Ερευνητές του Πανεπιστημίου Λευκωσίας δημοσίευσαν πρόσφατη έρευνά τους, σε σχέση με τον αερισμό καμπινών κρουαζιερόπλοιων, στο δημοφιλές περιοδικό Physics of Fluids του Αμερικανικού Ινστιτούτου Φυσικής. Η έρευνα εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο οι ιοί εξαπλώνονται σε καμπίνες και άλλους μικρούς χώρους, και προτείνει τρόπους για να μετριαστεί η εξάπλωσή τους.
Η ομάδα αποτελείται από τους Καθηγητή Δημήτρη Δρικάκη, Δρ. Ιωάννη Κοκκινάκη και Δρ. Κωνσταντίνο Ρήτο. Οι ερευνητές εξέτασαν τον τρόπο με τον οποίο ο αερισμός μπορεί να επηρεάσει τη μετάδοση των αερομεταφερόμενων ιών σε μια τυπική καμπίνα κρουαζιερόπλοιου, με βάση τις οδηγίες που αναπτύχθηκαν πριν και μετά την πανδημία.
Σχετικά με την έρευνα
Κατά την περίοδο που ο ιός COVID-19 εμφανίστηκε παγκοσμίως, ο αντίκτυπός του ήταν ιδιαίτερα αρνητικός στον χώρο των κρουαζιερόπλοιων. Σε σύγκριση με άλλες ομάδες ανθρώπων, οι επιβάτες σε αυτά τα πλοία αντιμετώπισαν δυσανάλογο ποσοστό μόλυνσης, συχνά βρίσκοντας τους εαυτούς τους παραδόξως εγκλωβισμένους στο πλοίο για λόγους καραντίνας. Κατά συνέπεια, δημιουργήθηκε η επιτακτική ανάγκη για εστίαση στην ενίσχυση των συστημάτων εξαερισμού στα κρουαζιερόπλοια, καθώς η αποτελεσματική διασπορά του καθαρού αέρα μέσα στις καμπίνες και στους κλειστούς χώρους είναι ένα σημαντικό μέτρο για τον περιορισμό της μετάδοσης των ιών.
«Τα πιο πρόσφατα πρότυπα και οι κανονισμοί για την ασφάλεια των δωματίων σε σχέση με την αερομεταφερόμενη μετάδοση των ιών, επικεντρώνονται στους υψηλούς ρυθμούς εναλλαγής του αέρα», αναφέρει ο Καθηγητής Δημήτρης Δρικάκης σε σχετικό δελτίο Τύπου που εξέδωσε το Physics of Fluids. «Αυτή όμως η λύση μπορεί να είναι αναποτελεσματική όσον αφορά την κατανάλωση ενέργειας, και δύναται να εμποδίσει την άνεση των επιβατών καθώς προϋποθέτει ισχυρά ρεύματα αέρα. Επίσης, - και αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό - μπορεί να διασπείρει σταγονίδια σάλιου έως και πέντε φορές περισσότερο, όταν τύχει να βήξουν οι επιβάτες».
Η ερευνητική ομάδα πραγματοποίησε προσομοιώσεις για τα σταγονίδια ιού που μεταφέρονται όταν κάποιος βήξει, σε μια τυπική καμπίνα που φιλοξενεί δύο ή περισσότερα άτομα, χρησιμοποιώντας διαφορετικούς ρυθμούς εξαερισμού και θέσεις του ατόμου που εκπέμπει τον βήχα. Οι δοκιμές υπολογιστικής δυναμικής ρευστών κυμάνθηκαν από 1,5 έως 15 εναλλαγές αέρα ανά ώρα (ACH) για την καταγραφή όλων των πιθανών σεναρίων, από τον ελάχιστο αερισμό έως τους ρυθμούς που υπερβαίνουν τις πιο πρόσφατες συστάσεις.
«Η μελέτη δεικνύει ότι ο υψηλότερος ρυθμός αερισμού δεν είναι η καλύτερη στρατηγική για την αποφυγή της εξάπλωσης αερομεταφερόμενων ασθενειών», σημειώνει ο Καθηγητής Δρικάκης στο περιοδικό Physics of Fluids. «Η πλήρης εξάτμιση των σταγονιδίων του σάλιου μπορεί να μην σημαίνει απαραίτητα ότι όλοι οι ιοί ή τα βακτήρια καθίστανται άμεσα ανενεργά. Επομένως, θα πρέπει να στοχεύσουμε στην ελάχιστη διασπορά των σταγονιδίων μέσα στην καμπίνα και σε διαφορετικές στρατηγικές εξαερισμού για τις κατειλημμένες καμπίνες».
Κατά τη μελέτη των ευρημάτων, η ομάδα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η βέλτιστη χρήση των συστημάτων εξαερισμού περιλαμβάνει τη διατήρηση μεσαίων ρυθμών ροής, δηλαδή, περίπου 3 εναλλαγές αέρα την ώρα (ACH), εφόσον μια καμπίνα είναι κατειλημμένη.
Στη συνέχεια, αυτό θα πρέπει να ανέλθει σε 15 ACH για τουλάχιστον 12 λεπτά μετά την εκκένωση της καμπίνας. Αυτή η προσέγγιση εξασφαλίζει πλήρη ανανέωση του αέρα για τους επόμενους επιβάτες. Επιπλέον, η ομάδα προτείνει να τηρείται μια παρόμοια ελάχιστη περίοδος 12 λεπτών ως «χρόνος αναμονής εκκαθάρισης» για δωμάτια συγκρίσιμου μεγέθους εξοπλισμένα με μέθοδο εξαερισμού ισχύς έως 15 ACH τουλάχιστον.
«Ο κυριότερος λόγος για τις προτεινόμενες τιμές είναι η αναγκαιότητα ελαχιστοποίησης της εξάπλωσης των σταγονιδίων, διατηρώντας παράλληλα καλά επίπεδα αερισμού, άνεση και λογική κατανάλωση ενέργειας», δήλωσε ο Καθηγητής Δρικάκης.
«Η διατήρηση του αερισμού στις προτεινόμενες τιμές μειώνει την κατανάλωση ενέργειας και βελτιώνει την άνεση των επιβατών σε αντίθεση με τους υψηλότερους ρυθμούς αερισμού», διευκρίνισε.
Διαβάστε περισσότερα σχετικά με την έρευνα εδώ.