Αν το 2023 ήταν μια δύσκολη χρονιά για τη ΔΕΗ, το 2022 ήταν ο ορισμός της τέλειας καταιγίδας. Η συγκυρία των ενεργειακών τιμών ώθησε το κόστος παραγωγής και τις ανάγκες σε κεφάλαια κίνησης σε δυσθεώρητα επίπεδα, ωστόσο η εταιρία κατάφερε να βγει αλώβητη χάρις την αύξηση κεφαλαίου του 2021 και της πώλησης μειοψηφικού ποσοστού του ΔΕΔΔΗΕ. Η θυσία στα δικαιώματα μειοψηφίας μιας τόσο σημαντικής θυγατρικής φαίνεται ότι θα δικαιωθεί.
Η ΔΕΗ στα προηγούμενα δύο δύσκολα χρόνια στάθηκε όρθια και πλέον η κάμψη των τιμών στα υγρά καύσιμα και το φυσικό αέριο έρχεται να αποφορτίσει το υψηλό κόστος παραγωγής, ενώ η αποδέσμευση από ζημιογόνα συμβόλαια στην υψηλή τάση αναμένεται να βελτιώσουν τα περιθώρια της κερδοφορίας. Παράλληλα οι διακυμάνσεις στις τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων στο ξεκίνημα του 2024 δημιουργούν προσδοκίες σημαντικής μείωσης του λειτουργικού κόστους.
Αρκεί να δει κανείς τα αποτελέσματα εννεαμήνου 2023 για να καταλάβει το πόσο σημαντική είναι αυτή η εξοικονόμηση: Η ΔΕΗ ως το τέλος Σεπτεμβρίου είχε δαπανήσει περί τα 625 εκατ. ευρώ σε CO2 για την παραγωγή ενέργειας από λιγνίτη, πετρέλαιο και φυσικό αέριο με το τελικό μέγεθος να εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί για τη χρονιά πέριξ των 820 εκατ. ευρώ. Όλα αυτά έγιναν με μια μέση τιμή για τη χρονιά που πέρασε στα 85,3 ευρώ/mtCo2.
Παρά τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες στη Β. Ευρώπη στο ξεκίνημα της χρονιάς η τιμή των δικαιωμάτων υποχώρησε εσχάτως στα 66 ευρώ. Η μείωση των τιμών στα δικαιώματα εκπομπών ρύπων έχει να κάνει και με τις προσδοκίες για την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη και την ισχυρή πιθανότητα ύφεσης κατά το πρώτο εξάμηνο του 2024.
Για τους παραγωγούς ρεύματος με συμβατικές τεχνολογίες η υποχώρηση μεταφράζεται σε καλύτερα λειτουργικά περιθώρια. Όμως η ΔΕΗ λόγω της χρήσης λιγνίτη ωφελείται περισσότερο: Εκτιμάται ότι η για την παραγωγή μιας MWh εκλύεται 1,4/1,5tn CO2 κατά μέσο όρο για το σύνολο των εργοστασίων λιγνίτη με τη νέα μονάδα της Πτολεμαΐδας - η οποία έχει μπει σε πλήρη εμπορική λειτουργία από πέρυσι - να βελτιώνει αισθητά τους μέσους όρους της εταιρίας.
Παράλληλα η ΔΕΗ δείχνει στο ξεκίνημα του 2024 να περιορίζει την παραγωγή της από λιγνίτη ακόμα και 50% σε σχέση με πέρυσι. Αν αυτές οι τάσεις εδραιωθούν η ΔΕΗ μπορεί να έχει εξοικονομήσεις που θα φθάσουν έως και τα 350 εκατ. ευρώ φέτος.
Όλα τα παραπάνω έχουν και μια δεύτερη ανάγνωση, που αφορά το χρηματοοικονομικό κόστος της ΔΕΗ: Φέτος η ΔΕΗ μπορεί να επιτύχει τη μείωση των σχετικών εκπομπών πάνω από 57% σε σχέση με το 2019 επιτυγχάνοντας τους στόχους της ρήτρας βιωσιμότητας και των τριών ομολογιακών που σύναψε το 2021.
Για τα δύο πρώτα δάνεια που ο πήχης βρίσκεται στο -40%, το 2023 σημαίνει χαμηλότερο χρηματοοικονομικό κόστος για δάνεια ύψους 775 εκατ. ευρώ. Το διαπραγματεύσιμο ομόλογο των 500 εκατ. ευρώ φαίνεται ότι το 2024 θα έχει μικρότερο κουπόνι κατά 0,5% καθώς οι ρύποι μπορούν να συγκρατηθούν κάτω από το όριο των 9,93 εκατ. τόνων. Τα όσα αφορούν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα μεταφράζονται επομένως και σε ταμειακές ροές, μια παράμετρο που στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν είχε φέρει σε εξαιρετικά δυσμενή θέση τον όμιλο.
Περισσότερα ενδεχομένως θα μάθουμε σε μια εβδομάδα, στην επενδυτική ημερίδα του ομίλου στον Λονδίνο έχοντας παράλληλα και μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα του πλάνου ανάπτυξης για την επόμενη διετία. Το σίγουρο είναι ότι η χρονιά για τον μεγαλύτερο παραγωγό ρεύματος της χώρας ξεκίνησε με το δεξί.