωνίας και βαλβίδων εκτόνωσης εντάσεων, όμως δεν πρέπει να δημιουργούνται ψευδαισθήσεις ούτε στην Αθήνα ούτε κυρίως στους καλοθελητές και πρόθυμους μεσολαβητές, ότι αυτή η διαδικασία μπορεί να οδηγήσει σε αποτέλεσμα.

Συγχρόνως όμως η Αθήνα πρέπει να προετοιμάσει κι άλλες κινήσεις: η προώθηση του κλεισίματος Κόλπων και χάραξης ευθειών γραμμών βάσης στην Κρήτη αλλά και σε όλη την Πελοπόννησο και την Ηπειρωτική ακτή της χώρας και ο προγραμματισμός επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων νοτίως της Κρήτης είναι κινήσεις που απαντούν στα τετελεσμένα της Τουρκίας και μάλιστα με τρόπο που είναι απολύτως συμβατός με το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας. Και η έναρξη συζητήσεων με την Κύπρο με αντικείμενο την οριοθέτηση ΑΟΖ, πρέπει να είναι στο τραπέζι.

Το μόνο που δεν επιτρέπεται να κάνει η Αθήνα είναι να καθίσει με σταυρωμένα χέρια. Και να περιμένει είτε την σωτηρία από τους Εταίρους είτε να κουραστεί ο Ερντογάν…