Ο ανταγωνισμός στην αγορά του ρεύματος έχει πάρει «φωτιά». Ελκυστικά πράσινα τιμολόγια που ξεκινούν από τα 11,8 σεντς, κίτρινα στα 12 σεντς και σύντομα μπλε, σταθερά ολιγόμηνης διάρκειας, με εκτιμήσεις για επίσης 11-12 σεντς.
Τον τόνο δίνουν προς ώρας τα πράσινα τιμολόγια, αυτά τα οποία είναι άμεσα συγκρίσιμα μεταξύ των εταιρειών, με τις τιμές για το Φεβρουάριο να είναι μέχρι και 16% χαμηλότερες από το Γενάρη και να κινούνται από 11,7 έως και 14 σεντς η κιλοβατώρα, επίπεδα που είχαμε να δούμε από τις αρχές του 2021, προτού ξεσπάσει η ενεργειακή κρίση.
Τι μας συμφέρει επομένως να επιλέξουμε; Καλό είναι να μην βιαστούμε ακόμη να δώσουμε απάντηση στο γρίφο της επιλογής προϊόντος και συμβολαίου και να περιμένουμε μια δύο μέρες. Στα επόμενα 24ωρα, πλειάδα παρόχων αναμένεται να ανακοινώσει σταθερά, βραχυχρόνια τιμολόγια, 6μηνης και 8μηνης διάρκειας που θα βγουν σε πολύ δελεαστικές τιμές, στα 11 και 12 σεντς. Εκκρεμούν κάποιες διαδικαστικές διευκρινήσεις από τη Ρυθμιστική Αρχή, για να βγούν στην αγορά όλα αυτά τα φθηνότερα μπλε και σταθερής χρέωσης τιμολόγια.
Το πιθανότερο δηλαδή είναι ότι ο ανταγωνισμός των προσεχών ημερών θα ρίξει κι άλλο τις τιμές. Ένα είναι βέβαιο, ότι σε μια αγορά που έχει σταθεροποιηθεί σε χαμηλά επίπεδα σε ό,τι αφορά τις διεθνείς τιμές του φυσικού αερίου, δεν συμφέρει σήμερα τον καταναλωτή να «κλειδωθεί» σε ένα 12μηνης διαρκείας σταθερό προϊόν.
Είτε θα πρέπει να επιλέξει ένα πράσινο τιμολόγιο, όπου οι τιμές είναι ελκυστικές και να περιμένει τον επόμενο μήνα να δει αν οι τάσεις διεθνώς παραμένουν πτωτικές, είτε αν θέλει να έχει το κεφάλι του ήσυχο και να μην ασχολείται κάθε μήνα με τα τιμολόγια, να μπει σε ένα ολιγόμηνης διάρκειας συμβόλαιο, με εξαιρετικά ανταγωνιστική τιμή. Και να έχει βέβαια πάντα υπόψη του ότι τα σταθερά προϊόντα, ανεξαρτήτως διάρκειας, έχουν ρήτρα αποχώρησης που ξεκινά από τα 60 και φτάνει τα 100 ευρώ. Είναι απαραίτητη καθώς μόνο έτσι ο πάροχος μπορεί να αντισταθμίσει τις προαγορές ενέργειας που έχει κάνει. Δωδεκάμηνης πάντως διάρκειας σταθερό τιμολόγιο δεν συμφέρει, με βάση τις τάσεις της αγοράς.
Εν αναμονή των φθηνότερων μπλε σταθερών ολιγόμηνης διάρκειας, τον τόνο δίνει η πολύ χαμηλότερη τιμή έναντι του Ιανουαρίου στα πράσινα τιμολόγια που διαμορφώνεται μεσοσταθμικά στα 13,3 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Η μέση μείωση είναι 10% σε σχέση με τον Γενάρη. Τότε η μέση τιμή είχε διαμορφωθεί στα 14,7 λεπτά ανά κιλοβατώρα.
Η τιμή στα πράσινα τιμολόγια θυμίζουμε ότι δεν αλλάζει. Ο καταναλωτής βλέπει μία τιμή κάθε 1η του μήνα, η οποία «κλειδώνει» για όλη τη διάρκεια του μήνα. Το πλεονέκτημα είναι ότι γνωρίζει τι θα πληρώσει στην αρχή κάθε μήνα, όταν στα κίτρινα, αυτό γίνεται γνωστό μόνο στα τέλη του μήνα. Διότι η τελική τους τιμή διαμορφώνεται από τις τρέχουσες διακυμάνσεις της χρηματιστηριακής αγοράς.
Στα πράσινα λοιπόν, όπου είναι εφικτή και η σύγκριση, η χαμηλότερη τιμή για το Φεβρουάριο ξεκινά από τα 11,8 λεπτά ανά kWh, όταν η χαμηλότερη χρέωση σε πράσινο τιμολόγιο τον προηγούμενο μήνα ήταν 13,635 λεπτά ανά kWh.
Όσο για τις υψηλότερες χρεώσεις, πάντα στα πράσινα τιμολόγια, κινείται για Φεβρουάριο στα 14,5-14,6 λεπτά ανά κιλοβατώρα, σημαντικά αποκλιμακωμένες από τις αντίστοιχες υψηλές του Γενάρη, που ήταν στα 17,1 λεπτά ανά kWh.
Στην περίπτωση της ΔΕΗ, που κατέχει μερίδιο 55% στην αγορά, η τιμή για το Φεβρουάριο είναι από τις χαμηλότερες και διαμορφώνεται στα 12,8 σεντς η κιλοβατώρα έναντι των 13,26 σεντς της εταιρείας του Ιανουαρίου.
Το μόνο βέβαιο είναι πως ο ανταγωνισμός θα ενταθεί και άλλο, ρίχνοντας περαιτέρω τις τιμές. Βλέποντας την ευκαιρία, το αρμόδιο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ανακοίνωσε προ ημερών το καθεστώς τόσο για τα μίνιμουμ διάρκειας 6 μηνών με σταθερή χρέωση, όσο και για τα «μεικτά» που θα συνδυάζουν χαρακτηριστικά από τις τέσσερις κατηγορίες (σταθερά: μπλε, ειδικό: πράσινο, κυμαινόμενα: κίτρινα και δυναμικά: πορτοκαλί) και θα εμπίπτουν στα κίτρινης σήμανσης.
Εκκρεμεί και μια γνωμοδότηση της Ρυθμιστικής Αρχής ότι τα ολιγόμηνα σταθερά τιμολόγια, είναι μεικτά, αφού με τη λήξη τους, αν ο καταναλωτής δεν επιλέξει κάποιο άλλο η εταιρεία προμήθειας θα τον εντάσσει αυτόματα, σε όποιο άλλο σταθερό έχει εκείνη την εποχή. Επομένως τα ολιγόμηνης διάρκειας είναι κίτρινα και δεν θα μπορεί να δικαιολογηθεί ρήτρα αποχώρησης.
Σε ποιους απευθύνονται τα ολιγόμηνης διάρκειας; Σε όσους, και είναι πολλοί, δεν θέλουν να ασχολούνται κάθε μήνα με τα τιμολόγια ρεύματος, κι ας πληρώσουν κάτι παραπάνω. Και αν αυτά τα νέας γενιάς σταθερά, βγουν πράγματι σε τιμές που θα απέχουν λίγο από εκείνες των κυμαινόμενων, εκτιμάται ότι θα είναι αρκετοί εκείνοι που θα τα προτιμήσουν. Εξάλλου η εξάμηνη διάρκεια, σε συνδυασμό με τις δελεαστικές τιμές, δεν λειτουργεί το ίδιο απαγορευτικά, όπως με τη 12μηνη.
Σε ποια περίπτωση δεν συμφέρουν καθόλου τα σταθερά προγράμματα; Εφόσον οι τιμές καταρρεύσουν, οπότε ο καταναλωτής θα βρεθεί εγκλωβισμένος σε ένα ακριβό προϊόν και για να βγει θα πρέπει να πληρώσει ποινή (ρήτρα πρόωρης αποχώρησης), η οποία δεν υπάρχει στα κυμαινόμενα.
Ένα πάντως θέμα που πρέπει να έχει κατά νου ο καταναλωτής στα σταθερής χρέωσης προϊόντα, ανεξαρτήτως διάρκειας, είναι το πάγιο. Ένας μέσος πελάτης καταναλώνει 330 κιλοβατώρες το μήνα, δηλαδή 4 MWh το χρόνο.
Και μια εταιρεία που εμφανίζεται π.χ. με τελική τιμή προμήθειας 13,7 σεντς η κιλοβατώρα αλλά με πάγιο 7 ευρώ το μήνα, επιβαρύνει την χρέωση του καταναλωτή κατά 2 - 2,5 σεντς. Επομένως η πραγματική τελική τιμή δεν θα είναι 13,7 σεντς, αλλά 15,7 - 16,2 σεντς η κιλοβατώρα. Δηλαδή έως και 18% υψηλότερη από την αναγραφόμενη ως τελική τιμή προμήθειας.