Πρώτα η πανδημία, μετά ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι ξενοδόχοι στη Γερμανία δεν μπορούν να σηκώσουν κεφάλι. Έτσι γίνονται αναπόφευκτες οι αυξήσεις τιμών.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Deutsche Welle, ο πληθωρισμός, τα αυξημένα λειτουργικά έξοδα και η επιστροφή σε συντελεστή ΦΠΑ 19% αντί για 7% στον κλάδο της εστίασης αναγκαστικά αυξάνουν το λειτουργικό κόστος. Πώς θα αντιδράσουν οι πελάτες του σε αυτήν την αύξηση των τιμών από 1ης Ιανουαρίου; Άγνωστο.
Έπειτα από μια συνεχόμενη ύφεση δύο ετών, το 2020 και το 2021, ο κλάδος εξακολουθεί να μην μπορεί να φτάσει στα επίπεδα πριν από την κρίση όσον αφορά στον κύκλο εργασιών. Αν και προχώρησε σε αυξήσεις των τιμών, ο τζίρος του κλάδου ξενοδόχων στο σύνολό του ήταν 3,8% λιγότερο τον περασμένο Οκτώβριο από ό,τι τον ίδιο μήνα πέρυσι, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσίευσε πρόσφατα η Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία.
Σε σύγκριση, μάλιστα, με τον προ πανδημίας μήνα Οκτώβριο του 2019, υπήρξε ακόμη και διαφορά της τάξης του 13,3% στον κύκλο εργασιών. Εάν ληφθούν υπόψη μόνο τα ξενοδοχεία και οι λοιποί πάροχοι καταλυμάτων, η πτώση ανέρχεται σε 7,5%.
Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι πολλοί ιδιοκτήτες ξενοδοχείων έχουν κάποια ηλικία και δεν μπορούν να βρουν διάδοχο. Στο κενό που δημιουργείται προσπαθούν να μπουν οι αλυσίδες ξενοδοχείων, κι αν καταφέρουν να βρουν θέση, ασκούνται πιέσεις στην ιδιωτική ξενοδοχειακή βιομηχανία. Αυτό που κάνει την αναζήτηση διαδόχου πιο δύσκολη είναι η κουραστική γραφειοκρατία. Οι μεγάλες ξενοδοχειακές εταιρείες διαθέτουν αντίστοιχες δομές ή ολόκληρα τμήματα που ρυθμίζουν τα πάντα. Από την άλλη πλευρά, βέβαια τα μικρά ιδιωτικά ξενοδοχεία είναι ταχύτερα και μπορούν να αντιδρούν πολύ καλύτερα στις νέες συνθήκες της αγοράς.