Η πράσινη μετάβαση έχει καταστεί πλέον παγκόσμιος στόχος για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Για τη μετάβαση αυτή απαιτούνται – μεταξύ άλλων – μεγάλες ποσότητες σε κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες (ΟΠΥ), όπως ο χαλκός, το κοβάλτιο, το αλουμίνιο κ.α. Αυτές οι ορυκτές πρώτες ύλες αποτελούν το θεμέλιο πάνω στο οποίο οικοδομείται η σύγχρονη τεχνολογία, η οποία είναι απαραίτητη για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη μεταποίηση, τις υποδομές και την προώθηση της ηλεκτροκίνησης.
Ωστόσο, η πράσινη μετάβαση αντιμετωπίζει μια σημαντική πρόκληση: η ζήτηση για ΟΠΥ αυξάνεται διαρκώς από σχεδόν το σύνολο των τομέων της οικονομίας και δεν υπάρχει επάρκεια απαραίτητων, διαθέσιμων αποθεμάτων για την κάλυψη του μεγάλου κύματος της ζήτησης.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Διεθνή Οργανισμό Χαλκού (International Copper Association), ο εξηλεκτρισμός του πλανήτη αναμένεται να αυξήσει την ετήσια ζήτηση χαλκού σε 38,5 εκατομμύρια τόνους έως το 2035, σε σύγκριση με τη σημερινή ζήτηση των περίπου 25 εκατομμυρίων τόνων. Από την πλευρά της η S&P Global Market Intelligence προβλέπει ότι η ετήσια παγκόσμια ζήτηση χαλκού θα διπλασιαστεί σχεδόν σε 50 εκατομμύρια τόνους μέχρι το 2035.
Οι πρόσφατες παγκόσμιες κρίσεις έχουν αναδείξει τη σημασία της ασφάλειας εφοδιασμού σε κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες. Η πρόκληση αυτή φαίνεται να απασχολεί ιδιαίτερα την Ευρώπη, η οποία μέχρι σήμερα εξαρτάται από άλλες χώρες για τις προμήθειές της, κάτι που την καθιστά ευάλωτη σε διαταραχές. Η πρόσφατη απόφαση της Κίνας, για παράδειγμα, να αυστηροποιεί τους ελέγχους στις εξαγωγές γραφίτη, βασικού υλικού για τις μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων, έχει προκαλέσει ανησυχία στον κλάδο. Ωστόσο, ορισμένοι ειδικοί θεωρούν ότι η κίνηση αυτή θα μπορούσε να αποτελέσει ώθηση για άλλες χώρες να εντατικοποιήσουν τις προσπάθειες για την ανάπτυξη εναλλακτικών πηγών και υλικών, ή ακόμη και νέων τεχνολογιών μπαταριών που δεν χρησιμοποιούν γραφίτη.
Σε κάθε περίπτωση, με τα τωρινά δεδομένα και χωρίς επάρκεια σε κρίσιμες πρώτες ύλες, η Ευρώπη δεν θα μπορέσει να πρωτοστατήσει στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, ούτε θα μπορέσει να καλύψει πλήρως τις αμυντικές της ανάγκες και να εξασφαλίσει την ανταγωνιστικότητά της. Αναγνωρίζοντας πλέον την εξόρυξη ως στρατηγική προτεραιότητα και αναζητώντας τρόπους διαχείρισης των παραπάνω προκλήσεων, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει ένα ολοκληρωμένο σύνολο ενεργειών για να διασφαλίσει την πρόσβασή της σε έναν ασφαλή και βιώσιμο εφοδιασμό κρίσιμων πρώτων υλών μέσα από την Πράξη για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες (CRMA). Η πράξη στοχεύει στο να μειώσει αυτή την εξάρτηση, ενισχύοντας την παραγωγή, την εξόρυξη και την ανακύκλωση των κρίσιμων πρώτων υλών εντός Ευρωπαϊκών συνόρων.
Η Ελλάδα στο προσκήνιο των εξελίξεων
Σήμερα, βρισκόμαστε μπροστά σε μια ιστορική ευκαιρία για τη χώρα μας, καθώς η Ελλάδα διαθέτει σημαντικούς φυσικούς πόρους, μεταξύ των οποίων και χαλκό, που μπορούν να την καταστήσουν σημαντικό παίκτη στην πράσινη μετάβαση και την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης. Ήδη, στην περιοχή της ΒΑ Χαλκιδικής αναπτύσσεται ένα ιδιαίτερης σημασίας έργο για την εθνική και ευρωπαϊκή αυτάρκεια σε ΟΠΥ, αυτό των Σκουριών. Πρόκειται για ένα νέο, υπερσύγχρονο μεταλλείο χαλκού και χρυσού, μέρος της συνολικής επένδυσης ύψους 3,2 δισ. δολαρίων της Ελληνικός Χρυσός, που θα συμβάλει στην ανθεκτικότητα της ευρωπαϊκής αλυσίδας εφοδιασμού και θα τοποθετήσει για πρώτη φορά τη σύγχρονη Ελλάδα στον παγκόσμιο χάρτη παραγωγής χαλκού.
Συγκεκριμένα, στο παγκοσμίου κλάσης πορφυριτικό κοίτασμα στις Σκουριές υπάρχουν βεβαιωμένα αποθέματα 740.000 τόνων χαλκού και 3,6 εκατ. ουγκιών χρυσού που, με την ολοκλήρωση της επένδυσης και την έναρξη παραγωγής του μεταλλείου, θα συμβάλλει σημαντικά στην αντιμετώπιση του εφοδιαστικού κενού σε κρίσιμα μέταλλα, όπως είναι ο χαλκός.
Πέραν όμως της συμβολής της εν λόγω επένδυσης στην προώθηση της πράσινης μετάβασης της Ευρώπης, δεν πρέπει να ξεχνάμε το σημαντικό αποτύπωμα που αφήνουν τέτοιου βεληνεκούς επενδύσεις στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, αλλά και των τοπικών κοινωνιών στις οποίες δραστηριοποιούνται.
Για του λόγου το αληθές, το επενδυτικό σχέδιο της Ελληνικός Χρυσός προβλέπει πρόσθετες επενδύσεις 1,9 δισ. δολάρια τα προσεχή χρόνια, που θα οδηγήσουν στη δημιουργία 3.000 μόνιμων και καλά αμειβόμενων άμεσων θέσεων εργασίας, έσοδα περί τα 2 δισ. ευρώ για το Ελληνικό Δημόσιο, ενώ οι εξαγωγές θα ξεπεράσουν τα 11 δισ. ευρώ. Παράλληλα, εκτιμάται πως θα ενισχυθεί η τοπική αγορά, δεδομένου ότι η αξία αγορών προς Έλληνες προμηθευτές θα είναι άνω των 4 δισ. δολαρίων, ενώ δρομολογούνται 80 εκατ. δολάρια για τοπικά έργα κοινωνικού χαρακτήρα που θα ενισχύσουν την τοπική οικονομία και την ανάπτυξη της περιοχής, αφήνοντας παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.