Σε συμφωνία-ορόσημο προχώρησε η Italgas, η οποία ολοκλήρωσε την εξαγορά της βασικής της «ανταγωνίστριας», 2i Rete Gas. Mε αυτήν την κίνηση-ματ, ο ιταλικός κολοσσός έρχεται ένα βήμα πιο κοντά στο να καταστεί ένας εκ των κορυφαίων διαχειριστών δικτύου διανομής φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Οι δυο πλευρές ήταν εδώ και μέρες κοντά στην επίτευξη συμφωνίας και τώρα η συγχώνευση αυτή σηματοδοτεί ένα σημαντικό βήμα στην ενοποίηση του τομέα διανομής φυσικού αερίου της Ιταλίας. Η 2i Rete Gas αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο διαχειριστή δικτύου διανομής στην Ιταλία με παρουσία σχεδόν στο σύνολο της χώρας, εξυπηρετώντας 4.9 εκατομμύρια πελάτες. Σε συνέχεια του mega αυτού deal εξαγοράς, η Italgas στοχεύει τώρα σε κέρδη σχεδόν 3 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το 2030.
Συγκεκριμένα, η εταιρεία αναμένει τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων να φτάσουν τα 2,8 δισ. ευρώ μέχρι το 2030 επιβεβαιώνοντας τη διανομή μερίσματος 65% με αυξημένο κατώτατο όριο στην ετήσια αύξηση 5%. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι μετοχές της Italgas αυξήθηκαν έως και 2,5% στις συναλλαγές στο Μιλάνο, αγγίζοντας το υψηλότερο επίπεδό τους από τον Ιούνιο του 2023.
Με περισσότερους από 6.500 εργαζόμενους, η νέα εταιρική οντότητα θα εξυπηρετεί 12,9 εκατομμύρια καταναλωτές σε υποδομές φυσικού αερίου στην Ιταλία και την Ελλάδα, διανέμοντας κατά μέσο όρο πάνω από 13 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου κάθε χρόνο μέσω 154.000 χιλιομέτρων δικτύων.
Η ενοποίηση του τομέα της διανομής φυσικού αερίου στην Ιταλία επιτρέπει την επίσπευση των επενδύσεων και την ενιαία ανάπτυξη της εθνικής υποδομής «ανοίγοντας» τον δρόμο για περαιτέρω αποδοτικότητα του κόστους μεγιστοποιώντας παράλληλα τη δημιουργία αξίας για τους μετόχους.
Το mega επενδυτικό πλάνο στην Ελλάδα
Στον απόηχο της συμφωνίας, η Italgas θα επενδύσει 15,6 δισ. ευρώ, ποσό αυξημένο κατά 7,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο σχέδιο. Το νέο σχέδιο ανάπτυξης της Italgas που παρουσιάζεται σήμερα θα αφορά, σύμφωνα με την εταιρεία, 12,8 δισ. στο ιταλικό δίκτυο και 1 δισ. στο ελληνικό. Ειδικότερα, οι επενδύσεις μέσω της ελληνικής θυγατρικής Enaon EΔΑ αναμένεται να φτάσουν το 1 δισ. ευρώ ως τα τέλη της δεκαετίας.
Η έμφαση του investment plan αναμένεται να δοθεί στην επέκταση και την ψηφιοποίηση. Επιπλέον, σχεδιάζεται η μαζική εγκατάσταση έξυπνων μετρητών. Υπενθυμίζεται, ότι ο CEO της εταιρείας, Paulo Gallo μιλώντας στο Liberal, στο πλαίσιο της εκδήλωσης εγκαινίων του νέου Κέντρου Διοίκησης και Ελέγχου της εταιρείας στη Φλωρεντία στις 3.10.24, έκανε ειδική μνεία στις επενδύσεις στη χώρα μας για την ψηφιοποίηση του δικτύου.
«Αυτό που θέλουμε να κάνουμε τώρα στην Ελλάδα είναι αυτό που κάναμε στην Ιταλία, 5-7 χρόνια πριν. Να αναβαθμίσουμε δηλαδή τον υφιστάμενο εξοπλισμό άμεσα. Μάλιστα, από του χρόνου κιόλας σχεδιάζουμε να εγκαταστήσουμε νέους έξυπνους μετρητές, τους οποίους αναπτύξαμε στην Ιταλία και να χτίσουμε νέα κέντρα ελέγχου στην Αθήνα. Ασφαλώς, πρέπει πρώτα να ψηφιοποιήσουμε το δίκτυο μέσω των μετρητών, τα χαρακτηριστικά των οποίων αναμένεται να είναι μοναδικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αυτή η ψηφιοποίηση του δικτύου, βέβαια, θα πάρει λίγο καιρό, έχουμε ήδη όμως αρχίσει τις πρώτες διεργασίες. Εκτιμώ ότι σε δύο χρόνια, αφού μεταποιήσουμε τα υπάρχοντα δίκτυα με τους νέους μετρητές, θα μπορέσουμε να φτιάξουμε τα Κέντρα Ελέγχου που σχεδιάζουμε στην Αθήνα, όπως κάναμε αρχικά στο Τορίνο και τώρα και στη Φλωρεντία για την εξ αποστάσεως διαχείριση του δικτύου», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Επιπλέον, όπως «μαρτύρησε» ο Paulo Gallo στα εγκαίνια του Κέντρου Ελέγχου στη Φλωρεντία, ο αριθμός των συνδέσεων φυσικού αερίου της Enaon EDA σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, δικαιώνει απόλυτα τα σχέδια του και δίνει ώθηση για «γκάζι» σε περαιτέρω διείσδυση του φυσικού αερίου στην Ελλάδα και ενίσχυση των σχετικών επενδύσεων. Μάλιστα, επισήμανε ότι φέτος παρατηρείται μια ισχυρή ζήτηση για νέες συνδέσεις φυσικού αερίου στα δύο μεγάλα αυτά αστικά κέντρα, κάτι που το απέδωσε στη χαμηλή τιμή που έχει πλέον το αέριο συγκριτικά με άλλες λύσεις θέρμανσης, όπως οι αντλίες θερμότητας, για τις οποίες και αναφέρθηκε, σχολιάζοντας τη «βουτιά» που καταγράφεται τώρα στη ζήτησή τους στην Ευρώπη.
Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι μέσω των παραπάνω επενδύσεων, το δίκτυο στην Ελλάδα εκτιμάται ότι θα αυξηθεί από τα 7.924χμ σε πάνω από 11.000 ως το 2030. Αντίστοιχα, ο αριθμός καταναλωτών θα φτάσει από 600.000 σε σχεδόν 1 εκατ. στα τέλη της δεκαετίας.