Στο ενεργειακό παιχνίδι, δυναμικά παρούσα δηλώνει η Ελλάδα με την ηλεκτρική διασύνδεση Ευρώπης - Ασίας να φεύγει από την σφαίρα της θεωρίας και να περνά επιτέλους στην πράξη, μετά την εντολή έναρξης στο πολυεθνικό κολοσσό της Nexans να βάλει μπροστά τη γραμμή παραγωγής του καλωδίου, μήκους 900 χλμ, που θα ενώνει την Κρήτη με την Κύπρο, προυπολογισμού 1,9 δισ. ευρώ. Σε δεύτερη φάση, θα τρέξει η σύνδεση της Κύπρου με το Ισραήλ.
Η είδηση είναι διπλή: Καταρχήν, ότι το έργο που φιλοδοξεί να βγάλει από την ενεργειακή απομόνωση την Κύπρο και να ενισχύσει την ασφάλεια του Ισραήλ, φεύγει από το στάδιο των συζητήσεων και μπαίνει πια στην παραγωγή. Η Nexans, που θεωρείται ο μεγαλύτερος κατασκευαστής καλωδίων στον κόσμο, εισέπραξε από τον ΑΔΜΗΕ τη πρώτη δόση, για να δεσμεύσει το απαραίτητο slot για την παραγωγή των καλωδίων και να ξεκινήσει τις σχετικές διαδικασίες.
Είχε προηγηθεί η εκταμίευση προς την ελληνική εταιρεία, που αποτελεί τον φορέα υλοποίησης του project, προκαταβολής 55 εκατ. από το σύνολο των 657 εκατ. ευρώ κοινοτικών κοδυλίων που αφορούν την ευρωπαική επιδότηση προς το εμβληματικό έργο, με την ονομασία «Great Sea Interconnector», με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2030.
Και εδώ έρχεται η δεύτερη είδηση. Το επενδυτικό ενδιαφέρον είναι μεγάλο για ένα σύνθετο γεωπολιτικό έργο που ο προυπολογισμός του, συνυπολογίζοντας και τη σύνδεση με το Ισραήλ, θα ξεπεράσει τα 2 δισ. και το οποίο μόνο έχει ανάγκη από ισχυρούς παίκτες στο μετοχικό του κεφάλαιο. Και στο παιχνίδι, εκτός από τους τρεις υποψήφιους επενδυτές, με τους οποίους συζητά η ελληνική εταρεία, το Κυπριακό Δημόσιο, το ισραηλινό fund Aluma, και την κρατική εταιρεία ενέργειας του Άμπου Ντάμπι, (TAQA), έχουν μπει και αμερικανικά κεφάλαια.
Είναι προφανές ότι εφόσον ευοδωθούν οι επαφές και εισέλθουν στο μετοχικό του κεφάλαιο αμερικανικά και αραβικά κεφάλαια, τότε, αναλόγως και του εκτοπίσματός τους, θα αναβαθμιστεί περαιτέρω το γεωπολιτικό, οικονομικό και ενεργειακό βάρος της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ευρώπης - Ασίας. Ούτως ή άλλως, θεωρείται η πλέον σημαντική ενεργειακή γέφυρα μεταξύ των δύο σημαντικών γεωγραφικών περιοχών (Ευρώπη - Ασία - Μ. Ανατολή), που ως τέτοια θα υπηρετεί και τον στόχο της περιφερειακής ασφάλειας, ικανής να αποτελέσει έργο game - changer για την περιοχή.
Και γι' αυτόν ακριβώς το λόγο είναι στρατηγικής σημασίας για την Αθήνα να καταφέρει να μπουν ισχυροί ξένοι παίκτες σε έναν διάδρομο, που συνιστά κομμάτι ενός ευρύτερου άξονα ασφάλειας και σταθερότητας σε μια εκτεταμένη και δύσκολη για τα εθνικά μας θέματα περιοχή, όπου θέση επιδιώκει πάση θυσία να πάρει η Τουρκία.
Το καλώδιο θα είναι διπλής κατεύθυνσης. Με την ολοκλήρωση της διασύνδεσης, η Κύπρος και το Ισραήλ θα ενταχθούν στις διασυνοριακές αγορές και θα μπορούν τόσο να εισάγουν όσο και να εξάγουν ηλεκτρική ενέργεια, αναλόγως των αναγκών τους. Δηλαδή, όσες περισσότερες ΑΠΕ μπουν στην Κύπρο και το Ισραήλ, τόσο μεγαλύτερα τα οφέλη για την υπόλοιπη Ευρώπη, προς την οποία θα φθάνει η ενέργεια μέσω της Ελλάδας, όπως είχε δηλώσει πρόσφατα στον «Φιλελεύθερο» της Κύπρου, ο CEO του ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης για τον Great Sea intercconector.
Ένα έργο που αποτελεί κομμάτι ενός ευρύτερου παζλ. Συνδυαστικά με τις διασυνδέσεις Saudi Greek Interconnection και Ελλάδα - Αίγυπτος (GREGY), είναι όλα τμήματα ενός διηπειρωτικού ενεργειακού άξονα χιλιάδων χιλιομέτρων, με πολλές επιμέρους διασυνδέσεις, εταιρείες ειδικού σκοπού, διαφορετικούς μετόχους, αλλά ένα κοινό στόχο.
Τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας από χώρες με πλούσιο πράσινο δυναμικό και φθηνές τιμές προς την Κ. Ευρώπη, που ως οριζόντιος άξονας, έχει το πλεονέκτημα ότι όταν εδώ είναι βράδυ, στην Ασία είναι ημέρα. Η φωτοβολταϊκή ενέργεια που θα παράγεται πχ. στην Σαουδική Αραβία θα καλύπτει ευρωπαϊκές ανάγκες το βράδυ, όταν δηλαδή δεν υπάρχει παραγωγή από ηλιακά συστήματα και δεν επαρκούν οι αποθηκευμένες σε μπαταρίες ποσότητες.
Τα τρία αυτά έργα επιχειρείται να ενωθούν με ένα τέταρτο άξονα, κάθετο, τον διάδρομο Ελλάδας - Γερμανίας (Green Aegean), ο οποίος θεωρείται μονόδρομος, προκειμένου να βρουν διέξοδο όλοι αυτοί οι τεράστιοι όγκοι ενέργειας που επιδιώκεται στο μέλλον να περάσουν από Μ. Ανατολή και Β. Αφρική μέσω Ελλάδας.