Στη σύλληψη έξι ατόμων προχώρησαν οι Αρχές, καθώς κατηγορούνται ότι εμπλέκονται στη ληστεία στη χρηματαποστολή που έγινε τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Λαύριο.
Ανάμεσα στους συλληφθέντες είναι και ο οδηγός της χρηματαποστολής, ο οποίος εμπλέκεται στο περιστατικό, κάτι που επιβεβαιώνει τις αρχικές εκτιμήσεις των Αρχών, ότι η άριστη γνώση που έδειξαν οι δράστες για το δρομολόγιο και το γεγονός ότι τα χρήματα δεν ήταν σε κασετίνες με χρωμοπαγίδες, πρόδιδαν εσωτερική πληροφόρηση.
Ανάμεσα στους δράστες, όλοι τους Έλληνες, είναι ένα άτομο που είχε απασχολήσει στο παρελθόν για την απαγωγή της κόρης ενός επιχειρηματία και ένας πατέρας με τον γιο του. Ο πατέρας είχε απασχολήσει στο παρελθόν για απάτες.
Οι δράστες είχαν σκάσει τα λάστιχα του θωρακισμένου οχήματος στην τελευταία στάση που είχε κάνει, ύστερα από μία σειρά από εταιρείες, έξω από κατάστημα γνωστής αλυσίδας παιχνιδιών για να παραλάβουν και από εκεί τις εισπράξεις.
Έριξαν μπογιά στο τζάμι και κατέβασαν από το όχημα τους υπαλλήλους, υπό την απειλή όπλων και για να φανούν και δήθεν πιο πειστικοί τοποθέτησαν και ένα πλαστικό αντικείμενο με βεγγαλικά στο παρμπρίζ που έμοιαζε με βόμβα.
Λίγες ημέρες πριν την επίθεση, αφαίρεσαν όχημα από περιοχή των νοτίων προαστίων της Αττικής, προκειμένου να το χρησιμοποιήσουν στην παράνομη δραστηριότητά τους.
Σύμφωνα επίσης με πληροφορίες, οι αστυνομικοί από τις κατ’ οίκον έρευνες που ακολούθησαν, εντόπισαν 211.000 ευρώ από την λεία του 1.185.000 ευρώ που είχαν καταφέρει να αποσπάσουν οι δράστες κατά την ληστεία.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, με τη συνδρομή της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, οι ανωτέρω, τουλάχιστον από τον Ιούνιο του 2024, είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση με σκοπό τη διάπραξη ένοπλων ληστειών σε βάρος χρηματαποστολών κατά τη διάρκεια μεταφοράς χρημάτων, κυρίως σε περιοχές εκτός αστικού ιστού.
Τα μέλη ενεργούσαν με ιδιαίτερη ψυχραιμία και επαγγελματισμό, ενώ γνώριζαν ακριβώς τη διαρρύθμιση των εσωτερικών χωρών των οχημάτων χρηματαποστολών, ιδιοκτησίας εταιρείας ιδιωτικής ασφάλειας.
Μάλιστα, από τη διενεργηθείσα προανάκριση προέκυψε ότι τα μέλη εργάζονταν περιστασιακά και λάμβαναν προνοιακά επιδόματα, με αποτέλεσμα να μην δικαιολογούνται οι συναλλαγές που πραγματοποιούσαν, καθώς και ο τρόπος ζωής τους.