Η Tesla ανακοίνωσε πρόσφατα ότι αναθεωρεί την στρατηγική της και απομακρύνεται επενδυτικά από την Ευρώπη, καθώς επιδιώκει να επωφεληθεί από τις νέες, πρωτοφανείς επιδοτήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δεν είναι η μόνη εταιρεία που αναθεωρεί επενδυτικές αποφάσεις έναντι της Ευρώπης.
Πολλές πολυεθνικές επανεξετάζουν τα σχέδια τους για νέες επενδύσεις στην Ευρώπη. Η Σουηδική κατασκευάστρια μπαταριών Northvolt, η Linde που θεωρείται ένας γίγαντας της χημικής βιομηχανίας στη Γερμανία, η αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen και ο ιταλικός ενεργειακός κολοσσός της Enel, έχουν εκφράσει όλοι ενδιαφέρον να επωφεληθούν από τις επιδοτήσεις στις ΗΠΑ. Υπάρχει μάλιστα φόβος ότι περισσότερες εταιρείες θα ακολουθήσουν.
Τα παραπάνω έρχονται ως επακόλουθο του νόμου για την μείωση του πληθωρισμού (Inflation Reduction Act - IRA) από τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν στις ΗΠΑ, όπου προδιαγράφονται δαπάνες ρεκόρ 369 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την εφαρμογή πολιτικών προσέλκυσης επενδύσεων για το κλίμα και την ενέργεια.
Αυτό θα μπορούσε τελικά να σημαίνει λιγότερη καινοτομία για την Ευρώπη και λιγότερες θέσεις εργασίας και για τους Ευρωπαίους;
Ας πάρουμε το χαρακτηριστικό παράδειγμα των μπαταριών. Χωρίς εργοστάσια μπαταριών οι υπάρχουσες αυτοκινητοβιομηχανίες δεν θα επιβιώσουν. Αυτή τη στιγμή, το 75% των μπαταριών ιόντων λιθίου παράγονται στην Κίνα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει υπολογίσει ότι η αγορά μπαταριών θα αξίζει έως και 250 δις ευρώ ετησίως έως το 2025, με αρκετά από τα κράτη μέλη της να προσφέρουν μεγάλες επιδοτήσεις για να προσελκύσουν επενδύσεις αυτοκινητοβιομηχανιών και εταιρειών μπαταριών.
Ωστόσο, οι επιδοτήσεις που προβλέπονται στο νόμο IRA επισκίασαν τις αντίστοιχες ενέργειες σε Ευρωπαϊκή Ένωση. Χαρακτηριστικά, η Volkswagen, είχε προγραμματίσει αρχικά να κατασκευάσει έξι ευρωπαϊκά εργοστάσια μπαταριών με χωρητικότητα 40 GWh το καθένα. «Ακόμα αξιολογούμε τις κατάλληλες τοποθεσίες για τα επόμενα εργοστάσια μας στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική», δήλωσε πριν λίγες μέρες εκπρόσωπος της Volkswagen. «Δεν έχουν ληφθεί ακόμη τελικές αποφάσεις. Εμμένουμε στο σχέδιό μας για την κατασκευή εργοστασίων για περίπου 240 γιγαβατώρες στην Ευρώπη έως το 2030, αλλά για αυτό χρειαζόμαστε ένα πλαίσιο ανταγωνιστικών συνθηκών».
Εκτιμάται ότι ετήσια παραγωγή μπαταριών 240 GWh είναι αρκετή για να τροφοδοτήσει περίπου 3 έως 4 εκατομμύρια ηλεκτρικά οχήματα, με τη Volkswagen να σχεδιάζει την διάθεση περίπου 9.5 εκατομμυρίων οχημάτων μέσα στο 2023. Η εταιρεία μπορεί να επιλέξει να δώσει προτεραιότητα σε ένα εργοστάσιο στη Βόρεια Αμερική, όπου θα μπορούσε να επωφεληθεί από επιδοτήσεις που εκτιμώνται σε 10 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η ΕΕ εξετάζει διάφορες εναλλακτικές και κίνητρα να προσφέρει για τη διατήρηση της παραγωγής στην ήπειρο. Έχει επίσης εκκινήσει σχετικές συζητήσεις και με τις ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, ο Πρόεδρος Μπάιντεν και η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ξεκίνησαν τον διάλογο την προηγούμενη εβδομάδα, με στόχο την αποφυγή διαταραχών στο διατλαντικό εμπόριο και στις επενδύσεις. Ειδικά όσον αφορά στην προώθηση των ηλεκτρικών οχημάτων, συμφώνησαν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις για την επιλεξιμότητα από το πρόγραμμα IRA των ΗΠΑ της χρήσης ευρωπαϊκών ορυκτών πόρων, που είναι ζωτικής σημασίας για την παραγωγή μπαταριών.
Παρότι επιβάλλεται, όσο ποτέ άλλοτε, η συνεργασία για την επίτευξη των στόχων και την υλοποίηση πολιτικών για την ενέργεια και το κλίμα, η Ευρώπη πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει η ίδια ανταγωνιστικά κίνητρα και επαρκή χρηματοδότηση για επιλεγμένες επενδύσεις καθαρής ενέργειας.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε τον νόμο «Net-Zero Industry Act», ο οποίος θέτει ως στόχο τουλάχιστον το 40% των καθαρών τεχνολογιών να κατασκευάζονται στην ΕΕ έως το 2030. Μάλιστα, για την παραγωγή μπαταριών, το αντίστοιχο ποσοστό είναι υπερδιπλάσιο και ανέρχεται στο 85% έως το 2030.
Πώς όμως θα επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι;
Ο νόμος περιλαμβάνει κυρίως μέτρα για τη μείωση της γραφειοκρατίας, τη βελτίωση της διαδικασίας αδειοδότησης και την πρόσβαση στη χρηματοδότηση. Θα χρειαστεί όμως και επιπλέον χρηματοδότηση σε επίπεδο ΕΕ. Με υπάρχοντες πόρους δεν αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά το αμερικανικό πρόγραμμα «μπαζούκας».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξακολουθεί να εργάζεται πάνω στη δημιουργία ενός Ταμείου Κυριαρχίας (Sovereignty Fund). Όμως, περισσότερες εξελίξεις δεν αναμένονται πριν από τον Ιούνιο. Τότε μπορεί να είναι αργά.
Η Ευρώπη πρέπει να αναλύσει επειγόντως τα χαρακτηριστικά της αλυσίδας εφοδιασμού της, με στόχο να αποφασίσει άμεσα σε ποιόν τομέα θα δώσει έμφαση, και με ποιον μηχανισμό θα προσφέρει «φρέσκο χρήμα» (και όχι άλλη μια αναμόχλευση) για να τον υποστηρίξει.
Διαφορετικά, η ευρωπαϊκή οικονομία θα υποστεί μεγάλο πλήγμα.
* Ο Χάρης Δούκας είναι Αναπληρωτής Καθηγητής ΕΜΠ