Τα μυστικά του νέου πράσινου τιμολογίου
Shutterstock
Shutterstock

Τα μυστικά του νέου πράσινου τιμολογίου

Μετά την πλήρη χρηματιστηριοποίηση του ηλεκτρικού ρεύματος στην ενιαία Ευρωπαϊκή αγορά δυνάμει Ευρωπαϊκών Οδηγιών και Κανονισμών (target model) και την έναρξη λειτουργίας και στην Ελλάδα του Χρηματιστηρίου Ενέργειας από το 2ο εξάμηνο του 2020, μπήκε πλέον στη ζωή μας η καθημερινή διακύμανση των χονδρεμπορικών τιμών ηλεκτρικής ενέργειας με βάση όρους προσφοράς-ζήτησης. Η οποία επηρεάζει αντίστοιχα και τις τιμές λιανικής.

Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι ο ηλεκτρισμός είναι ένα αγαθό που παρέχεται με την ίδια ποιότητα και ασφάλεια τροφοδοσίας από όλους τους παρόχους αφού γι’αυτά υπεύθυνοι είναι ο ΑΔΜΗΕ και ο ΔΕΔΔΗΕ. Έτσι, ο ανταγωνισμός στη λιανική περιορίζεται στο πεδίο των τιμών. 

Η εφαρμογή στην Ελλάδα του target model ξεκίνησε με πλήρη μεταβίβαση στον τελικό καταναλωτή του κινδύνου μεταβολής των τιμών με τη γνωστή ρήτρα αναπροσαρμογής. Με προβλήματα όμως λόγω της πολυπλοκότητας της σχετικής φόρμουλας, της έλλειψης δυνατότητας εύκολης επαλήθευσής της και της πολυτυπίας (κάθε πάροχος είχε τον δικό του τύπο υπολογισμού).

Επί πλέον, οι πάροχοι ακολούθησαν κατά κανόνα τακτική «ελάχιστης πληροφόρησης» κρύβοντας πολλές ουσιώδεις ρυθμίσεις στα «ψιλά γράμματα». Με αποτέλεσμα οι πολίτες να θεωρούν ότι ο ηλεκτρισμός, ένα βασικό αγαθό για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αγοραζόταν πρακτικά με λευκή επιταγή! Η αγανάκτηση του κόσμου ήταν φυσικό επακόλουθο.

Στη συνέχεια εφαρμόσθηκε η  ανακοίνωση των τιμών εκ των προτέρων κάθε μήνα και παράλληλα το δικαίωμα του πελάτη να αλλάζει πάροχο όποτε το επιθυμεί. Αυτό ήταν πολύ σημαντικό βήμα διαφάνειας, αλλά προσέκρουσε σε δύο αντικειμενικά προβλήματα: (α) την καθυστέρηση μέτρησης από τον ΔΕΔΔΗΕ. Αυτό ακυρώνει στην πράξη την τιμολόγηση με βάση την ανά μήνα διακύμανση των τιμών τις αγοράς.

Επίσης, σε περίπτωση αλλαγής παρόχου, μπορεί να χαθούν έως και 10 μέρες, και (β) την  αδυναμία των πολιτών να παρακολουθούν συνέχεια τις τιμές και να μπαίνουν στη διαδικασία συνεχών αλλαγών παρόχου. Γνωρίζοντας αυτό οι πάροχοι, άρχισαν να προσφέρουν δελεαστικές τιμές μόνο για τους νέους πελάτες και για τον πρώτο μήνα.

Οι υφιστάμενοι πελάτες χρεώνονταν με άλλες-υψηλότερες- τιμές (υιοθετήθηκε δηλ. η εμπορική πρακτική των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας). Έτσι, όπως αποδείχθηκε και από μελέτες, μόνο η ελάχιστη μειοψηφία που μπορούσε να παρακολουθεί τα τιμολόγια κάθε μήνα και να αλλάζει συνέχεια πάροχο, βρέθηκε κερδισμένη από το σύστημα αυτό.

Το πρώτο πρόβλημα θα επιλυθεί σε σημαντικό βαθμό με τη μηνιαία καταμέτρηση από τον ΔΕΔΔΗΕ που εξήγγειλε πρόσφατα ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, ενώ πλήρως θα επιλυθεί όταν εγκατασταθούν οι τηλεμετρούμενοι έξυπνοι μετρητές. Αυτά τα μέτρα θα μειώσουν δραστικά και τις ρευματοκλοπές, ένα άλλο απαράδεκτο φαινόμενο με μεγάλες διαστάσεις που επιβαρύνει περαιτέρω τους ήδη ταλαιπωρημένους Έλληνες καταναλωτές ρεύματος, αφού οι ρευματοκλοπές θεωρούνται ως «απώλειες» και επιβαρύνουν τα τιμολόγια των συνεπών πελατών στη χαμηλή τάση κατά 13-14% περίπου.

Το πράσινο τιμολόγιο

Για το δεύτερο πρόβλημα, δηλ. την έλλειψη ορατότητας και συγκρισιμότητας των τιμολογίων πέραν του τρέχοντος μηνός, το Υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας καθιέρωσε πρόσφατα ένα ειδικό τιμολόγιο με τη χρωματική σήμανση «πράσινο».

Αυτό αντικαθιστά και βελτιώνει το σημερινό σύστημα μηνιαίας ανακοίνωσης των τιμών. Με το ειδικό αυτό τιμολόγιο (άρθρο 138Α ν. 4951/2022 όπως προστέθηκε με το άρθρο 17 του ν. 5066/2023 και σχετική Υ.Α. ΦΕΚ Β 6600/21.11.2023), το οποίο προσφέρεται υποχρεωτικά από όλους τους παρόχους, καθιερώνεται ενιαίος τρόπος διαμόρφωσης των τιμολογίων και του τρόπου αναπροσαρμογής αυτών έτσι ώστε, μέσω της σύγκρισης των παραμέτρων που προσφέρει ο κάθε πάροχος, να υπάρχει όχι μόνο συγκρισιμότητα, αλλά και ένας ελάχιστος βαθμός ορατότητας για το μέλλον.

Η ορατότητα αυτή εκτείνεται ουσιαστικά σε ορίζοντα 3 μηνών αφού οι παράμετροι του κάθε παρόχου είναι σταθεροί για 3 μήνες τουλάχιστον. Μεταβλητή κάθε μήνα είναι η Μέση Μηνιαία Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς του προηγούμενου μήνα (ΤΕΑΜ-1) όπως καθορίζεται στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας.

Σύγκριση των τιμολογίων με βαθμό ασφάλειας 100% δεν μπορεί να γίνει βέβαια πέραν του πρώτου μηνός αφού δεν είναι γνωστή η ΤΕΑΜ-1 για τους επόμενους 2 μήνες. Ωστόσο, με μια εκτίμηση που θα κάνει ο καταναλωτής, αυτό μπορεί να επιτευχθεί.  Δηλ. δίνεται η δυνατότητα στον καταναλωτή να προβλέψει σχετικά εύκολα τις τιμές για ένα 3μηνο, οπότε τουλάχιστον να αλλάζει πάροχο κάθε 3μηνο αντί κάθε μήνα. 

Σίγουρα μεγάλη βελτίωση από το παρελθόν!  

Με τα χαρακτηριστικά αυτά, το «πράσινο» τιμολόγιο θεωρείται ως ημι-σταθερό ή ημι-κυμαινόμενο.

Σημαντική πρόσθετη πρόβλεψη του πράσινου τιμολογίου είναι ότι δεν δεσμεύει τον πελάτη, ο οποίος μπορεί να αλλάζει πάροχο ή κατηγορία τιμολογίου όποτε το επιθυμεί. Επίσης, ότι περιορίζει το πάγιο στα 5 €/μήνα, ώστε να μην μεταφέρονται μεταβλητά κόστη στο πάγιο.

Το κίτρινο τιμολόγιο

Στην απελευθερωμένη αγορά διατηρείται βέβαια και το μεταβλητό τιμολόγιο με φόρμουλα, παραμέτρους και μεταβλητές της επιλογής του κάθε παρόχου, με τη χρωματική επισήμανση «κίτρινο». Το τιμολόγιο αυτό δεν είναι νέο, είναι ουσιαστικά αυτό που προϋπήρχε της ενεργειακής κρίσης με τη ρήτρα αναπροσαρμογής, δεδομένου ότι η αναστολή χρήσης του τιμολογίου αυτού λόγω της ενεργειακής κρίσης λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2023.

Ο τύπος υπολογισμού, η αρχική τιμή και οι παράμετροι είναι σταθερά για 6 μήνες τουλάχιστον σύμφωνα με τον Κώδικα Προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας. Μπορούν όμως οι πάροχοι να προσθέτουν κάθε μήνα και νέα τιμολόγια με διαφορετικούς τύπους υπολογισμού. Συνήθως οι μεταβλητές που χρησιμοποιούνται στα τιμολόγια αυτά είναι είτε η Μέση Μηνιαία Τιμή Εκκαθάρισης Προ-ημερήσιας Αγοράς (ΤΕΑ) που δημοσιεύει το ΕΧΕ, είτε η Μηνιαία Μεσοσταθμική Τιμή Αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας στο Διασυνδεδεμένο Σύστημα που δημοσιεύει ο ΑΔΜΗΕ (στην τελευταία περιλαμβάνονται και τα κόστη από τους  λογαριασμούς αποκλίσεων και προσαυξήσεων).

Τα τιμολόγια αυτά διακρίνονται σε ex-ante (οπότε λαμβάνονται οι τιμές των μεταβλητών πριν τον μήνα εφαρμογής, δηλ. τον μήνα Μ-1 ή Μ-2) και ex-post. Τα πρώτα δίνουν τη δυνατότητα γνώσης της τιμής πριν την εφαρμογή, τα δεύτερα όχι. Οι περισσότεροι πάροχοι προσφέρουν μόνο ex-post μεταβλητά (κίτρινα) τιμολόγια. Οι καταναλωτές και εδώ μπορούν όποτε θέλουν να αλλάζουν πάροχο ή κατηγορία τιμολογίου.

Και τα τιμολόγια αυτά μπορούν να συγκριθούν εκ των προτέρων. Μάλιστα, θα μπορούσε κάποιο κίτρινο τιμολόγιο να είναι το φθηνότερο όλων. Όμως, λόγω της πολυτυπίας, η σύγκριση αυτή είναι πολύ δυσχερής για τον μέσο πολίτη. Είναι δυνατή βέβαια για τις επιχειρήσεις. 

Οι πάροχοι φαίνεται να προωθούν γενικά το κίτρινο τιμολόγιο. Μάλλον θεωρείται ως το καλύτερο για την κερδοφορία τους, αφού ελαχιστοποιεί τόσο τα ρίσκα τους όσο και την ex-ante σύγκριση από τους καταναλωτές.

Το πορτοκαλί τιμολόγιο 

Αυτό είναι ειδική περίπτωση του μεταβλητού (κίτρινου) τιμολογίου, το οποίο μπορεί να εφαρμοσθεί μόνο σε όσους καταναλωτές έχουν έξυπνους μετρητές καθώς περιλαμβάνει διαφορετική χρέωση για τις ζώνες αιχμής και διαφορετική για τις λοιπές περιόδους. Μπορεί να συμφέρει τις επιχειρήσεις, δεν αφορά όμως τα νοικοκυριά αφού σε αυτά δεν έχουν εγκατασταθεί ακόμα έξυπνοι μετρητές.

Το μπλε τιμολόγιο

Με το χρώμα αυτό σημαίνεται το σταθερό για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα τιμολόγιο. Σε περίπτωση πρόωρης αποχώρησης, οι καταναλωτές χρεώνονται ποινική ρήτρα. Και αυτό το τιμολόγιο δεν είναι νέο και προϋπήρχε της ενεργειακής κρίσης. Είναι φανερό ότι το τιμολόγιο αυτό θα είναι το υψηλότερο σε όλους τους παρόχους αφού ενσωματώνει τον κίνδυνο αύξησης της ΤΕΑ. Υπάρχει όμως και ένα άλλο σημαντικό πρόβλημα:

Η υπόσχεση σταθερότητας της τιμής σε όλα τα ενδεχόμενα δεν είναι βέβαιο ότι θα τηρηθεί, όπως αποδείχθηκε με τα σταθερά τιμολόγια που είχαν συναφθεί πριν το φθινόπωρο 2021. Μετά τη σημαντική αύξηση των τιμών στις αρχές 2022, όλοι πάροχοι (πλην της ΔΕΗ) κατήγγειλαν μονομερώς τα σταθερά τιμολόγια επικαλούμενοι «απρόοπτη μεταβολή συνθηκών».

Γι’αυτό, γενικά, μακριά από τα σταθερά τιμολόγια, εκτός αν στη σχετική σύμβαση υπάρχει ρητός όρος ότι οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν να μην επικαλεσθούν κατά τη διάρκεια της σύμβασης το άρθρο του αστικού κώδικα περί απρόοπτης μεταβολής συνθηκών και συγχρόνως η τιμή είναι ελκυστική..

Πώς μπορεί να γίνεται η σύγκριση των πράσινων τιμολογίων

Σύμφωνα με τη σχετική Υπουργική Απόφαση (ΦΕΚ Β 6600/21.11.2023), ο  υπολογισμός της τιμής ηλεκτρισμού τον μήνα εφαρμογής Μ είναι το άθροισμα μιας Βασικής Τιμής, η οποία ισχύει εντός ενός εύρους Μέσων Μηνιαίων Τιμών Εκκαθάρισης Αγοράς του προηγούμενο μήνα (ΤΕΑΜ-1) και και ενός Μηχανισμού Διακύμανσης.

Η Βασική Τιμή και τα όρια της ΤΕΑΜ-1 (κατώτερο Ll και ανώτερο Lu) ορίζονται από τους παρόχους και η μεν Βασική Τιμή είναι σταθερή για 6 μήνες, τα δε όρια για 3 μήνες τουλάχιστον (ακόμα καλύτερο αν είναι όλα σταθερά για 6 μήνες). 

Ο Μηχανισμός Διακύμανσης ενεργοποιείται όταν η ΤΕΑΜ-1 ευρίσκεται εκτός των ανωτέρω ορίων και είναι το γινόμενο ενός συντελεστή α επί την απόκλιση της ΤΕΑΜ-1 από το ανώτερο όριο (οπότε προστίθεται στη Βασική Τιμή) ή από το κατώτερο όριο (οπότε αφαιρείται από τη Βασική Τιμή). Ο συντελεστής α ορίζεται από τον πάροχο και είναι σταθερός για 3 μήνες τουλάχιστον. 

Στα ανωτέρω προστίθεται ένας διορθωτικός προσθετέος β (θετικός ή αρνητικός) που είναι το γινόμενο του συντελεστή α επί τη διαφορά των ΤΕΑ των δύο προηγούμενων μηνών. Για τον Ιανουάριο 2024 (έναρξη του πράσινου τιμολογίου), ο διορθωτικός αυτός προσθετέος είναι μηδέν.

Επί της Βασικής Τιμής ο πάροχος μπορεί να δώσει έκπτωση (π.χ. έκπτωση συνέπειας), είτε ποσοστιαία είτε σε απόλυτο μέγεθος. Οι εκπτώσεις αυτές μπορεί να αλλάζουν ανά μήνα. 

Επομένως, το πράσινο τιμολόγιο είναι και αυτό ευέλικτο, ίσως περισσότερο από το κίτρινο. Η ουσιαστική διαφορά είναι ότι διευκολύνει την εκ των προτέρων σύγκριση λόγω της προτυποποίησης.

Οι πιο σημαντικές παράμετροι για την ex-ante σύγκριση των πράσινων τιμολογίων των παρόχων είναι η Βασική Τιμή (όσο χαμηλότερη τόσο καλύτερα), ο συντελεστής α (όσο χαμηλότερος τόσο καλύτερα) και το άνω όριο Lu (όσο μεγαλύτερο τόσο καλύτερα). Το κάτω όριο Ll είναι συνήθως λίγο χαμηλότερο από το άνω όριο. 

Είναι λάθος όμως να συγκρίνεται μόνο μια ή δύο παράμετροι. Π.χ. αν ο πάροχος επιλέξει να ορίσει πολύ χαμηλό άνω όριο Lu, ακόμα και με χαμηλή Βασική Τιμή και χαμηλό συντελεστή α, μπορεί να προκύψει υψηλή τελική τιμή. Πρέπει να εξετάζονται και οι 3 παράμετροι συνδυαστικά.

Για την ανωτέρω συνδυαστική σύγκριση των παραμέτρων, απαιτείται μια πρόβλεψη για την ΤΕΑΜ-1 το επόμενο 3μηνο. Μάλιστα, για τον 1ο μήνα δεν χρειάζεται πρόβλεψη αφού η τιμή αυτή είναι γνωστή στην αρχή του μήνα εφαρμογής Μ (με αρκετά μεγάλη ακρίβεια και μια βδομάδα πριν). Μια ιστορική αποτύπωση των μέσων μηνιαίων Τιμών Εκκαθάρισης Αγοράς (ΤΕΑ) φαίνεται στο κατωτέρω διάγραμμα.

Πηγή

Στον παρακάτω πίνακα δίνουμε ένα παράδειγμα σύγκρισης των πράσινων τιμολογίων των παρόχων με το μεγαλύτερο μερίδιο αγοράς, με βάση τις πρόσφατες ανακοινώσεις των ίδιων για τα ειδικά τιμολόγιά τους. Η σύγκριση γίνεται για 3 περιπτώσεις ΤΕΑ: 105,4 €/MWh (που ήταν η μέση Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς Νοεμβρίου 2023), 130 €/MWh και 80 €/MWh. 

Επισημαίνεται ιδιαίτερα ότι η σύγκριση γίνεται για τις τιμές χωρίς την έκπτωση συνέπειας για τον πρώτο μήνα αφού αυτή δεν έχει ανακοινωθεί ακόμα από τους περισσότερους παρόχους. Είναι φανερό ότι αν αυτό είχε γίνει (ακόμα καλύτερα αν η έκπτωση ανακοινωνόταν για 3 μήνες), η σύγκριση θα ήταν ακόμα πιο ακριβής.

Σύγκριση πράσινων τιμολογίων (ΦΕΚ Β 6600/21-11-2023)

Από τους υπολογισμούς αυτούς είναι φανερό ότι δεν υπάρχει πάροχος που να είναι συστηματικά, σε όλα τα ενδεχόμενα, ο φθηνότερος. Ωστόσο, με βάση την εκτίμηση του πελάτη για την ΤΕΑ του 3μήνου, μπορεί να προσδιορισθεί ο φθηνότερος πάροχος (ή ο πάροχος που έχει το καλύτερο προφίλ τιμών για το εύρος που εκτιμάται ότι θα κυμανθούν οι ΤΕΑ). 

Είναι φανερό ότι το ειδικό (πράσινο) τιμολόγιο συνάδει με τις ανάγκες του μέσου πολίτη που δεν μπορεί να αλλάζει πάροχο κάθε μήνα, ενώ του προσφέρει και ένα βαθμό προβλεψιμότητας με απλό υπολογισμό (ενσωμάτωση του τύπου του πράσινου τιμολογίου σε ένα excel) τουλάχιστον σε επίπεδο 3μήνου, όπως συνάγεται από το ανωτέρω παράδειγμα σύγκρισης.

Είναι σίγουρα προς τη σωστή κατεύθυνση αφού αυξάνει τη διαφάνεια των τιμολογίων και τις επιλογές των καταναλωτών. Αυτό είναι και το χρέος της Πολιτείας: να προωθεί τον υγιή ανταγωνισμό και να παρέχει επιλογές.

Η τελική επιλογή του προϊόντος (και η ευθύνη γι’αυτήν) είναι πάντα του καταναλωτή. Αυτό ισχύει σε όλες τις ελεύθερες αγορές.

 

*Ο Δημήτρης Καρδοματέας είναι τ. Γενικός Διευθυντής Στρατηγικής & Ανάπτυξης του ΔΕΣΦΑ

(το άρθρο αυτό εκφράζει προσωπικές απόψεις του συγγραφέα)