Το μεγάλο έργο του Μετρό Θεσσαλονίκης θα είναι έτοιμο το 2024 ώστε να εισέλθει σε διαδικασία έναρξης λειτουργίας, τόνισε ο Γενικός Διευθυντής της Intrakat, Αναστάσιος Αρανίτης, μιλώντας στην ημερίδα της voria.gr για τα Μεγάλα Έργα και τις Ενεργειακές Υποδομές στη Βόρεια Ελλάδα.
Ο κ. Αρανίτης σημείωσε ότι πρόκειται για ένα εμβληματικό και πολύ δύσκολο έργο, το οποίο θα είναι το πιο σύγχρονο έργο Μετρό στην Ευρώπη και, θα είναι μάλιστα, χωρίς μηχανοδηγούς (driverless). Υπογράμμισε, επίσης, ότι όλοι οι άμεσα εμπλεκόμενοι θα πρέπει να πανηγυρίσουν την ολοκλήρωσή του, δεδομένου ότι στο παρελθόν είχε αντιμετωπίσει πάρα πολύ σημαντικά προβλήματα κατά τη διάρκεια της υλοποίησής του.
Ο Γενικός Διευθυντής της Intrakat σημείωσε ότι, πέραν του έργου του Μετρό και της επέκτασής του προς την Καλαμαριά, η Θεσσαλονίκη και η Βόρεια Ελλάδα αποτελούν κόμβο υλοποίησης πολύ σημαντικών υποδομών, με μεγάλα οδικά, σιδηροδρομικά και περιβαλλοντικά έργα που βρίσκονται σε διαδικασία είτε δημοπράτησης είτε κατασκευής, τα μεγέθη των οποίων παραπέμπουν στις υποδομές που κατασκευάστηκαν στην Αττική κατά την περίοδο της Ολυμπιάδας.
Παράλληλα, ο κ. Αρανίτης επισήμανε τη σημασία των υδραυλικών έργων στην ευρύτερη περιοχή, όχι μόνο ως προς το σκέλος της άμεσης αντιμετώπισης και θωράκισης της αντιπλημμυρικής προστασίας, αλλά ως προς τη διαχείριση των υδάτων συνολικά, κάνοντας έκκληση για μία ολιστική προσέγγιση στον σχεδιασμό τους, βάσει των λεγόμενων περιόδων επαναφοράς - δηλαδή του στατιστικού ιστορικού των πλημμυρικών φαινομένων - κι εξετάζοντας παράλληλα τη δυνατότητα αλλαγών στο σχετικό θεσμικό πλαίσιο. Και παρατήρησε ότι τα υδραυλικά έργα θα πρέπει να συνδυαστούν όχι μόνο με τη διαχείριση των υδάτων, αλλά και με τα υδροηλεκτρικά έργα ώστε να επιτύχουμε ένα καλύτερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα για τη χώρα.
Ο κ. Αρανίτης σημείωσε ότι όλα τα μεγάλα έργα από τη φύση τους είναι πολύ δύσκολα και απαιτούν εκτεταμένο χρόνο για τη μελέτη, την ωρίμαση και την υλοποίησή τους, θέτοντας ως σχετικά παραδείγματα, την Αττική Οδό και την Εγνατία Οδό, οι οποίες χρειάστηκαν πάρα πολλά χρόνια από τη σύλληψη της ιδέας κατασκευής τους, έως την παράδοσή τους στους πολίτες. Και επισήμανε ότι, εάν θέλουμε έργα που θα αφήσουν αποτύπωμα στην ιστορία, θα πρέπει να ενσκήψουμε συλλογικά στα προβλήματά τους και να τα στηρίξουμε σε θεσμικό επίπεδο, ώστε να δούμε πως αυτές οι μεγάλες επενδύσεις θα προχωρήσουν καλύτερα.
Τέλος, τόνισε ότι το μεγάλο ζήτημα του τεχνικού κόσμου είναι ο τρόπος με τον οποίο θα υλοποιηθούν τα μεγάλα έργα, καθώς οι υλικοί και ανθρώπινοι πόροι της Ελλάδας είναι περιορισμένοι, ενώ έχει προκύψει και η πολύ σημαντική αύξηση του κόστους των υλικών. Έκανε έκκληση για μία μεγάλη συνεννόηση ανάμεσα στον τεχνικό κόσμο, την πολιτική ηγεσία και την πολιτεία ώστε να βρεθούν συνολικές λύσεις για τα έργα, έτσι ώστε αυτά να σχεδιάζονται και να υλοποιούνται έγκαιρα, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο προς όφελος της χώρας.