Η ενεργειακή εξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία δεν έχει τελειώσει, απλώς έχει περάσει σε άλλη φάση.
H Ευρώπη δεν μπορεί αλλά και δεν θέλει να κάνει χωρίς το ρωσικό φυσικό αέριο, παρά τις φιλόδοξες διακηρύξεις για την απεξάρτηση από αυτό, όπως η πρωτοβουλία που υπεγράφη χθες στην Αθήνα, για τον Κάθετο Διάδρομο.
Την ενεργειακή δηλαδή αλυσίδα, που με τις ευλογίες των ΗΠΑ, πρώτο κρίκο τον υφιστάμενο ελληνοβουλγαρικό αγωγό IGB και επόμενους τη Ρουμανία, την Ουκρανία και τη Μολδαβία, φιλοδοξεί να σπάσει τη ρωσική κυριαρχία στην περιοχή, καλύπτοντας κατά το μεγαλύτερο μέρος τις ανάγκες της ΝΑ Ευρώπης με αέριο δυτικών συμφερόντων.
Χθες, η επίτροπος Ενέργειας Κάντρι Σίμσον μίλησε για την ανάγκη ενεργειακής ασφάλειας και διαφοροποίησης των πηγών της περιοχής, όπως και αρκετοί από τους συμμετέχοντες - διαχειριστές των συστημάτων μεταφοράς αερίου συνολικά επτά χωρών (Ελλάδα, Βουλγαρία, Ρουμανία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Ουκρανία, Μολδαβία) που υπογράφουν την πρωτοβουλία για τον Κάθετο Διάδρομο. Ένα σχέδιο, το οποίο συζητείται, με πρωτοβουλία των Αμερικανών, από τα τέλη της δεκαετίας του 2000.
Τα επόμενα χρόνια, όταν θα έχει ολοκληρωθεί ο Vertical Corridor και θα είναι δυνατή, μετά και τις απαραίτητες επενδύσεις, η αποστολή ακόμη και 10 bcm δυτικών συμφερόντων LNG στην «αυλή» της Ρωσίας, μπορεί πράγματι να αποδειχθεί ισχυρό εργαλείο ανάσχεσης της ρωσικής ενεργειακής παρουσίας.
Το 2024 ωστόσο και μάλλον για αρκετό ακόμη καιρό, η Μόσχα θα συνεχίσει να παίζει σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή εξάρτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκτός και αν η τελευταία αποφασίσει να επιβάλει κυρώσεις στις εξαγωγές ρωσικού LNG, κάτι που δεν υπάρχει ούτε ως σκέψη στις Βρυξέλλες και σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, όπου το ρωσικό αέριο επανακάμπτει δριμύτερο, παρά την κυριαρχία του αμερικανικού LNG.
Είναι τα δύο δηλαδή πρόσωπα του ενεργειακού «πολέμου» με τη Μόσχα που θα συνεχίσουμε να βλέπουμε για καιρό: Από τη μια η ΕΕ να στηρίζει μεγαλόπνοα σχέδια για να μειωθεί η ισχύς της Ρωσίας και από την άλλη να κάνει τα στραβά μάτια στην ολοένα και μεγαλύτερη αύξηση των ενεργειακών της εξαγωγών.
Στην πρώτη περίπτωση, αυτή του Κάθετου Διαδρόμου φυσικού αερίου, εξαγωγές δυτικού LNG προς την καρδιά της Αν. Ευρώπης γίνονται και σήμερα. Αλλά για να σπάσει η ρωσική κυριαρχία στην περιοχή χρειάζονται ποσότητες αμερικανικού, καταριανού, αιγυπτιακού και από άλλες πηγές LNG, της τάξης των 6, 7 και 8 δισεκατομμυρίων κυβικών, ετησίως. Και για να συμβεί αυτό απαιτούνται επενδύσεις για να μεγαλώσει η μεταφορική ικανότητα τόσο στο βασικό κομμάτι του αγωγού, όσο και στους διασυνδετήριους, προϋπολογισμού αρκετών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Τα χρήματα δεν είναι απαγορευτικά και η πολιτική βούληση από τις κυβερνήσεις της περιοχής υπάρχει, απλώς αυτά δεν γίνονται με ένα μαγικό ραβδί, θέλουν ένα κάποιο χρόνο.
Στη δεύτερη περίπτωση, το μπλοκ των «27» ήταν πέρυσι από τους μεγαλύτερους πελάτες ρωσικού LNG διεθνώς, πίσω από τις ΗΠΑ που κατείχαν την πρώτη θέση με μερίδιο 40%. Σύμφωνα με το Αμερικανικό Ινστιτούτο Ενεργειακής Οικονομίας και Χρηματοοικονομικής Ανάλυσης (IEEFA), η Ρωσία με 16%, κατείχε το δεύτερο μεγαλύτερο μερίδιο εισαγωγών LNG. Σύμφωνα με ένα άλλο οίκο, το S&P Global Commodity Insights, οι εισαγωγές ρωσικού LNG κατέγραψαν άλμα 30% έναντι του 2021, κλείνοντας λίγο κάτω από 20 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα. Στο πρώτο μάλιστα επτάμηνο, η αύξηση είχε φτάσει ακόμη και το 40%.
Την ίδια στιγμή κάποιες ευρωπαϊκές χώρες επιτρέπουν στα τερματικά των λιμανιών τους να μεταφορτώνουν ή και να επανεξάγουν ρωσικό LNG, με πλέον χαρακτηριστική περίπτωση το Βέλγιο και το τέρμιναλ Zeebrugge.
Σύμφωνα με αναλύσεις εξιδεικευμένων ινστιτούτων, όπως του IEEFA, σε κάποια λιμάνια, η εκφόρτωση του LNG σε μια εγκατάσταση αποθήκευσης πριν την εκ νέου φόρτωσή του σε άλλο πλοίο, θεωρείται εισαγωγή, παρά το γεγονός ότι το αέριο δεν εισέρχεται στο δίκτυο μιας χώρας.
Αλλά αυτό δεν συμβαίνει παντού. Ενώ οι επανεξαγωγές LNG περιλαμβάνονται στα επίσημα στοιχεία των εισαγωγών, υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι μεταφορτώσεις συχνά δεν περιλαμβάνονται. Και αρκετά από τα μεταφορτωμένα αυτά φορτία δεν αναφέρονται πουθενά στα επίσημα στοιχεία, άρα δεν προσμετρώνται ως ρωσικές εισαγωγές. Είναι δηλαδή πιθανό, οι εξαγωγές ρωσικού LNG στις χώρες της ΕΕ να είναι τελικά μεγαλύτερες απ’ ότι δείχνουν τα επίσημα στοιχεία.
Πέρυσι, ο μεγαλύτερος εισαγωγές ρωσικού LNG μεταξύ των χωρών της ΕΕ, ήταν η Ισπανία. Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι στο ενεάμηνο Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου, εισήγαγε 5,21 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα (bcm) ρωσικού υγροποιημένου αερίου, ακολουθούμενη από τη Γαλλία (3,19 bcm) και το Βέλγιο (3,14 bcm).
Από το σύνολο του ρωσικού LNG που παρέλαβαν το Βέλγιο και η Γαλλία τους πρώτους εννέα μήνες του 2023, το 37% μεταφορτώθηκε, εκ των οποίων το μεγαλύτερο μέρος κατευθύνθηκε σε αγορές εκτός ΕΕ. Και ενώ η Γαλλία μείωσε τις εισαγωγές ρωσικού LNG, η Ισπανία και το Βέλγιο αύξησαν τις δικές τους κατά 50% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του 2022.
Το ίδιο συνέβη και στην Ελλάδα: Το ρωσικό αέριο, είτε εισάχθηκε μέσω αγωγού από το Σιδηρόκαστρο στον νομό Σερρών, είτε ως LNG από τη Ρεβυθούσα αντιστοιχούσε στο 46,9% των συνολικών εισαγωγών αερίου στη χώρα μας. Tα δύο βασικά ρωσικά τέρμιναλς που εξάγουν LNG στην Ευρώπη είναι το Yamal και το Vysotsk, με προορισμό το τελευταίο και την Ελλάδα.
Και η ΕΕ, τι κάνει για να μπλοκάρει το ρωσικό LNG; Το επιχείρημα των ευρωπαϊκών αρχών, έπειτα από το αίτημα πολλών κυβερνήσεων και εταιρειών ήταν ότι αν απαγορεύονταν οι ρωσικές εισαγωγές και «έσπαγαν» τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια που έχουν με την Gazprom οι ευρωπαϊκές εταιρείες, τότε αυτές θα αναγκάζονταν να πληρώσουν αποζημιώσεις στη Ρωσία.
Ακόμη και έτσι να είναι, η επανάκαμψη του ρωσικού αερίου μέσω LNG, αφενός αμαυρώνει την διετή προσπάθεια της ΕΕ να στραφεί σε άλλες πηγές προμήθειας, αφετέρου δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την ικανότητά της να περιορίσει την ρωσική ενεργειακή ισχύ.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες, η ΕΕ αναζητά εδώ και μήνες μια νομική βάση ώστε οι εταιρείες να μπορούν να σπάσουν τα ρωσικά συμβόλαια, χωρίς να το έχει καταφέρει.
Επιμένει πάντως στον στόχο της, τα κράτη - μέλη να έχουν απαλλαγεί πλήρως μέχρι το 2027 από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα, χωρίς κανείς να έχει καταλάβει πώς θα γίνει αυτό. Και ότι με το φιλόδοξο Green Deal θα καταφέρει να μειώσει κατακόρυφα τα επόμενα χρόνια συνολικά τις εισαγωγές φυσικού αερίου, απ’ όπου και αν προέρχονται.