Οι ιχθυοκαλλιέργειες στην Ελλάδα αποτελούσαν έναν από τους πιο δυναμικούς και σημαντικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, ειδικά στον τομέα των εξαγωγών και της αγροτικής ανάπτυξης.
Η ετήσια παραγωγή των ιχθυοκαλλιεργειών στην Ελλάδα ξεπερνά τους 120.000 τόνους, με τη χώρα να βρίσκεται ανάμεσα στους μεγαλύτερους παραγωγούς ιχθυοκαλλιεργειών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η αξία της παραγωγής εκτιμάται περίπου στα 600 εκατομμύρια ευρώ ετησίως, ενώ η αξία των εξαγωγών υπερέβη τα 572 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΟΠΥ.
Ωστόσο, ο κλάδος αντιμετωπίζει προκλήσεις όπως ο ανταγωνισμός με άλλες χώρες, η περιβαλλοντική διαχείριση των θαλάσσιων πόρων, και η ανάγκη για βελτίωση των υποδομών και της τεχνολογίας.
Συγκεκριμένα, ο ανταγωνισμός μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στον τομέα των ιχθυοκαλλιεργειών είναι έντονος, καθώς και οι δύο χώρες είναι μεγάλοι παραγωγοί ψαριών στη Μεσόγειο, με ιδιαίτερη έμφαση στην τσιπούρα και το λαβράκι, που αποτελούν τα κύρια εξαγώγιμα είδη.
Τα προβλήματα και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι δύο χώρες στον κλάδο έχουν οδηγήσει σε έναν «εμπορικό πόλεμο» χαμηλών τιμών και αυξημένου ανταγωνισμού στις διεθνείς αγορές.
Η πτώση της Avramar, της μεγαλύτερης εταιρείας ιχθυοκαλλιέργειας στην Ελλάδα, η οποία προέκυψε από τη συγχώνευση των πρώην μεγάλων εταιρειών Νηρέα και Σελόντα, αντιπροσωπεύει το αποκορύφωμα μιας σειράς λαθών και ευκαιριακών κινήσεων στον κλάδο. Η οικονομική ασφυξία και η έναρξη διαδικασιών πώλησης ενός πρωταγωνιστή στις ιχθυοκαλλιέργειες, όπως η Avramar, δεν είναι κάτι που συνέβη ξαφνικά.
Τα «χρυσά» χρόνια του Χρηματιστηρίου, οι προσωπικές φιλοδοξίες και τα υπέρογκα δάνεια
Ανάμεσα στους παράγοντες που επηρέασαν την πορεία του κλάδου, ξεχωρίζουν οι προσωπικές φιλοδοξίες των στελεχών που συμμετείχαν σε αυτόν. Παρά τις κατά καιρούς προθέσεις για συγχωνεύσεις εταιρειών μεγαλύτερου μεγέθους, αυτές δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των ανταγωνιστικών σχέσεων μεταξύ των βασικών παικτών.
Η ιχθυοκαλλιέργεια στην Ελλάδα ξεκίνησε τη δεκαετία του '80, βασισμένη σε επιδοτήσεις από την τότε ΕΟΚ, που στόχευε στην ανάπτυξη του τομέα λόγω της μείωσης των ψαριών στα ευρωπαϊκά ύδατα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να εμπλακούν στον κλάδο και άτομα χωρίς σχετική εμπειρία, με κύριο κίνητρο το κέρδος, παρά το μακροπρόθεσμο όραμα για την ανάπτυξή του.
Κατά τη διάρκεια των «χρυσών» χρόνων του Χρηματιστηρίου, οι ιχθυοκαλλιέργειες υπέστησαν σημαντικές αλλαγές, καθώς έγιναν διαδοχικές εξαγορές μικρότερων επιχειρήσεων χωρίς σχέδιο και στόχο, ενισχύοντας προσωρινά την αξία των μετοχών των εισηγμένων εταιρειών. Ωστόσο, μακροπρόθεσμα, αυτό δεν συνέβαλε στην ανάπτυξη ούτε των ίδιων των εταιρειών ούτε του κλάδου συνολικά.
Σημαντική ευθύνη αποδίδεται επίσης στις τράπεζες, οι οποίες χορήγησαν υπέρογκα δάνεια στις εταιρείες ιχθυοκαλλιεργειών. Ο υπερβολικός δανεισμός δημιούργησε οικονομική ασφυξία, καθώς οι επιχειρήσεις δεν μπόρεσαν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.
Στην περίπτωση της Avramar, το χρέος που ξεπερνά τα 400 εκατ. ευρώ αποτελεί κληρονομιά των εταιρειών Νηρέα και Σελόντα, που εξαγοράστηκαν από τους νέους επενδυτές, Amerra και Mudabala, χωρίς καμία αναδιάρθρωση του χρέους, καθώς και της Δίας, η οποία είχε ήδη σημαντικά οικονομικά βάρη όταν εξαγοράστηκε το 2016.
Avramar: Οι υποψήφιοι επενδυτές που την διεκδικούν
Στην τελική ευθεία έχει μπει η κούρσα διεκδίκησης του Oμίλου Avramar, ενώ μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου αναμένεται να καταθέσουν δεσμευτικές προσφορές οι τρεις ενδιαφερόμενοι.
Συγκεκριμένα, πρόκειται για τρεις υποψήφιους επενδυτές: Την ισπανική Atitlan, την Aqua Bridge Group από τα Εμιράτα, και το ελληνικών συμφερόντων επενδυτικό κεφάλαιο Diorasis (βασικός μέτοχος της Philosofish), οι οποίοι ενδιαφέρονται για το σύνολο της Amvramar με το σενάριο της πώλησής της σε κομμάτια να απομακρύνεται.
Οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές πραγματοποιούν επισκέψεις στις μονάδες και εγκαταστάσεις της Avramar, αναζητώντας όλο και περισσότερες πληροφορίες για τη χρηματοοικονομική της κατάσταση και την κατάσταση των περιουσιακών της στοιχείων.
Η τρέχουσα κατάσταση για τον όμιλο Avramar βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο, καθώς η περιορισμένη ρευστότητα δεν επαρκεί για να στηρίξει την ομαλή λειτουργία της εταιρείας για περισσότερο τους επόμενους μήνες. Για τον λόγο αυτό, η τήρηση αυστηρού χρονοδιαγράμματος στη διαδικασία του διαγωνισμού είναι ζωτικής σημασίας, παρά τα 20 εκατ. ευρώ που δόθηκαν ως ενδιάμεση χρηματοδότηση από τις πιστώτριες τράπεζες.
Σε αυτό το πλαίσιο, απαραίτητη προϋπόθεση για τη διάσωση του ομίλου είναι οι δεσμευτικές προσφορές που θα υποβληθούν να περιλαμβάνουν σημαντική χρηματοδότηση, άνω των 100 εκατ. ευρώ, ώστε να διασφαλιστεί μια βιώσιμη αναδιάρθρωση.
Ένας κρίσιμος παράγοντας για τις τράπεζες που διαχειρίζονται τη διαδικασία είναι και το κούρεμα των οφειλών, οι οποίες ξεπερνούν τα 400 εκατ. ευρώ, που θα απαιτήσουν οι υποψήφιοι επενδυτές στις προσφορές τους.
Παρά τη δύσκολη κατάσταση, η εταιρεία παραμένει δυναμική, με σημαντικές προοπτικές ανάκαμψης και επιστροφής στην ηγετική της θέση.
Η Avramar, άλλωστε, είναι ένας από τους μεγαλύτερους παίκτες στη μεσογειακή ιχθυοκαλλιέργεια, με ισχυρή παρουσία σε μεγάλες διεθνείς αγορές και εκτενές δίκτυο διανομής.
Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, ο νέος επενδυτής πρέπει να διαθέτει στοχευμένο στρατηγικό σχέδιο και κεφάλαια της τάξης των 45-50 εκατ. ευρώ για να στηρίξει την ανάκαμψη.