Τις ημέρες με πολύ ήλιο και άνεμο, φτάνουμε να πετάμε στην Ελλάδα ακόμη και το 50% της πράσινης φθηνής παραγόμενης ενέργειας.
Το σύστημα δεν μπορεί να αντέξει όλη αυτή την ενέργεια και ειδικά σε μέρες με χαμηλή ζήτηση, όπως το Πάσχα, για να αποφευχθεί ένα μπλακ άουτ, όταν εκεί γύρω στην Δύση του ήλιου, χάνεται απότομα όλη η παραγωγή φωτοβολταϊκών, οι συμβατικές μονάδες, είναι μονόδρομος.
Είναι η άλλη όψη της πράσινης μετάβασης, που προχωρά χωρίς συστήματα αποθήκευσης και μπαταρίες, μια νέα πραγματικότητα που κοστίζει εκατομμύρια σε επενδυτές, οικονομία και καταναλωτές, αφού, εμποδίζει την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ και δείχνει ότι δεν είναι όλα ρόδινα.
Είναι τωρινό το φαινόμενο; Όχι, απλώς όσο αυξάνεται η διείσδυση των ΑΠΕ, τόσο και θα μεγεθύνεται. Δεν είχαμε φτάσει ποτέ μέχρι σήμερα, να έχουμε τόσα πολλά αιολικά και φωτοβολταϊκά τα οποία να καλύπτουν ακόμη και το 60%-70% της ζήτησης, όπως τους τελευταίους μήνες.
Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι πέρυσι, μπήκε για πρώτη φορά στο σύστημα πάνω από 1 GW νέων φωτοβολταϊκών, αυξάνοντας την συνολική τους ισχύ στα 4,89 GW. Το 2021 είχαν μπει 670 MW και το 2020, 420 MW. Και είμαστε ακόμη στην αρχή. Στο εθνικό σχέδιο για την ενέργεια προβλέπεται εκτίναξη των φωτοβολταϊκών, από τα 4,89 GW σήμερα, στα 14,1 GW! Ποιό εθνικό σύστημα και ποια δίκτυα θα τα σηκώσουν όλα αυτά, αν μέχρι τότε δεν έχει γεμίσει η Ελλάδα με μπαταρίες και συστήματα αποθήκευσης και δεν έχουν γίνει πράξη τα σχέδια για εξαγωγή πράσινης ενέργειας στην Ευρώπη;
Το καμπανάκι που χτύπησε ο ΑΔΜΗΕ για τον κίνδυνο μπλακ άουτ το Πάσχα και η συνάντηση της Παρασκευής στα γραφεία της ΡΑΕ, ανοίγει ένα θέμα που αφορά το ίδιο το στοίχημα της πράσινης επανάστασης. Όχι μόνο την ασφαλή παροχή ενέργειας κατά τις μέρες με πολύ ήλιο και άνεμο, αλλά τον ίδιο τον επανασχεδιασμό των εθνικών στόχων. Την απόφαση να επιδοτηθεί η αγορά μπαταριών μικρής διάρκειας, την επιτάχυνση των διαγωνισμών για τα μεγάλα συστήματα αποθήκευσης, την αλλαγή του ίδιου του πλάνου με το οποίο πορεύεται η χώρα προς το 2030.
Ενδεχομένως, μπροστά στο πρόβλημα, να χρειάζεται οι αρμόδιοι να ξαναδούν το μείγμα των στόχων της χώρας μέχρι το 2030. Και να πρέπει να αυξηθεί ο πήχης για τα χερσαία αιολικά, τα οποία παράγουν ενέργεια πολύ περισσότερες ώρες απ’ ότι τα φωτοβολταϊκά και έχουν πολύ πιο ομαλή κατανομή μέσα στο 24ωρο.
Το σχέδιο προβλέπει αύξηση μόλις κατά 2,2 GW. Από τα 4,9 GW σήμερα, προβλέπεται να φτάσουν στα 7,1 GW το 2030. Δηλαδή αύξηση 45% έναντι 188% των φωτοβολταϊκών. Εδώ βέβαια υπάρχουν οι αντιδράσεις όσων δεν αντέχουν τη θέα της ανεμογεννήτριας στο απέναντι βουνό και προτιμούν το φουγάρο της ΔΕΗ. Η κυβέρνηση όμως πρέπει να τα βάλει επιτέλους με όλες αυτές τις οργανωμένες μειοψηφίες και να δείξει ότι έχει πράγματι πολιτική βούληση όταν μιλάει για πράσινη μετάβαση. Και σε τελική ανάλυση, γιατί να συνεχίσουν με τον ίδιο ρυθμό οι επενδύσεις στις ΑΠΕ, όταν θα είναι όλο και συχνότερος ο κίνδυνος να πετάγεται ακόμη και το 50% της πράσινης παραγόμενης ενέργειας;
Το μπλακ άουτ και το πρόβλημα
Στο παρελθόν, ο νούμερο ένας κίνδυνος μπλακ άουτ εμφανιζόταν σε συνθήκες παρατεταμένου καύσωνα, όταν η παραγωγή κάλυπτε οριακά τη ζήτηση.
Σήμερα, το πρόβλημα δεν αφορά την προσφορά (καθοριστική η ένταξη της νέας μονάδας της ΔΕΗ στην Πτολεμαΐδα), αλλά την χαμηλή ζήτηση σε περιβάλλον υψηλής διείσδυσης της διάσπαρτης και ευμετάβλητης παραγωγής των ΑΠΕ. Το πρόβλημα εμφανίζεται σε περιόδους όπου οι ανάγκες για ρεύμα δεν είναι μεγάλες, επομένως αρκούν για να καλυφθούν σε συντριπτικό βαθμό από τις ΑΠΕ, οι οποίες ούτως ή άλλως εισέρχονται κατά προτεραιότητα στο σύστημα.
Με τη Δύση όμως του ήλιου, έπειτα από μια ημέρα όπου τα φορτία καλύφθηκαν σε ποσοστό 50%-60% από ΑΠΕ, η παραγωγή φωτοβολταϊκών πέφτει απότομα. Την στιγμή εκείνη, δεν είναι εύκολο να αυξηθεί, το πολύ μέσα σε μια ώρα, η παραγωγή ρεύματος από συμβατικές μονάδες φυσικού αερίου ή λιγνίτη, προκειμένου η προσφορά ενέργειας να ισορροπήσει με τη ζήτηση. Την στιγμή δηλαδή που νυχτώνει και φτάνουμε στο μέγιστο της ζήτησης, κινδυνεύουμε να φύγει από το σύστημα η μισή παραγωγή και παραπάνω.
Μπαταρίες και συστήματα αποθήκευσης
Δίχως λύση, αργά ή γρήγορα εκατοντάδες επενδύσεις θα βρεθούν στον αέρα. Πόσο μάλλον όταν σε ένα τόσο κορεσμένο ηλεκτρικό χώρο, όπως ο ελληνικός, θα πρέπει να χωρέσουν τα «πράσινα» γιγαβάτ των στόχων του ΕΣΕΚ, μαζί με εκείνα που θα εξαχθούν στη χώρα μας μέσω των διασυνδέσεων με Β. Αφρική και Μ. Ανατολή.
Το ένα θέμα αφορά τις μπαταρίες μικρής διάρκειας. Ο ΑΔΜΗΕ, όσο και το Πολυτεχνείο, καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα, ότι πρέπει σε όσα έχουν πάρει προσφορές σύνδεσης και βρίσκονται καθ’ οδόν προς την κατασκευή και λειτουργία, να προστεθούν, για τη προμήθεια των οποίων θα πρέπει να επιδοτηθούν.
Είναι ο μοναδικός τρόπος για να γλιτώσει το κορεσμένο δίκτυο τη συμφόρηση και να αξιοποιηθεί ο λιγοστός διαθέσιμος ηλεκτρικός χώρος κατά περιοχή. Σαν ιδέα ακούγεται ελκυστική. Στην πράξη συνεπάγεται να βρεθούν τα σχετικά κεφάλαια από ευρωπαϊκά ταμεία, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και το REPowerEU.
Το άλλο θέμα αφορά τα μεγάλα συστήματα αποθήκευσης. Κανονικά, ο πρώτος διαγωνισμός θα έπρεπε να έχει προκηρυχθεί από το ΥΠΕΝ μέσα στο πρώτο τρίμηνο. Καθυστερήσεις και άλλα ζητήματα, τον πάνε προς τα πίσω.
H Ελλάδα μπορεί να είναι μια από τις πιο ελκυστικές χώρες για επενδύσεις ΑΠΕ διεθνώς. Είναι σίγουρα μια μεγάλη επιτυχία για τη χώρα. Ολοι ωστόσο οι σχετικοί με την ενέργεια ήξεραν από την αρχή ότι μεγάλο ποσοστό ΑΠΕ σημαίνει και προκλήσεις για το εθνικό ηλεκτρικό σύστημα. Δεν κάναμε ό,τι έπρεπε εγκαίρως και τώρα έρχεται η ανώμαλη προσγείωση.