Το «πράσινο ΑΕΠ» και τρία ερωτήματα
Shutterstock
Shutterstock

Το «πράσινο ΑΕΠ» και τρία ερωτήματα

Η μάχη κατά της κλιματικής αλλαγής κινητοποιεί ένα νέο «πράσινο» ΑΕΠ, ένα πακτωλό επενδύσεων κοντά στα 200 δισ ευρώ, με περίπου 40.000 θέσεις εργασίας, που εμπλέκει τους πάντες. Δημιουργεί ευκαιρίες για μηχανικούς, επαγγέλματα της οικοδομής, εγκαταστάτες, μεταφορείς, αλλά και για μια εγχώρια αλυσίδα παραγωγής όπου εμπλέκονται ναυπηγεία, λιμάνια, βιομηχανίες καλωδίων, σωλήνων, μετάλλων, τσιμέντου, μεταφορείς, logistics.

Κινητροδοτεί την παραγωγή υλικών θερμομόνωσης, κουφωμάτων αλουμινίου και βεβαίως τη βιομηχανία ηλιακών θερμοσιφώνων. Έναν τομέα, που γνωρίζουμε από τη δεκαετία του ’70, που τον έχουμε περιφρονήσει και ο οποίος αφορά το 30% της κατανάλωσης σε ηλεκτρικό ρεύμα κάθε νοικοκυριού.

Είμαστε σε θέση να παράξουμε ένα μέρος από αυτά τα 200 δισ. στην Ελλάδα; Το πρώτο ερώτημα είναι αυτό. Ας δούμε τα νούμερα, όπως αποτυπώνονται στο νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που εστάλη προ ημερών στις Βρυξέλλες.

Τα σπίτια και η ενεργειακή τους αναβάθμιση αναμένεται να απορροφήσουν μέσα στα επόμενα επτά χρόνια, κοντά 50 δισ ευρώ, το 1/5 του ΑΕΠ. Από εσωτερικές και εξωτερικές μονώσεις, μέχρι αγορά λιγότερο ενεργοβόρων συσκευών, όπως αντλίες θερμότητας, θερμοσίφωνες και γενικώς αντικατάσταση του παλαιού οικιακού εξοπλισμού με νέο, πιο αποδοτικό, μέσα και από τα ενεργειακά «σούπερ μάρκετ» που θα αρχίσουν σταδιακά να κάνουν την εμφάνισή τους στην Ελλάδα, ακολουθώντας τις διεθνείς τάσεις. Αν προστεθούν και τα 19,3 δισ που αφορούν στα κτίρια των Υπηρεσιών και τη Γεωργία, αθροίζονται επενδύσεις 70 δισ ευρώ μέχρι και το 2030. 

Ο μεγαλύτερος βέβαια τομέας του ενεργειακού μετασχηματισμού της χώρας είναι η ηλεκτροκίνηση, όπου για να επιτευχθεί ο στόχος τα 30.600 σημερινά ηλεκτρικά και plug-in υβριδικά οχήματα, να φτάσουν τα 460.000 το 2030, θα πρέπει να κινητοποιηθούν κοντά στα 100 δισ ευρώ, μαζί με δίκτυα φόρτισης. Αυτοκινητοβιομηχανία φυσικά η Ελλάδα δεν διαθέτει για να μπορέσει να αδράξει την ευκαιρία.

Στις ΑΠΕ όμως; Στην Τουρκία παράγουν εδώ και χρόνια τμήματα από αιολικά πάρκα. Εμείς; Η ευκαιρία μας λέγεται θαλάσσια αιολικά πάρκα, όπου το Αιγαίο διαθέτει από τα πιο πλούσια αιολικά δυναμικά στον κόσμο, με μέση ταχύτητα ανέμου ακόμη και πάνω από 9 μέτρα / δευτερόλεπτο.

Ναυπηγεία, εταιρείες παραγωγής καλωδίων, χάλυβα, διαθέτουμε οτιδήποτε χρειάζεται για να παράξουμε τμήματα των offshore πάρκων, όχι μόνο για τις ανάγκες της αναδυόμενης ελληνικής αγοράς, αλλά και για εκείνες της Κεντρικής και Ανατολικής Μεσογείου.

Στον Αλμυρό Βόλου, η Cenergy δρομολογεί τη πρώτη μονάδα κατασκευής πυλώνων θεμελίων σταθερής βάσης, όσο και πλωτήρων για πλωτά αιολικά, ύψους 70-100 εκατ, με στόχο και τις εξαγωγές. Στα Ναυπηγεία Ελευσίνας εξετάζεται η παραγωγή βάσεων πλωτών ανεμογεννητριών, όπως δήλωσε πρόσφατα ο Πάνος Ξενοκώστας, CEO του ομίλου Onex, ιδιοκτήτης των ναυπηγείων Σύρου και Ελευσίνας. Είναι κάποια πρώτα βήματα. Είναι τόσο ισχυρά τα μελτέμια του Αιγαίου, ώστε σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, θα μπορούσαμε να αναπτύξουμε επενδύσεις 60 δισ ευρώ στα offshore πάρκα μέχρι το 2050, εκ των οποίων η εγχώρια προστιθέμενη αξια θα μπορούσε να φτάσει ακόμη και το 55%. Τι αφορά αυτό το 55%; Κατασκευή εξεδρών για πλωτά πάρκα, εγκατάσταση, συντήρηση και σε ένα μικρό ποσοστό ακόμη και κατασκευή ανεμογεννητριών.

 

Το δεύτερο βασικό ερώτημα της πράσινης μετάβασης είναι το ποιός θα επωμιστεί τα καθόλου αμελητέα κόστη των κλιματικών στόχων. Τα ποσά, όπως δείχνει και ο πίνακας, είναι δυσθεώρητα, ειδικά για τις ενεργειακές αναβαθμίσεις κατοικιών, εξοπλισμού και ηλεκτροκίνηση.

Και ο κίνδυνος να δοθούν λαβές σε φωνές που διακινούν θεωρίες ότι η πράσινη μετάβαση είναι ακριβή και επιβλαβής, έχουν βασικούς εκφραστές την Ακροδεξιά και συχνά βρίσκουν ευήκοα ώτα σε ανθρώπους που νιώθουν ότι απειλούνται από τις εξελίξεις και τις δυνάμεις της οπισθοδρόμησης, είναι υπαρκτός τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρώπη.

Και γι' αυτόν τον λόγο θα πρέπει να αυξηθούν δύο ή και τρεις φορές ετησίως συγκριτικά με το παρελθόν, τα προγράμματα επιδοτήσεων και τα χρηματοδοτικά εργαλεία για ενεργειακή αναβάθμιση σπιτιών και αγορά ηλεκτρικών οχημάτων. Το επισημαίνει το ίδιο το Εθνικό Σχέδιο για το Κλίμα, που εστάλη προς έγκριση στις Βρυξέλλες. Το πρόβλημα απασχολεί όλες τις κυβερνήσεις, όπως και ο κίνδυνος να αυξηθεί η ενεργειακή φτώχεια, εφόσον δεν δοθούν τα κατάλληλα κίνητρα και δεν υπάρχει σημαντική ρευστότητα στα νοικοκυριά. 

Το τρίτο ερώτημα συνδέεται με την αξιοποίηση του ορυκτού πλούτου που διαθέτουμε στο υπέδαφος μας, των κρίσιμων για την πράσινη μετάβαση κοιτασμάτων από σπάνιες γαίες (critical raw materials). Βωξίτης, νικέλιο, κοβάλτιο, χαλκός. Τι κάνουμε τόσα χρόνια με αυτή την ευκαιρία; Τίποτα. Για πρώτη φορά ένα Εθνικό Σχέδιο για το Κλίμα (ΕΣΕΚ), συμπεριλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο για αυτό το «υπερόπλο», που η Κίνα έχει καταφέρει να εκμεταλλευτεί καλύτερα από κάθε άλλη χώρα, με την Ευρώπη να έχει ξυπνήσει καθυστερημένα.

«Σε ελληνικό έδαφος και εντός Δημόσιων Μεταλλευτικών Χώρων (ΔΜΧ) στους οποίους το μεταλλευτικό δικαίωμα ανήκει στο Δημόσιο, έχουν εντοπιστεί περισσότερες από 15 πρώτες ύλες που περιλαμβάνονται στον Κατάλογο Στρατηγικών και Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως βωξίτης, φωσφορίτης, βαρύτης, αντιμόνιο, νικέλιο, κοβάλτιο, μαγνήσιο, πυρίτιο, βολφράμιο, γραφίτης, μέταλλα της ομάδας λευκοχρύσου, γάλλιο, γερμανιο, μαγγάνιο, χαλκός και ορισμένες (ελαφρές)  σπάνιες γαίες», αναφέρει το κείμενο. Και σύμφωνα με αυτό, η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να αξιοποιήσει επιτέλους τον ορυκτό της πλούτο, προκηρύσσοντας διαγωνισμούς για την παραχώρηση των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης. Στο ερώτημα, πότε αυτό θα γίνει, η απάντηση είναι ότι πρέπει πρώτα να επικαιροποιηθούν τα στοιχεία για τα κοιτάσματα που διαθέτουμε, ώστε να ξέρουμε τι ακριβώς θα παραχωρήσουμε...

Έχουμε μια μοναδική ευκαιρία μπροστά μας. Αρκεί να έχουμε σχέδιο, τρόπο για να υπερβούμε τα όποια προβλήματα και να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα για να συμμετάσχουμε στο νέο αυτό οικονομικό γίγνεσθαι με δική μας παραγωγή ανταγωνιστικών και εξαγώγιμων προϊόντων και υπηρεσιών. Ειδάλλως, θα συνεχίσουμε να εισάγουμε για τις επόμενες πολλές δεκαετίες τα «πάντα όλα» της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης από τη Κίνα, τη Γερμανία, τη Δανία και τρία - τέσσερα ακόμη κράτη.