Τα αγροτικά φωτοβολταϊκά είναι μια αμαρτωλή ιστορία. Ο ενθουσιασμός που πυρπόλησε στις αρχές του 2010 τον κάμπο, γρήγορα εξαϋλώθηκε, μαζί του και πολλές αγροτικές επιδοτήσεις.
Άγνοια για το αντικείμενο, έλλειψη ιδίων κεφαλαίων, μια στρατιά από επιτήδειους, άρνηση των τραπεζών να δώσουν δάνεια στο συγκεκριμένο χώρο, το απόλυτο ναυάγιο. Τα λεφτά που χαθήκαν τότε στοιχειώνουν ακόμη πολλούς.
Τώρα όμως οι εποχές είναι διαφορετικές, οι απαιτήσεις έχουν αλλάξει και θα επιβιώνουν όσοι προσαρμόζονται. Δύσκολα μπορούμε να φανταστούμε μια κτηνοτροφική μονάδα χωρίς ένα αυτόνομο σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που θα της καλύπτει τα κόστη, ώστε να μην χρειάζεται σε κάθε κρίση ο κτηνοτρόφος να απευθύνεται στο κράτος για να του επιδοτεί το ρεύμα.
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να δει κανείς την απόφαση της κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει ως εργαλείο μείωσης του αγροτικού κόστους τα agrovoltaics. Τα μέτρα απαντούν στην ανάγκη των αγροτών να μειώσουν το ενεργειακό τους κόστος, όχι σε άλλα υπόγεια αιτήματα και ευσεβείς πόθους. Δεν τους δίνουν τη δυνατότητα να γίνουν από αγρότες, παραγωγοί ενέργειας, όπως θα ήθελαν κάποιοι αγροτοπατέρες.
Αυτό το σκεπτικό διέπει τα μέτρα για τα αγροτικά φωτοβολταϊκά που ανακοίνωσε χθες ο υπ. Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θ. Σκυλακάκης. Δεν μπορεί κάθε φορά που ανεβαίνουν διεθνώς οι τιμές, να έρχεται η όποια κυβέρνηση και να επιχειρεί να μειώσει το αγροτικό ρεύμα με πυροτεχνήματα υπό την πίεση των διαμαρτυριών. Δεν είναι λύση να επιδοτούμε μονίμως μια ακριβή κιλοβατώρα στον αγρότη, όπως είπε η υφυπουργός Αλ. Σδούκου, η λύση είναι να αξιοποιήσουμε την πράσινη ενέργεια.
Αρκεί αυτή τη φορά να το κάνουμε σωστά. Καλά θα πει κάποιος, έχουν όλοι οι αγρότες την οικονομική δυνατότητα να μπουν στην κατασκευή φωτοβολταϊκών με μπαταρία, τα οποία ανακοινώθηκε χθες ότι θα επιδοτούνται; Ποιοί έχουν τα λεφτά για να ενταχθούν στο πρόγραμμα «Φωτοβολταικά στο Χωράφι»;
Καταρχήν, η κυβέρνηση αυξάνει το επιτρεπόμενο όριο για φωτοβολταϊκά των αγροτών, από 10 kW σε 50 kW, με κατά προτεραιότητα πρόσβαση σε ένα «κλειδωμένο» για αυτούς ηλεκτρικό χώρο 1,3 GW («Φωτοβολταικά στο Χωράφι»). Ο χώρος αυτός δεσμεύεται αποκλειστικά για μεμονωμένους αγρότες.
Ένα φωτοβολταικό των 50 kW, έχει κόστος χοντρικά στα 45.000 - 50.000 ευρώ και παράγει 70-80 MWh το χρόνο. Αυτό ως αυτοπαραγωγή σημαίνει ισοδύναμο έσοδο γύρω στα 9.000 ευρώ το χρόνο, με μια τιμή ρεύματος 12 σεντς τη κιλοβατώρα, όπως αυτές που έδωσαν οι πάροχοι για το Φεβρουάριο. Συνεπώς, η απόσβεση γίνεται σε 4-5 χρόνια..
Στο άλλο μέτρο που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, αυτό του συμψηφισμού της κατανάλωσης με παραγωγή ενέργειας από φωτοβολταϊκά (πρόγραμμα «Απόλλων») είναι για μεγαλύτερα πορτοφόλια. Αλλωστε αφορά μόνο τα συνεργατικά σχήματα, δηλαδή συνεταιρισμούς και ομάδες παραγωγών, καθώς και όσους ασκούν συμβολαιακή γεωργία.
Εδώ το κόστος επένδυσης υπολογίζεται στα 80.000 ευρώ. Τα πάντα όμως έχουν να κάνουν με τη τιμή εκκίνησης των διαγωνισμών. Αν ξεκινήσει ψηλά, π.χ. στα 100-110 ευρώ / MWh, τότε η επένδυση βγαίνει, όπως λένε άνθρωποι με πολλά χρόνια στην αγορά.
Συμπέρασμα: Σωστά η κυβέρνηση δεν ενέδωσε στις όποιες πιέσεις για μετατροπή των αγροτών σε παραγωγούς ενέργειας, όπως επιχειρήθηκε στις αρχές του 2010. Τότε, που όπως και το 1999 με το χρηματιστήριο, έτσι και με τα φωτοβολταϊκά, πέρασε το μήνυμα του εύκολου κέρδους στην ελληνική κοινωνία.
Τα χθεσινά μέτρα απαντούν ακριβώς στο ίδιο το αίτημα του αγώνα των αγροτών: Στη μείωση του ενεργειακού τους κόστους. Το πρόγραμμα του αυτοπαραγωγού αφορά στην κάλυψη της ενεργειακής κατανάλωσης του αγρότη, τίποτα περισσότερο.
Το θέμα βέβαια είναι να τα αντιληφθεί και ο ίδιος ο αγροτικός κόσμος. Στις αρχές του 2020 ο τότε υφυπ. Αγροτικής Ανάπτυξης Κ. Σκρέκας είχε αλλάξει τα ποσοστά για έγχυση στο σύστημα και ιδιοκατανάλωση, επιτρέποντας στους αγρότες να πωλούν το 75% της παραγόμενης ενέργειας ενός φωτοβολταϊκού έναντι 25% προηγουμένως. Σε όλες τις άλλες κατηγορίες αυτοπαραγωγής, είχε παραμείνει το προηγούμενο καθεστώς, δηλαδή το 80% της παραγόμενης ενέργειας να καταναλώνεται και μόνο το 20% να πωλείται.
Αγροτοπατέρες είχαν σπεύσει τότε να πανηγυρίσουν ότι ανοίγει ο δρόμος να μετατραπούν οι αγρότες σε παραγωγούς ενέργειας και ότι έρχεται μια νέα γενιά φωτοβολταϊκών, ισχύος 400 κιλοβάτ που τα τελευταία χρόνια έχουν γεμίσει πολλές περιοχές.
Δεν είδαν την ασφαλιστική δικλείδα που όριζε ότι ο αγρότης θα παίρνει όρους σύνδεσης κατά μέγιστο για το 4πλάσιο της κατανάλωσης του. Και ποια είναι η ετήσια ενεργειακή κατανάλωση για το 90% των αγροτικών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα; Όχι πάνω από την ενέργεια που παράγει ένα φωτοβολταϊκό, ισχύος 20 kW.
Με άλλα λόγια το πρόγραμμα επέτρεπε το πολύ μια επένδυση σε έργο των 80 kW, ήτοι ένα τζίρο 8.000 ευρώ το χρόνο και όχι 40.000 ευρώ, όπως κάποιοι ονειρεύονταν. Ελάχιστοι εκμεταλλεύτηκαν εκείνη την απόφαση του 2020 και μπήκαν στο παιχνίδι…