Η πώληση της ACS είναι άλλο ένα τρανό παράδειγμα της αναποτελεσματικής φύσης της ελληνικής αγοράς. Για άλλη μια φορά η επενδυτική κοινότητα πιάστηκε ολίγον αδιάβαστη παρά το ότι η συναλλαγή δεν ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία.
Η Quest στο παρελθόν δεν είχε διαψεύσει το ενδεχόμενο πώλησης της θυγατρικής της καθώς είχε παραδεχθεί ότι εξετάζει κατά καιρούς διάφορες προτάσεις. Η πώληση της σε τίμημα 370 εκατ. ευρώ έχει ενδιαφέρον, όχι τόσο γιατί η συμμετοχή αποτιμήθηκε 12 φορές την επιχειρηματική αξία, αλλά για το τι εκφράζει για την αξία των υπόλοιπων συμμετοχών της Quest.
Η τρέχουσα κεφαλαιοποίηση των 630 εκατ. ευρώ δεν εκφράζει μόνο την ACS αλλά τη Unisystem, τα φωτοβολταικά, τη You.gr, τις δύο αντιπροσωπεύσεις προϊόντων Apple και Xiaomi και τα κλιματιστικά της Δημητρίου.
Αν αφαιρεθεί το τίμημα της ACS η κεφαλαιοποίηση που μένει στο ταμπλό είναι 260 εκατ. ευρώ. Η Unisystems φέτος με βάση τις εκτιμήσεις της αγοράς θα εμφανίσει λειτουργικά κέρδη 22 εκατ. ευρώ και ακόμα και με τις πιο αυστηρές προδιαγραφές αποτίμησης η αξία της δεν μπορεί να αποκλίνει δραματικά από την επιχειρηματική αξία των λειτουργικών της κερδών που έχουν παρατηρηθεί σε μεγάλες εξαγορές στο κλάδο πληροφορικής. Φέτος οι δύο συναλλαγές που έχουν πραγματοποιηθεί στο ΧΑ (Entersoft και E-Net) έγιναν κοντά στις 18 φορές την αξία των λειτουργικών κερδών. Αν και πρόκειται για Software Houses ένας Integrator όπως η Unisystems δεν μπορεί να αποτιμάται κάτω από 11 φορές.
Αφαιρώντας την εκτιμώμενη αξία της Unisystems από την κεφαλαιοποίηση απομένουν 40 εκατ. ευρώ τα οποία αντιπροσωπεύουν σήμερα 37 εκατ. ευρώ λειτουργικών κερδών που παράγουν οι υπόλοιπες δραστηριότητες του ομίλου. Από αυτά τα 11 εκατ. ευρώ αφορούν παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ που δικαιολογούν με άνεση ένα διψήφιο πολλαπλασιαστή. Τα υπόλοιπα 26 εκατ. ευρώ είναι αποτέλεσμα της λιανικής.
Με πολύ συντηρητικές προβλέψεις η αξία αυτών των κερδών προσδιορίζεται σε 131 εκατ. ευρώ. Καταλήγουμε ότι η πλήρης αποτίμηση σε όρους ρευστοποίησης της εταιρίας έχει discount 200 εκατ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων των μισθώσεων) από τα τρέχοντα επίπεδα ή περίπου 2 ευρώ ανά μετοχή. Και όλα αυτά χωρίς να επανεπενδυθούν τα χρήματα της ACS και με αυστηρές παραδοχές κερδοφορίας.
Πέρα από τη δυνητική αξία της εταιρίας επισημαίνεται η ικανότητα της διοίκησης να πραγματοποιεί συναλλαγές προστιθέμενης αξίας και να κεφαλαιοποιεί την υπεραξία για τον μέτοχο μοιράζοντας το αποτέλεσμα με τη μορφή μερισμάτων και επιστροφών κεφαλαίων. Η λιανική δεν είναι εύκολη υπόθεση και οι εξαγορές στον κλάδο έχουν συνήθως έντονη τη φιλοσοφία των οικονομιών κλίμακας, αφορούν περισσότερο στρατηγικούς παίκτες και λιγότερο χρηματοοικονομικούς επενδυτές και άρα το γκρουπ των ενδιαφερόμενων είναι πολύ πιο συγκεκριμένο.
Μένει να δούμε αν η Quest θα καταφέρει να συνεχίσει το εκπληκτικό σερί αποεπένδυσης από τις συμμετοχές της (Q-Telecom, Cardlink, ACS) με την ίδια επιτυχία και στον κλάδο της Λιανικής.