Το πρωτόγνωρο διπλωματικό μπρα-ντε-φερ των δύο Υπουργών Εξωτερικών είναι χαρακτηριστικό της έντασης που επικρατεί μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας. Τα θέματα που επέλεξε να αντιδράσει ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου είναι κι αυτά που επιλέγει να αναδείξει η Τουρκία στις σχέσεις της με την Ελλάδα: το Αιγαίο και τη μουσουλμανική μειονότητα. Όμως οι τουρκικές στοχεύσεις εκτείνονται περισσότερο.
Πέρα από τα πάγια θέματα της σύγκρουσης, το βασικό στοιχείο της πρόσκλησης της Τουρκίας προς τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών δεν ήταν απλά η επίδειξη μιας θετικής εικόνας προς τη Δύση.
Ο Ταγίπ Ερντογάν επιθυμεί πλέον να επιβάλει ένα διμερές πλαίσιο στις διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα και να δείξει με κάθε τρόπο πως δεν είναι επιθυμητοί τρίτοι παράγοντες, όπως οι ευρωπαϊκές χώρες για παράδειγμα. Αυτό που προτείνει είναι πως θέλει πλέον να διαπραγματεύονται μόνες τους η Τουρκία με την Ελλάδα.
Η πρόσφατη προσβολή στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα Φον ντερ Λάιεν ήταν ενδεικτική της στάσης του, όχι μόνο απέναντι στις γυναίκες, αλλά και στην ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση ως θεσμό. Στην Άγκυρα έχει επικρατήσει πλέον η άποψη πως τα περιθώρια ελιγμών εκεί είναι εξαιρετικά περιορισμένα.
Σημείο κορύφωσης αποτέλεσε η έκθεση του Ύπατου Εκπροσώπου της Ε.Ε. Ζοζέπ Μπορέλ, που καταγράφει την προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας το τελευταίο διάστημα, αλλά ακόμα πιο σημαντικά προτείνει περιοριστικά μέτρα, εφ’ όσον η Άγκυρα επιστρέψει σε μονομερείς ενέργειες ή προκλήσεις, με ιδιαίτερη αναφορά στην Ανατολική Μεσόγειο.
Το ερώτημα είναι κατά πόσο η Ελλάδα μπορεί να ανταπεξέλθει σε μία τέτοια πρόκληση. Η ελληνική θέση ήταν σαφής πως τα ζητήματα με την Τουρκία είναι ευρωτουρκικά, επισείοντας την απειλή των κυρώσεων, εφόσον οι παράνομες ενέργειες της Τουρκίας συνεχιστούν, αναφορά στην οποία υπήρχε η τουρκική αντίδραση.
Η στρατηγική της απειλής κυρώσεων κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση, όσο κι αν χρειάζεται να βρεθεί μία ισορροπία που δεν θα πλήξει το υγιές κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας, το οποίο βρίσκεται απέναντι στις οπισθοδρομικές πρακτικές της κυβέρνησης Ερντογάν.
Φαίνεται βέβαια πως ο Ταγίπ Ερντογάν έχει επιλέξει να κοιτάξει ανατολικά, παρά δυτικά, ενώ το ενδιαφέρον να έρθει πιο κοντά στην Ευρώπη φθίνει μέρα με την ημέρα. Άρα, το κίνητρο για να εξορθολογιστεί η συμπεριφορά της Τουρκίας, με την προοπτική της Ευρώπης, μειώνεται αναλόγως, αν δεν έχει εξαφανιστεί ήδη, για τον Ταγίπ Ερντογάν.
Ωστόσο υπάρχει μία κομβική διάσταση της συνάντησης που αναφέρθηκε από τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Δένδια και ενδεχομένως έχει ξεχωριστή σημασία. Η επερχόμενη άτυπη πενταμερής διάσκεψη για το Κυπριακό με την πρωτοβουλία του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ θα λάβει χώρα σε διαφορετικές συνθήκες.
Η βασική σταθερά αφορά τη στόχευση της Τουρκίας να επιτύχει τετελεσμένα αποτελέσματα απέναντι στην Κύπρο. Πέρα από τις εποικιστικές πρακτικές στην πόλη των Βαρωσίων, τις συνεχείς πολιτογραφήσεις Τούρκων υπηκόων, όμως υπάρχει μία μεγάλη διαφορά.
Εκεί δεν θα βρίσκεται ο Μουσταφά Ακιντζί, που, ακόμα και ανεπιτυχώς μερικές φορές, είχε να αντιπαρατάξει έναν αντίλογο στον Ταγίπ Ερντογάν προς όφελος του νησιού. Αντιθέτως, η προεδρία Τατάρ στο κατεχόμενο κομμάτι, εξαρτώμενη ανοικτά από την Άγκυρα, θα συνεχίσει να πιέζει για τη διχοτόμηση του νησιού.
Είναι πολύ σημαντικό, η ελληνική πλευρά να μην μείνει μόνο στο κεκτημένο του Κραν Μοντάνα, να προσέλθει με δημιουργικές προτάσεις, που να δείχνουν στη διεθνή κοινότητα πως βρίσκεται σταθερά προσανατολισμένη προς μία λύση.