Ο πρόεδρος της Emirates, Τιμ Κλαρκ, προειδοποίησε ότι η Boeing «έχει μια τελευταία ευκαιρία» να αποκαταστήσει τη φήμη της, μετά τα πρόσφατα περιστατικά που έφεραν στην επιφάνεια ζητήματα ασφαλείας και κατασκευαστικά λάθη, προσχωρώντας στην ομάδα των στελεχών αεροπορικών εταιρειών που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου στην αμερικανική εταιρεία.
Σε συνέντευξή του στους Financial Times που δημοσιεύθηκε την Κυριακή, ο Κλαρκ έκανε λόγο για «τελευταία ευκαιρία» της Boeing, καθώς διαπιστώνει μια «σταδιακή υποβάθμιση» των στάνταρ της εταιρείας, την οποία αποδίδει σε μακροχρόνια λάθη της διοίκησης, συμπεριλαμβανομένης της προτεραιότητας του κέρδους έναντι της μηχανολογικής υπεροχής.
«Πρέπει να επανεξετάσουν τις διαδικασίες παραγωγής τους, ώστε να μην παρουσιάζονται παραλείψεις. Είμαι βέβαιος ότι ο Ντέιβ Καλχούν και ο Σταν Ντιλ ασχολούνται με αυτό», πρόσθεσε, αναφερόμενος στον διευθύνοντα σύμβουλο της Boeing και τον επικεφαλής των εμπορικών αεροσκαφών, αντίστοιχα.
Ο Κλαρκ δεν είναι ο πρώτος επικεφαλής αεροπορικής εταιρείας που ασκεί κριτική στην Boeing από τότε που μέρος της πόρτας ενός 737 Max 9 εκτινάχθηκε κατά τη διάρκεια πτήσης στις αρχές Ιανουαρίου. Σε συνέντευξή του στο CNBC τον περασμένο μήνα, ο διευθύνων σύμβουλος της United Σκοτ Κίρμπι εξέφρασε παράπονα για τις «συνεχείς κατασκευαστικές προκλήσεις» από την αμερικανική εταιρεία.
«Νομίζω ότι η καθήλωση του Max 9 είναι μάλλον η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για εμάς», δήλωσε. «Θα φτιάξουμε ένα σχέδιο που δεν θα έχει μέσα το Max 10», πρόσθεσε, αναφερόμενος στο νεότερο, μεγαλύτερο μοντέλο 737 της Boeing.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι της American και της Alaska εξέφρασαν επίσης την απογοήτευσή τους.
Ωστόσο, ο Κλαρκ είναι μια από τις πιο προβεβλημένες προσωπικότητες στον χώρο των αερομεταφορών, καθώς κατέχει ανώτερους ρόλους στην Emirates από τη δεκαετία του 1980, ενώ η αεροπορική εταιρεία με έδρα το Ντουμπάι είναι ένας από τους μεγαλύτερους πελάτες της Boeing.
Τον Νοέμβριο, η Emirates παρήγγειλε 95 αεροσκάφη ευρείας ατράκτου Boeing 777 και 787, που χρησιμοποιούνται για πτήσεις μεγάλων αποστάσεων, συνολικής αξίας 52 δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η αμερικανική ρυθμιστική αρχή πολιτικής αεροπορίας ερευνά ήδη τις κατασκευαστικές πρακτικές της Boeing μετά το περιστατικό του Ιανουαρίου, κατά το οποίο προκλήθηκε έκρηξη στην καμπίνα αεροσκάφους της Alaska Airlines, αναγκάζοντας τον πιλότο να πραγματοποιήσει αναγκαστική προσγείωση.
Η έκρηξη προστέθηκε σε μια σειρά ζητημάτων ποιότητας και ασφάλειας για τα αεροσκάφη της Boeing τα τελευταία χρόνια. Δύο δυστυχήματα στην Ινδονησία και την Αιθιοπία τον Οκτώβριο του 2018 και τον Μάρτιο του 2019, αντίστοιχα, στα οποία έχασαν τη ζωή τους 346 άνθρωποι, οδήγησαν στη μακροχρόνια καθήλωση ορισμένων αεροσκαφών της κατασκευάστριας εταιρείας και στην καθυστέρηση των παραδόσεων άλλων.
Σε αντίθεση με τα εν λόγω θανατηφόρα δυστυχήματα, η Boeing έσπευσε να αναλάβει την ευθύνη για το περιστατικό της Alaska Airlines και δεσμεύτηκε να βελτιωθεί.
Emirates και Ryanair στέλνουν δικούς τους μηχανικούς
Ωστόσο, ο Κλαρκ δήλωσε ότι η Emirates θα στείλει για πρώτη φορά τους δικούς της μηχανικούς για να παρακολουθήσουν τη διαδικασία παραγωγής του 777 στην Boeing και στον προμηθευτή της Spirit AeroSystems.
«Το γεγονός ότι πρέπει να το κάνουμε αυτό είναι απόδειξη του τι έχει συμβεί», δήλωσε ο επικεφαλής της Emirates στους FT. Η Boeing «χρειάζεται μια εκ βάθρων εξέταση του τρόπου με τον οποίο παράγει αεροπλάνα», πρόσθεσε.
«Θα αποκαταστήσει η Boeing την παλιά της δόξα; Φυσικά και θα το κάνει. Θα συνεχίσει η Boeing να παράγει και να σχεδιάζει σπουδαία αεροπλάνα, καλά συναρμολογημένα, αξιόπιστα, για την πελατειακή της βάση; Είμαι βέβαιος ότι θα το κάνει. Αλλά πρέπει να βάλουν τάξη στο σπίτι τους αυτή τη στιγμή. Και αυτή είναι μια σημαντική αλλαγή στις προτεραιότητες».
Η Ryanair - η μεγαλύτερη αεροπορική εταιρεία της Ευρώπης και ένας από τους μεγαλύτερους πελάτες της Boeing - δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ότι τοποθετεί περισσότερους δικούς της μηχανικούς στα εργοστάσια που κατασκευάζουν αεροπλάνα της Boeing για να κάνουν επιπλέον ελέγχους, με τον επικεφαλής της, Μάικλ Ο'Λίρι, να δηλώνει ότι έχει «μεγάλη εμπιστοσύνη» στον Καλχούν και τον οικονομικό διευθυντή Μπράιαν Γουέστ.
Με πληροφορίες από CNN, Financial Times