Μπαταρίες και υδρογόνο, η νέα εποχή της ενέργειας

Μπαταρίες και υδρογόνο, η νέα εποχή της ενέργειας

Τα προηγούμενα χρόνια, ο στόχος μας ήταν πως θα προσελκύσουμε επενδύσεις στις ΑΠΕ. Τα καταφέραμε και με το παραπάνω. Τα υποψήφια σήμερα έργα στην Ελλάδα καλύπτουν τους στόχους, όχι του 2030, αλλά του… 2050. Οι αιτήσεις που περιμένουν στην ουρά έχουν 4πλάσια ισχύ απ' όσα βρίσκονται σε λειτουργία.

Τώρα, η σπαζοκεφαλιά είναι πώς θα απορροφήσουμε όλη αυτή την ενέργεια. Τι θα κάνουμε με τον κορεσμένο ηλεκτρικό χώρο. Πώς θα τον απελευθερώσουμε από έργα που «λιμνάζουν» και δεσμεύουν χωρητικότητα σε βάρος υγιών επενδύσεων.

Και οι νέες τεχνολογίες, παρ’ ότι ακόμη ακριβές, έρχονται να δώσουν λύσεις. Το νέο big thing είναι τα φωτοβολταικά με μπαταρίες «πίσω από τον μετρητή», που επιτρέπουν την αποθήκευση της περίσσειας ενέργειας που παράγεται τα μεσημέρια, ώστε να την χρησιμοποιούμε τα βράδια, όταν θα την έχουμε ανάγκη. Το κόστος τους δεν είναι αμελητέο, μπαταρίες χωρητικότητας 1 MWh κοστίζουν 300.000 ευρώ, ωστόσο οι τιμές υποχωρούν 10% ετησίως, καθώς ο ανταγωνισμός των κατασκευαστών είναι πολύ μεγάλος. 

Κι η στιγμή που θα μπουν στο παιχνίδι είναι πολύ κοντά μας, με τον Θ. Σκυλακάκη να παρουσιάζει χθες ένα πρώτο σχέδιο στο Μαξίμου. Ο πρώτος, πιλοτικός διαγωνισμός του είδους, βγαίνει τον Μάρτιο, θα αφορά έργα συνολικής ισχύος 200 MW και το ενδιαφέρον της αγοράς αναμένεται τεράστιο. Κλειδωμένες τιμές για 20 χρόνια, με εγγυημένες και αυξημένες μάλιστα ταρίφες, καθώς θα έχουν ενσωματωμένο το κόστος της μπαταρίας, αναμένεται να προσελκύσουν ένα πολύ μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον. 

Είναι το πρώτο βήμα του φιλόδοξου σχεδίου του υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας, για να αυξηθεί η χωρητικότητα του κορεσμένου ηλεκτρικού χώρου μέσα από νέους διαγωνισμούς φωτοβολταικών 2 GW με μπαταρίες σε ορίζοντα τριετίας, μαζί με πιθανή αύξηση του «κόφτη» της μέγιστης ισχύος παραγωγής τους.

Κι αυτό, καθώς το παιχνίδι στην αγορά των ΑΠΕ αλλάζει. Αυστηροποιείται. Κάθε διαγωνισμός θα περιλαμβάνει συγκεκριμένους χρόνους ηλέκτρισης των έργων και οι συμμετέχοντες θα δεσμεύονται εκ των προτέρων για την τήρηση τους. Και κυρίως κάθε συμμετέχοντας, ανάλογα και με τη χωρητικότητα της μπαταρίας στο έργο του, θα πρέπει να αποδεχτεί ένα «ψαλίδι» που μπορεί να φτάνει και το 45%-50% στη μέγιστη επιτρεπόμενη ισχύ που θα εγχέει στο σύστημα, έναντι ποσοστού 28% που ισχύει ήδη για τα νέα έργα από το 2022.

Είναι το μοναδικό εργαλείο για να μπει φρένο στον «κατακλυσμό» από πράσινα project που βιώνει η ελληνική αγορά, πολλά από τα οποία δεν έχουν καμία τύχη να γίνουν, αλλά παρ’ όλα αυτά οι αιτήσεις αυξάνονται με φρενήρη ρυθμό. Σκεφτείτε ότι τα τελευταία στοιχεία για τα υπό ανάπτυξη έργα, όσα βρίσκονται σε λειτουργία, μαζί με τους νέους φακέλους, βγάζουν ένα νούμερο περίπου 70 GW, δηλαδή πάνω από 30% του στόχου για το 2050 (54,4 GW) και… 170% εκείνου για το 2030 (26 GW).

Και ακριβώς να είναι βιώσιμα τα νέα έργα με τόσο υψηλά ποσοστά περικοπών, το υπουργείο καλεί τους επενδυτές να βάλουν μπαταρία πίσω από τον μετρητή, ώστε η περικοπτόμενη ενέργεια να αποθηκεύεται και να εγχέεται στο δίκτυο τα βράδια, δηλαδή τις ώρες που τα φωτοβολταϊκά έχουν μηδενική παραγωγή.

Είναι πράγματι η αποθήκευση η λύση στο πρόβλημα; Έστω ένα έργο ισχύος 1 MW, που ούτως ή άλλως δεν θα μπορεί να διαθέσει στο σύστημα πάνω από 500-550 κιλοβάτ, το οποίο προσθέτει μπαταρία ίσης χωρητικότητας, δηλαδή 1 MWh. Από τη στιγμή που δεν θα επιτρέπεται να εγχέει στο σύστημα πάνω από το 50% της εγκατεστημένης του ισχύος (δηλαδή 500-550 κιλοβάτ), δεσμεύει τον μισό ηλεκτρικό χώρο έναντι εκείνου που θα δέσμευε κανονικά. Και αυτός ο επιπλέον χώρος αποδεσμεύεται για να δοθεί σε άλλα έργα ΑΠΕ. Ο δε, επενδυτής συνεχίζει να πουλάει σχεδόν το σύνολο της ενέργειας σαν να μην υφίστανται καθόλου περικοπές, απλώς τη μισή του παραγωγή θα τη διαθέτει το μεσημέρι και την άλλη μισή το βράδυ.

Σε μεγάλη κλίμακα, το σχέδιο Σκυλακάκη για φωτοβολταικά 2 GW με μπαταρίες σε ορίζοντα τριετίας, σημαίνει ότι θα καταλάβουν δυναμικότητα μόνο 1 GW. Θα εξοικονομηθεί δηλαδή ηλεκτρικός χώρος 1 ακόμη GW, προκειμένου να συνδεθούν νέα έργα. 

Και ο συνδυασμός γενναίων περικοπών, μαζί με τα φωτοβολταικά που θα συνοδεύονται από μπαταρίες, θα μπορούσε να απελευθερώσει τα επόμενα χρόνια, ένα χώρο ακόμη και 4-5 GW, λένε οι εκτιμήσεις, με βάση τις παρεμβάσεις που βρίσκονται στα σκαριά.

Χημική «μπαταρία»

Στην πράξη όσο θα προχωράμε στην καρδιά της πράσινης μετάβασης, θα ερχόμαστε όλο και πιο συχνά αντιμέτωποι με τις αντιφάσεις που η ίδια δημιούργησε, όπως μια υπερπληθώρα επενδύσεων ΑΠΕ, αλλά με περιορισμένο ηλεκτρικό χώρο.

Στην ίδια κατεύθυνση, κινείται άλλη μια είδηση, που αφορά το υδρογόνο, το οποίο επίσης αποτελεί μέσο αποθήκευσης πράσινης ενέργειας. Σε συνεργασία με τη γερμανική εταιρεία BASF, η ελληνική Advent Technologies δρομολογεί στα πρώην λιγνιτικά εδάφη της Δυτικής Μακεδονίας μια μεγάλη επένδυση για την παραγωγή νέου τύπου κυψελών καυσίμου HT- PEM. To υδρογόνο παράγεται από πράσινη ενέργεια και αφού αποθηκευτεί με κυψέλες καυσίμου, μπορεί να μετατραπεί ξανά σε ρεύμα. Στην ουσία λειτουργεί ως μια χημική «μπαταρία». Η Adbent αυτό επιχειρεί να κάνει.

Ανάπτυξη νέων καταλυτών και μεμβρανών για κυψέλες καυσίμου. Το έργο φέρει την ονομασία Green HiPo, φέρει την σφραγίδα της ΕΕ, έχει αρχικό προϋπολογισμό 60 εκατ. ευρώ και θα μπορούσε σε βάθος εξαετίας να αναπτυχθεί περαιτέρω, δίνοντας εργασία σε 650 άτομα και δημιουργώντας πολλαπλάσιες θέσεις στην περιοχή.

Στοχεύει στην ανάπτυξη κυψελών καυσίμου μεμβράνης ανταλλαγής πρωτονίων υψηλής θερμοκρασίας και μονάδων ηλεκτρόλυσης για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και πράσινου υδρογόνου. Το μειονέκτημα βέβαια της παραγωγής υδρογόνου είναι ακόμη ο ακριβός του εξοπλισμός, γεγονός που εφόσον ξεπεραστεί με την πρόοδο της τεχνολογίας, θα μπορούσε να καλύψει ακόμη και το 1/3 της κατανάλωσης ενέργειας του τομέα των μεταφορών στην Ελλάδα.

Έρευνες της Hydrogen Europe, έχουν δείξει ότι η ανάπτυξη της αγοράς υδρογόνου απαιτεί παγκοσμίως επενδύσεις της τάξης των 320 δισεκατομμυρίων δολαρίων μέχρι το 2030, με τους αγωγούς να παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Κατά τη διευθύνουσα σύμβουλο του ΔΕΣΦΑ Μαρία Ρίτα Γκάλι, με έναν αγωγό 45 ιντσών μπορεί να μεταφερθεί υδρογόνο, που ισοδυναμεί με 17 γιγαβατώρες ηλεκτρικής ενέργειας, όταν τα μεγάλα καλώδια των διασυνδέσεων μπορούν να μεταφέρουν 2-3 γιγαβατώρες. Η μεταφορά δηλαδή μέσω των αγωγών είναι κατά 3-4 φορές πιο αποδοτική.