Μετά από δυο δεκαετίες νομικών αγώνων ανάμεσα στους εκπροσώπους των αμερικανικών εμπορικών οργανώσεων και στους εκπροσώπους της Visa και της Mastercard, επήλθε μια συμφωνία που θα έχει ένα χρηματικό αποτύπωμα της τάξης των $29,8 δισ. μέσα στην επόμενη πενταετία.
Η εξωδικαστική συμφωνία αφορά τη μείωση του ποσοστού που χρεώνουν τις εμπορικές επιχειρήσεις η Visa και η Mastercard για την επεξεργασία των πληρωμών, που πραγματοποιούν οι καταναλωτές προς τις εμπορικές επιχειρήσεις μέσω των πιστωτικών καρτών τους.
Γιατί είναι απαραίτητη η παρουσία αυτών των εταιρειών στις συναλλαγές ανάμεσα στους καταναλωτές και στις εμπορικές επιχειρήσεις; Διότι παίζουν καθοριστικό ρόλο στα πέντε βήματα που απαιτούνται για την ολοκλήρωση των συναλλαγών.
Βήμα 1: Η κάρτα της Visa ή της Mastercard σαρώνεται από το μηχάνημα.
Βήμα 2: Η εμπορική επιχείρηση ενημερώνει την Visa ή την Mastercard για την συναλλαγή.
Βήμα 3: Η Visa ή η Mastercard ενημερώνει την τράπεζα του καταναλωτή.
Βήμα 4: Η τράπεζα του καταναλωτή ελέγχει τη συναλλαγή και την εγκρίνει ή την απορρίπτει.
Βήμα 5: Η Visa ή η Mastercard ενημερώνει το σύστημα της εμπορικής επιχείρησης για την έγκριση ή απόρριψη της συναλλαγής.
Ποια είναι η κατάσταση σήμερα: Μέχρι σήμερα στις ΗΠΑ οι χρεώσεις των πιστωτικών καρτών κυμαίνονται από 1,5% έως το 3% επί του συνολικού ποσού κάθε συναλλαγής. Σύμφωνα με στοιχεία της Merchant Payments Coalition, οι εμπορικές επιχειρήσεις κατέβαλαν μέσα στο 2023 για τη χρήση των πιστωτικών καρτών περισσότερα από $100 δισ. στη Visa και στη Mastercard, από $7,5 δισ. το 2022.
Τα συνολικά ποσά που εισέπραξαν όλες οι αμερικανικές εταιρείες παροχής πιστωτικών και χρεωστικών καρτών, έφτασαν το 2023 τα $172 δισ. Από αυτά, τα $132 δισ. αφορούσαν τις προαναφερθείσες εταιρείες που προχώρησαν στην ιστορική εξωδικαστική συμφωνία.
Η συμφωνία έχει ιδιαίτερη σημασία για τους Αμερικανούς καταναλωτές, αφού το 69% κάνει χρήση πιστωτικών καρτών, με το συνολικό αντίστοιχο χρέος να έχει ξεπεράσει το $1 τρισ. μέσα στο 2023. Ένα ποσό που με απόλυτους όρους φαντάζει μεγάλο, ωστόσο αποτελεί μόλις το 6% των τραπεζικών καταθέσεων.
Η συμφωνία αφορά το «swipe fee», που στα ελληνικά ονομάζουμε «τέλος σάρωσης». Δηλαδή αφορά ένα μόνο μέρος του συνολικού κόστους που επιβαρύνει τις συναλλαγές μέσω καρτών. Στις συναλλαγές ανάμεσα στον καταναλωτή και στον έμπορο συμμετέχουν άλλα τρία μέρη. Η τράπεζα του καταναλωτή, η τράπεζα της εμπορικής επιχείρησης και η εταιρία της κάρτας μέσω της οποίας πραγματοποιείται η συναλλαγή. Δηλαδή η Visa, η Mastercard, η American Express, η Discover και άλλες.
Τι περιλαμβάνει η συμφωνία; Τη δέσμευση της Visa και της Mastercard να μειώσουν το «swipe fee» κατά 0,04% για τουλάχιστον τρία έτη, καθώς και τη δέσμευση ότι σε βάθος πενταετίας οι δυο εταιρείες δεν θα αυξήσουν το «swipe fee» πάνω από το ποσοστό που ίσχυε στις 31 Δεκεμβρίου 2023.
Δεν υπάρχουν ακόμα αναλύσεις σχετικά με το πως η ανωτέρω συμφωνία θα επηρεάσει τα μεγέθη της Visa και της Mastercard που είναι δυο ιδιαίτερα δημοφιλείς εταιρείες, όσον αφορά τους χρηματιστηριακούς επενδυτές. Και αυτό συμβαίνει, διότι δεν υπάρχουν επαρκή δεδομένα για τον τρόπο κατανομής των ποσών που καταβάλουν οι εμπορικές επιχειρήσεις, ανάμεσα στις δυο τράπεζες και τις κάρτες.
Ακόμα παραμένει αδιευκρίνιστο το τι θα συμβεί με τα δώρα και τις παροχές που προσφέρουν οι πιστωτικές κάρτες προς στους καταναλωτές, όπως είναι οι εκπτώσεις στις αγορές, οι δωρεάν πτήσεις, τα δωρεάν εισιτήρια, οι επιστροφές μετρητών, τα καταναλωτικά κουπόνια, οι συμμετοχές σε εκδηλώσεις και άλλες, που χρηματοδοτούνται μέσω των «swipe fees».
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το μέλλον για τις εδραιωμένες επιχειρήσεις όπως είναι η Visa και η Mastercard δεν αναμένεται να είναι ανέφελο. Το οικοσύστημα των ψηφιακών τραπεζών και των payment – fintech, διεισδύει με ταχείς ρυθμούς ειδικά στις νέες ηλικίες. Έτσι εταιρείες όπως είναι η Square, η Adyen, η Braintree, η Helcim, η Authorize.net, η Verifone, η Stripe, η Skrill, η Amazon Pay, η PayPal, η Apple Pay, η Remitly, η Ripple, η Billtrust, η Q2, η BillGO, η Paddle και άλλες, διεκδικούν ένα ικανό μερίδιο της αγοράς.