Υπό το πρόσχημα της δίκαιης τάχα φορολόγησης και με περισσή υποκρισία, οι υπουργοί Οικονομικών του G7 συμφώνησαν στην προώθηση μιας διεθνούς φορολογικής συμφωνίας, η οποία μεταξύ άλλων προβλέπει την καθιέρωση ενός παγκόσμιου κατώτατου συντελεστή εταιρικής φορολογίας 15%.
Γράφουν οι Γεώργιος Κ. Μπήτρος και Τάσος Ι. Αβραντίνης
Στην πραγματικότητα οι G7 υιοθέτησαν την πρόσφατη πρόταση της Υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζάνετ Γέλεν, γνωστής για τις αντιλήψεις περί της τρέχουσας άνωθεν καθοδηγούμενης δημοκρατίας από την θητεία της ως προέδρου της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας.
Η πρόταση είναι διανθισμένη με συνθήματα που χαϊδεύουν τα αυτιά των αδαών και ευκολόπιστων. Διαβάσαμε περί φορολογικής δικαιοσύνης, περί υπέρογκων κερδών των πολυεθνικών επιχειρήσεων και των μετόχων τους εις βάρος των ασθενέστερων στρωμάτων, περί αναδιανομής για την αντιμετώπιση της φορολογικής ανισότητας, και άλλα πολλά γενικά και αόριστα συνθήματα από το ιστορικό χρονοντούλαπου των κρατιστών πολιτικών σε όλα τα αστικά κόμματα σε όλη την υδρόγειο.
Μην εξαπατάσθε. Εάν η εν λόγω συμφωνία υλοποιηθεί, θα ανοίξει διάπλατα ο δρόμος για την κρατικοποίηση της παγκοσμιοποίησης, μια εφιαλτική προοπτική για την ανθρώπινη ελευθερία και για κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Για να μην υπάρξει η παραμικρή παρεξήγηση, διευκρινίζουμε, ότι το θέμα μας δεν είναι το ύψος του συντελεστή 15%, για τον οποίον θα μπορούσε εύλογα να υποστηρίξει κάποιος ότι δεν είναι καν υψηλός.
Το θέμα μας είναι η μεγάλη θεσμική αλλαγή της κατάργησης της δημοσιονομικής ανεξαρτησίας των κρατών, στην οποία οδηγεί η συμφωνία καθώς και οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της, οι οποίες θα οδηγήσουν πολύ γρήγορα σε πολύ υψηλότερους συντελεστές. Για όσους γνωρίζουν, στοιχειωδώς, οικονομική ιστορία, η φορολογία υπήρξε ανέκαθεν το όπλο των τυράννων εναντίον των επιτυχημένων ανθρώπων. Επίσης, η δυσβάστακτη φορολογία υπήρξε ο βασικός λόγος των μεγαλύτερων επαναστάσεων και μια από τις κύριες αιτίες κατάρρευσης μεγάλων και κραταιών αυτοκρατοριών, όπως η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, η Ισπανική Αυτοκρατορία. κ.λπ.
Αυτά είναι γνωστά στους υπουργούς οικονομικών του G7. Αλλά τα αποκρύπτουν γιατί στερούνται της διεισδυτικής οικονομικής αντίληψης ενός Καβούρ, ενός Γλάδστωνος, ενός Θιέρσου, κορυφαίων πολιτικών που έκαναν με την φιλελεύθερη οικονομική πολιτική τους τις χώρες τους να μεγαλουργήσουν.
Εξίσου βέβαιο είναι ακόμη, ότι οι υπουργοί οικονομικών του G7 δεν αγνοούν ότι ένα από τα πρώτα μέτρα που προτείνουν στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο οι Μαρξ και Ένγκελς για την εδραίωση της δικτατορίας του προλεταριάτου είναι η εξοντωτική για την αστική τάξη φορολογία.
Το άκρως επικίνδυνο στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι τέτοιου είδους μέτρα προτείνονται όχι από αδίστακτους τυράννους αλλά από δημοκρατικά εκλεγμένους πολιτικούς οι οποίοι κρύβουν τις πραγματικές τους προθέσεις πίσω από ένα πέπλο απύθμενης υποκρισίας. Η εξήγηση είναι απλή, η επέλαση του κρατισμού και η συνακόλουθη ξέφρενη κρατική σπατάλη που συνεχίζεται και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού με αφορμή την πανδημία του κορoνοϊού θα χρειαστεί όλο και περισσότερους πόρους.
Ο φορολογικός ανταγωνισμός ανταμείβει εκείνες τις χώρες που επιδεικνύουν δημοσιονομική σύνεση και εγκράτεια. Τέτοιες χώρες με συνετούς ηγέτες και με προσεκτική δημοσιονομική πολιτική δεν βρίσκονται, δυστυχώς, στον κύκλο των G7, με εξαίρεση ίσως την Αγγλία, η οποία για δικούς της λόγους συναίνεσε στην πρόταση.
Πρωταθλητές της κρατικής σπατάλης οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία (συνοδοιπόρος και η σοσιαλιστική Ισπανία) επιχειρούν με έναν ιδιότυπο φορολογικό «ιμπεριαλισμό» να εξαναγκάσουν τις επιχειρήσεις να πάψουν να φεύγουν από τα εδάφη τους για φιλικούς φορολογικούς προορισμούς, όπως η Κύπρος, η Ιρλανδία, η Εσθονία, η Λιθουανία, η Σλοβακία, η Μάλτα κ.ά. Με άλλα λόγια ζητούν τη δική τους σπάταλη διαχείριση να την επωμιστούν δημοσιονομικά οι χώρες που έχουν δημοσιονομική ευταξία με χαμηλές δαπάνες και φορολογικούς συντελεστές.
Μέχρι τώρα, γνωρίζαμε, ότι η αχίλλειος πτέρνα των δημοκρατιών είναι ότι οι δημόσιες δαπάνες γίνονται υπέρ των λιγότερο παραγωγικών πολιτών αλλά πληρώνονται από τους λίγους και πλέον παραγωγικούς φορολογούμενους. Τώρα επιχειρείται το αδιανόητο, υπέρογκες δημόσιες δαπάνες να αποφασίζονται από κάποια κράτη και οι φορολογούμενοι άλλων κρατών να καλούνται να τις καλύψουν. Στην προσπάθειά τους οι «χώρες – άρπαγες» θα εμπλέξουν οπωσδήποτε και την Ε.Ε., όπως γίνεται αντιληπτό από τις πρόσφατες άστοχες δηλώσεις Τζεντιλόνι, ώστε να αποδώσουν οι πιέσεις σε όσες χώρες αντιδρούν για άνευ όρων προσχώρηση στο πρότυπο της παραπάνω εξωφρενικής συμφωνίας και να καμφθούν πλήρως οι αντιδράσεις τους.
Η συμφωνία των G7 προοιωνίζεται βαρύτατες επιπτώσεις τόσο για την παγκόσμια οικονομία όσο και για την ανθρώπινη ελευθερία. Πιο συγκεκριμένα:
- Η εταιρική φορολογία είναι ένα από τα κριτήρια της ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας και ένας πολύ αποτελεσματικός τρόπος ενσωμάτωσης μιας φτωχότερης χώρας στην παγκόσμια οικονομία. Χάρις στη χαμηλή εταιρική φορολόγηση τα τελευταία σαράντα χρόνια πολλές χώρες γνώρισαν πρωτόγνωρους ρυθμούς ανάπτυξης και μπόρεσαν να συμπεριληφθούν στις ανεπτυγμένες χώρες. Οι οικονομίες των αναπτυσσόμενων χωρών θα πληγούν καίρια καθώς θα απωλέσουν ένα σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα, τη χαμηλή φορολογία. Οι πιο ανεπτυγμένες οικονομίες κλείνοντας την ψαλίδα των συντελεστών εταιρικής φορολόγησης θα συνεχίσουν να διαθέτουν πλείστα άλλα συγκριτικά πλεονεκτήματα για να προσελκύσουν περισσότερες επενδύσεις και επιχειρήσεις στο δικό τους έδαφος. Στη συνέχεια, όταν η βαριά ύφεση θα έχει πλήξει τις αναπτυσσόμενες χώρες και δεν θα υπάρχει κανένας δυνητικός ανταγωνιστής, η εταιρική φορολόγηση θα αυξηθεί πολύ πάνω από το 15%. Αλλά τότε θα είναι αργά. Εξέλιξη, άλλωστε, την οποία επιθυμούν διακαώς χωρίς να το κρύβουν οι διάφοροι επίγονοι του Γκάλμπραιηθ, όπως οι κρατιστές οικονομολόγοι Ζούκμαν, Πικετί και ο πρωθιερέας υπουργός «ασυλλόγιστης σπατάλης» της Γαλλίας Μπρουνό Λεμέρ, ο οποίος έσπευσε να δηλώσει ότι προσδοκά πως πολύ γρήγορα το κατώτατο όριο φορολόγησης να αυξηθεί σημαντικά.
Η συνταγή είναι δοκιμασμένη άλλωστε και στην περίπτωση των δασμών, της κατάργησης του τραπεζικού απορρήτου, και άλλων εκβιαστικών πολιτικών. Για παράδειγμα, οι ανεπτυγμένες χώρες επέτυχαν με εξαναγκασμό το άνοιγμα των αγορών των αναπτυσσόμενων χωρών για να πωλούν τα δικά τους προϊόντα και υπηρεσίες χωρίς όμως να ανοίξουν αμοιβαίως τα δικά τους σύνορα στα προϊόντα των αναπτυσσόμενων χωρών.
Αυτά τα μέτρα επιβάρυναν ευθέως τους καταναλωτές και τα φτωχότερα στρώματα των προηγμένων χωρών που είδαν το κόστος της ζωής τους να ανεβαίνει. Την ίδια στιγμή ο προστατευτισμός οδήγησε σε εξαθλίωση πολλές αναπτυσσόμενες χώρες και σε μαζικές μεταναστεύσεις εξαθλιωμένων ατόμων προς τη Δύση που με τη σειρά τους, όταν εγκαταστάθηκαν στις προηγμένες χώρες επιβάρυναν, όπως ήταν αναμενόμενο τους φορολογούμενους των ανεπτυγμένων χωρών με δυσβάστακτα δημοσιονομικά βάρη.
Από την οικονομική επιστήμη γνωρίζουμε ότι ο φορολογικός ανταγωνισμός έχει ως θετική επίδραση τη μείωση του κόστους παραγωγής προϊόντων και υπηρεσιών και την αύξηση της απόδοσης του κεφαλαίου. Πρώτα και κύρια ωφελημένος είναι ο καταναλωτής, ιδίως μάλιστα ο καταναλωτής των προηγμένων χωρών.
Οι πραγματικά άμεσα χαμένοι από την παραπάνω συμφωνία, εάν αυτή ήθελε ποτέ εφαρμοστεί είναι α) οι αναδυόμενες οικονομίες και οι πολίτες τους, β) οι φορολογούμενοι, οι καταναλωτές και οι εισοδηματικά αδύνατοι των ανεπτυγμένων χωρών, και γ) όλοι ανεξαιρέτως, καθώς η παγκόσμια οικονομία θα εισέλθει σε ένα κύκλο οικονομικής ύφεσης.
- Μεγάλο τέλος θα είναι το πλήγμα για την ανθρώπινη ελευθερία. Μια τέτοιου είδους συμφωνία για να εφαρμοστεί προϋποθέτει μια παγκόσμια διακυβέρνηση, η οποία μπορεί να φαντάζει σήμερα απολύτως ανέφικτη. Δεν αποκλείεται όμως να θεσμοθετηθούν παγκόσμιοι αποσπασματικοί μηχανισμοί ελέγχων, οι οποίοι δεν θα τελούν υπό τις εγγυήσεις και τους περιορισμούς του κράτους δικαίου.
Η συμφωνία των G7 για την καθιέρωση κατώτατου φορολογικού συντελεστή για τις εταιρείες είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί. Θα προσκρούσει στην αντίδραση ελεύθερων, οικονομικά εύρωστων, και ανεξάρτητων κρατών που δεν θα ενδώσουν στις πιέσεις των ισχυρών χωρών, όσο μεγάλες κι αν είναι αυτές. Διακυβεύεται άλλωστε όχι μόνο η ευημερία αλλά και η ανεξαρτησία τους.
Αυτοί που πρώτοι απ΄ όλους θα έπρεπε να ξεσηκωθούν μαζικά, εναντίον των ανάξιων κυβερνήσεων τους και προτάσεων σαν αυτή που συζητάμε είναι οι φορολογούμενοι, οι καταναλωτές, οι φτωχοί και οι πραγματικά αδύναμοι των ανεπτυγμένων χωρών, όπως έκαναν κάποτε στην Αγγλία με επικεφαλής τον Ρίτσαρντ Κόμπντεν και το «Μαγχεστριανό κίνημα», με κύριο αίτημα των διαδηλώσεών τους μικρότερη φορολογία ατόμων και επιχειρήσεων, μικρότερο κράτος και γραφειοκρατία, ελεύθερο εμπόριο και κατάργηση των κάθε είδους φραγμών στην ελεύθερη διακίνηση των αγαθών, των υπηρεσιών, των εργαζομένων και των επιχειρήσεων.
* O Γεώργιος Κ. Μπήτρος είναι Ομότιμος Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών
** Ο Τάσος Αβραντίνης είναι δικηγόρος και πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοσιονομικών Μελετών (ΙΝ.ΔΗ.ΜΕ)