Καθησυχαστικοί δείχνουν οι σεισμολόγοι για τον σεισμό που σημειώθηκε το βράδυ της Τρίτης στη Λέσβο, έντασης 5,1 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
Επανάληψη του φαινομένου που εξελίχθηκε στις 7 Ιανουαρίου 2023 στην ίδια ακριβώς περιοχή υποστηρίζει πως έχουμε στη Λέσβο, ο καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών και πρόεδρος του ΟΑΣΠ, Ευθύμιος Λέκκας, με αφορμή τον σεισμό που έγινε το βράδυ της Τρίτης έντασης 5,1 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
Ειδικότερα, ο κ. Λέκκας την Τετάρτη (22/1) μίλησε στον ραδιοφωνικό σταθμό της ΕΡΤ και τόνισε ότι: «Από την πρώτη στιγμή ουσιαστικά παρακολουθούμε την εξέλιξη του φαινομένου. Θεωρώ ότι είμαστε σε καλή φάση εκτόνωσης γιατί είχαμε μετασεισμούς της τάξεως των δύο, δυόμιση, τριών βαθμών. Βεβαίως, παρακολουθούμε την εξέλιξη και θα την παρακολουθήσουμε τις αμέσως επόμενες ώρες για να δούμε πώς θα εξελιχθεί το όλο θέμα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν υπάρχει θέμα ανησυχίας».
«Είναι ελεγχόμενη η κατάσταση. Δεν νομίζω ότι θα πάμε σε μεγαλύτερα μεγέθη. Έχει αρχίσει και εκτονώνεται το φαινόμενο. Συνεπώς, θεωρώ ότι ήταν μία δόνηση, η οποία προκάλεσε κάποια ταλαιπωρία στους κατοίκους, αλλά δεν νομίζω ότι πρέπει να ανησυχούμε. Παρακολουθούμε αδιάλειπτα το φαινόμενο για να δούμε ακριβώς τι εξέλιξη θα έχουμε, γιατί μέσα σε 24 ώρες ή σε 48 ώρες θα κάνουμε τις δύο πρώτες αποτιμήσεις να δούμε πως εξελίσσεται η δραστηριότητα», συμπλήρωσε ο κ. Λέκκας.
Β. Καραστάθης: Πρόκειται για διαφορετικό ρήγμα από εκείνο του Ιανουαρίου του 2023
Από την άλλη πλευρά, ο Β. Καραστάθης, χαρακτήρισε σχετικά υποτονική είναι η μετασεισμική ακολουθία στην περιοχή της Λέσβου έπειτα από τη σεισμική δόνηση μεγέθους 5,1 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε την Τρίτη.
Ειδικότερα, όπως αναφέρει στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο διευθυντής του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Β. Καραστάθης, «η μετασεισμική ακολουθία είναι σχετικά υποτονική».
Ωστόσο, προσθέτει ότι «θα πρέπει να περιμένουμε κάποιο διάστημα ώστε να μπορούμε να την αξιολογήσουμε».
«Για την ώρα έχει χαρακτήρα υποτονικό», σημειώνει.
Όπως εξηγεί ο κ. Καραστάθης, το επίκεντρο του σεισμού αλλά και η μετασεισμική ακολουθία του ήταν στον θαλάσσιο χώρο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας σε θέση βορειότερα της ακολουθίας του 2023 και μάλιστα είχε διαφορετικό μηχανισμό γένεσης από τις τρεις ισχυρές σεισμικές δονήσεις της 7ης Ιανουαρίου του 2023.
«Είχαν γίνει τότε τρεις σεισμοί 4,9, 4,8 και 4,7 την ίδια μέρα. Θεωρώ ότι πρόκειται για διαφορετικό ρήγμα, το οποίο είναι παράλληλο με τις ακτές, και στην περιοχή, εφόσον πρόκειται για τέτοια δομή, θα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί. Δηλαδή, από το σεισμικό ιστορικό της ευρύτερης περιοχής, όμως που μπορεί να συνδέεται τεκτονικά, ξεχωρίζει ένας σεισμός μεγέθους 6,7 με τα στοιχεία της USGS που ήταν το 1944 και ήταν 25 χιλιόμετρα απόσταση μακριά από τον χθεσινό σεισμό. H ακρίβεια των δεδομένων βέβαια μειώνεται όσο προχωράμε στο παρελθόν», υπογραμμίζει ο κ. Καραστάθης και συμπληρώνει πως υπήρχε κι ένας άλλος σεισμός ισχυρός το 1901, μεγέθους πάνω από 6 βαθμούς.