Σοβαρό τεστ αντοχής για την Αθήνα και για την αποκλιμάκωση που έχουν συμφωνήσει οι κ. Μητσοτάκης και Ερντογάν, αποτελεί το Κυπριακό, καθώς στο πεδίο αυτό φαίνεται αποφασισμένη η Τουρκία να ρίξει το βάρος της το επόμενο διάστημα, επενδύοντας στην «κόπωση» της Διεθνούς κοινότητας από τις συνεχείς αποτυχίες των ειρηνευτικών προσπαθειών στο Κυπριακό και εκτιμώντας ίσως ότι και οι αντιδράσεις της Αθήνας δεν θα είναι τόσο έντονες.
Η Τουρκία έχει προαναγγείλει για τις 20 Ιουλίου μαζική «απόβαση» στα Κατεχόμενα με επικεφαλής τον ίδιο τον Ταγίπ Ερντογάν στην επέτειο της τουρκικής εισβολής όπου σύμφωνα με τουρκικές πηγές θα εγκαινιάσει έργα που δρομολογήθηκαν από την προηγούμενη παράνομη επίσκεψή του στα Βαρώσια, αλλά θα σηματοδοτήσει και την αναβάθμιση της τουρκικής βάσης Drones στο Λευκόνοικο.
Ο ίδιος ο κ. Ερντογάν μιλώντας χθες στον Σαγγάριο όχι μόνο προανήγγειλε νέες έρευνές στην Ανατολική Μεσόγειο και στην Κύπρο, αλλά με προσβλητικό τρόπο αναφέρθηκε και πάλι στην ηγεσία της Ε.Ε., που σε επικοινωνία μαζί του είχαν ζητήσει να «μην δώσει σκληρά μηνύματα στην επίσκεψή του στα Κατεχόμενα».
«Εάν θέλει ο Θεός, θα είμαι στη Βόρεια Κύπρο στις 20 Ιουλίου... Δεν έχουν καταλάβει, ακόμα ποιος είναι ποιος. Είμαι παιδί αυτού του έθνους. Εσύ πότε έμαθες ότι ο Ερντογάν μιλάει κατόπιν οδηγιών. Ό,τι δικαίωμα έχουμε, εμείς θα το αρπάξουμε με το έτσι θέλω και θα το διεκδικήσουμε. Θα συνεχίσουμε τις έρευνες πετρελαίου στην Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο. Έρχονται συνεχώς ενδείξεις φυσικού αερίου, τώρα στόχος μας είναι να εξάγουμε φυσικό αέριο και από εκεί…».
Ο προπομπός του τούρκου προέδρου, ο Μ. Τσαβούσογλου στην επίσκεψη του στα Κατεχόμενα έστειλε το μήνυμα ότι η Τουρκία κάθε άλλο παρά πτοείται από τις δηλώσεις της Ε.Ε. και της Ουάσιγκτον και επέμεινε ότι μετά την Γενεύη έχει ξεκινήσει μια νέα εποχή για το Κυπριακό και ότι όλοι πλέον είναι υποχρεωμένοι να αποδεχθούν την πραγματικότητα των «δυο κρατών». Οι θέσεις για «κυριαρχική ισότητα» και «διεθνή ισοτιμία» των δυο «οντοτήτων» επαναλήφθηκαν από τουρκικής πλευράς, θέσεις οι οποίες οδηγούν σε ντε φάκτο συνομοσπονδιακή λύση.
Αλλά και ο ΟΗΕ λειτουργεί με λανθασμένα αντανακλαστικά θεωρώντας κάθε φορά μετά από την υπονόμευση μιας διαδικασίας για το Κυπριακό ότι θα πρέπει να προσφερθούν επιπλέον κίνητρα στην Τουρκία προκειμένου να επιστρέψει στο τραπέζι. Και με τον τρόπο αυτό η Τουρκία θεωρεί κάθε φορά ως κεκτημένα τις ακραίες θέσεις που είχε παρουσιάσει σε μια προηγούμενη διαδικασία. Και αυτό επιχειρείται να γίνει και μετά την Γενεύη. Ο απαράδεκτος ακόμη και ως υπαινιγμός εκ μέρους της κ. Λούτ στην συνάντηση της με τον Ν. Αναστασιάδη ότι υπήρχε σκέψη να χρησιμοποιηθεί ο όρος «δυο αυτοδιοικούμενες περιοχές» στην επικείμενη έκθεση του ΓΓ του ΟΗΕ προς το ΣΑ, δείχνει το πως κινείται πλέον και ο ίδιος ο κ. Γκουτιερες , θεωρώντας ότι πρέπει διαρκώς να προσφέρει κίνητρα στην Τουρκία…
Η Αθήνα δεν μπορεί να μην αντιδράσει στην περίπτωση που ο κ. Ερντογάν υλοποιήσει τις απειλές που έχουν εκτοξευθεί από την τουρκική πλευρά. Και θα έχει ενδιαφέρον να διαπιστωθεί τι ακριβώς έχει συμπεριλάβει η τουρκική πλευρά σε αυτό που θεωρεί συμφωνία αποκλιμάκωσης και εάν πιστεύει ότι η Κύπρος μένει έξω από αυτό το πλαίσιο.
Όμως εξαιρετικής σημασίας είναι και τα επόμενα βήματα στα ευρωτουρκικά.
Η εστίαση από τον περασμένο Νοέμβριο στην αποκλιμάκωση, της έντασης που είχε δημιουργήσει η Τουρκία με αιχμή το Oruc Reis, πιθανότατα αποπροσανατόλισε την πραγματική διάσταση που έχουν ακόμη τα ευρωτουρκικά, σε σχέση με τα Ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό.
Η μεγαλοποίηση της διάστασης της «αποκλιμάκωσής» που κυριαρχεί πλέον και στην ορολογία των Συμπερασμάτων των Συνόδων Κορυφής αλλά και στην ελληνική ρητορική, κινδυνεύει να περιθωριοποιήσει τα μείζονα ζητήματα που επί σειρά ετών επηρεάζουν τις ευρωτουρκικές σχέσεις, όπως είναι το casus belli και οι γκρίζες ζώνες, αλλά και η συνεχιζόμενη κατοχή του βορείου τμήματος της Κύπρου.
Η Γερμανία στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής διεμήνυσε στην Λευκωσία να «μην επιχειρήσει να εργαλειοποιήσει την θετική ατζέντα για την Τουρκία», και προφανώς το ίδιο θα ζητήσει και από την Ελλάδα. Όμως πως είναι δυνατόν μια ελληνική ή μια κυπριακή κυβέρνηση να αποδεχθούν την εν λευκώ στήριξη της Τουρκίας η οποία κάθε άλλο παρά έχει αποσύρει ,αλλά αντιθέτως έχει κλιμακώσει τις απειλές και διεκδικήσεις της;
Η Διαδικασία για την αναθεώρηση της Τελωνειακής Ένωσης ,που στην πλήρη ανάπτυξη της θα οδηγήσει σε μια αύξηση των συναλλαγών μεταξύ Ε.Ε.-Τουρκίας από τα 100 στα 320 δισεκατομμύρια ευρώ, δεν μπορεί να γίνει χωρίς να συνδεθεί με στοιχειώδεις όρους. Ίσως για την Κύπρο είναι πιο απλό το ερώτημα, καθώς είναι απολύτως δικαιολογημένο και νομιμοποιημένο το αίτημα, να υπάρξει εκ μέρους της Τουρκίας εφαρμογής της Τελωνειακής Ένωσης και προς την Κύπρο, ώστε να υπάρξει ντε φάκτο αναγνώριση της. Και φυσικά να μπει συγκεκριμένος ορός για το επιδιωκόμενο πλαίσιο λύσης του Κυπριακού.
Για την Ελλάδα έχουμε επαναλάβει ότι θα πρέπει στοιχειωδώς να επιδιωχθεί να υπάρξει ρητή διασύνδεση με την άρση του casus belli, την αναγνώριση του σεβασμού της κυριαρχίας της Ελλάδας (εγκαταλείποντας τις γκρίζες ζώνες) και σεβασμό στο Διεθνές Δίκαιο ως βάση επίλυσης των διαφορών.
Όπως επισημαίνουν άριστα ενημερωμένες πηγές, ειδικά στο κεφάλαιο της αναβάθμισης της Τελωνειακής Ένωσης δικαίωμα άσκησης βέτο υπάρχει μόνο στην αρχική απόφαση για την έναρξη των διαπραγματεύσεων όπου θα πρέπει να μπουν συγκεκριμένοι όροι από το Συμβούλιο στο mandate της Κομισιόν. Από την στιγμή που δοθεί η εντολή στην Κομισιόν για την έναρξη των διαπραγματεύσεων , δεν υπάρχει πλέον βέτο και οι αποφάσεις λαμβάνονται με πλειοψηφία.
Συνεπώς η αποκλιμάκωση που με ευκολία και ενθουσιασμό, προβάλουν οι Γερμανοί αλλά και η Ουάσιγκτον, ας μην ρίξει στάχτη στα μάτια και χαθεί το τελευταίο όπλο πίεσης προς την Τουρκία.