Tον Ιανουάριο του 2002, η μετοχή του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης περνούσε το κατώφλι της Σοφοκλέους με το 25% των μετοχών να περιέρχεται στο ευρύ επενδυτικό κοινό. Τότε είχε ξημερώσει μια νέα ημέρα για την πόλη, με τη μετατροπή της σε κεντρικό λιμένα των Βαλκανίων.
Όταν το 2017 η κοινοπραξία των εταιρειών Deutsche Invest Equity Partners GmbH, Belterra Investments Ltd και Terminal Link SAS είχε ανακοινωθεί ως πλειοδότης του διαγωνισμού του ΤΑΙΠΕΔ, το επενδυτικό πλάνο για την πενταετία 2017-2021 ήταν ιδιαίτερα αισιόδοξο. Με το συνολικό ύψος των επενδύσεων να ανέρχεται στα 309 εκατ. ευρώ.
Όταν τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους υπογραφόταν η τελική συμφωνία πώλησης του ΟΛΘ μεταξύ του ΤΑΙΠΕΔ και της South Europe Gateway Thessaloniki Limited, που αποτελούσε την εταιρεία που είχε συστήσει ο προτιμητέος επενδυτής, Deutsche Invest Equity Partners GmbH, Belterra Investments Ltd και Terminal Link SAS, ανάμεσα στους όρους της πώλησης, αναφερόταν και η εκτέλεση υποχρεωτικών επενδύσεων ύψους 180 εκατ. ευρώ από την πλευρά της αγοράστριας εταιρείας, μέχρι τις 20/12/2025. Και μάλιστα για την εξασφάλιση της ολοκλήρωσης των επενδύσεων έχει εκδοθεί σχετική εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο ΟΛΘ στους χρηματιστηριακούς αναλυτές, η εταιρεία είχε ολοκληρώσει μέχρι τον Ιούλιο του 2023 συνολικές επενδύσεις ύψους 67,61 εκατ. ευρώ. Εξ αυτών τα 23,6 εκατ. ευρώ αφορούσαν τις υποχρεωτικές επενδύσεις, που όπως προαναφέραμε αποτελούν δεσμευτικό μέρος της σύμβασης πώλησης και τα 44,01 εκατ. ευρώ αφορούσαν άλλες επενδύσεις.
Ένα από τα βασικότερα επενδυτικά έργα του ΟΛΘ είναι ο 6ος Προβλήτας και η επέκταση της λιμενικής υποδομής. Το έργο είχε κατακυρωθεί στην ανάδοχη κοινοπραξία τον Φεβρουάριο του 2022 με τον προϋπολογισμό να ανέρχεται στα 130 εκατ. ευρώ.
Η εταιρική ανακοίνωση της 13ης Νοεμβρίου 2023, σχετικά με την επαναπροκήρυξη του σχετικού διαγωνισμού, ήρθε να θορυβήσει την επενδυτική κοινότητα. Διότι αφενός η νέα καθυστέρηση οδηγεί στη μη επίτευξη των επιχειρηματικών και οικονομικών στόχων της εταιρείας και αφετέρου ο χρόνος που απομένει μέχρι την ολοκλήρωση των έργων το 2025 ελαχιστοποιείται.
Σύμφωνα με έκθεση της Deloitte, τα ετήσια έσοδα που αναμένονταν από τη λειτουργία του 6ου προβλήτα κατά την περίοδο υλοποίησης του (2022-2025), θα ανέρχονταν στα 230 εκατ. ευρώ και τα αντίστοιχα έσοδα του Δημοσίου θα ξεπερνούσαν τα 35 εκατ. ευρώ.
Η δικαιολογία που αναφέρεται στην ανακοίνωση της εταιρείας είναι οι «νέες απαιτήσεις που προέκυψαν από τη νομοθετική μεταβολή του τρόπου αδειοδότησης, ώστε να επιτευχθούν οι βέλτιστοι όροι για την εταιρεία». Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ, εκτιμούν σύμφωνα με δημοσιεύματα ότι υπάρχουν σημαντικές ανατιμήσεις των βασικών υλικών και συνεπώς το κόστος αναφοράς του συγκεκριμένου έργου διαμορφώνεται πλέον σε υψηλότερα επίπεδα, από το αντίστοιχο του προηγούμενου τεύχους της διακήρυξης.
Αυτό σημαίνει πως θα πρέπει να υπάρξει μια εκ νέου εκδήλωση ενδιαφέροντος, μια εκ νέου υποβολή οικονομικών προσφορών και μια τελική επιλογή νέου προσωρινού αναδόχου, που σύμφωνα με τον ΟΛΘ τοποθετείται χρονικά μέσα στο 1ο τρίμηνο του 2024. Αν μάλιστα συνυπολογιστεί η τριετία που αναφέρεται ως χρόνος υλοποίησης του έργου στην επίσημη ανακοίνωση της εταιρείας στις 24 Φεβρουαρίου 2022, τότε προκύπτουν τρία μεγάλα ερωτήματα.
Το πρώτο αφορά τον χρόνο εκτέλεσης του έργου και της πιθανής υστέρησης στα έσοδα και στα κέρδη του ΟΛΘ. Αυτό το ερώτημα αφορά τους ιδιώτες μικρομετόχους που έχουν το 25.73% των μετοχών, το ΤΑΙΠΕΔ που εξακολουθεί να κατέχει το 7,27% των μετοχών, καθώς και το Ελληνικό Δημόσιο που εισπράττει το 3,5% του ετήσιου κύκλου εργασιών του ΟΛΘ.
Το δεύτερο ερώτημα αφορά τη συμφωνία πώλησης, η οποία αναφέρει ότι τα υποχρεωτικά έργα ύψους 180 εκατ. ευρώ πρέπει να έχουν εκτελεστεί μέχρι τις 20/12/2025. Και όπως προαναφέρθηκε, η ολοκλήρωση των επενδύσεων διασφαλίζεται από σχετική εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης. Προλαβαίνουν να εκτελεστούν τα έργα μέσα σε λιγότερο από δυο έτη; Θα επιτευχθεί ο στόχος των υποχρεωτικών έργων ύψους 180 εκατ. ευρώ; Τι θα γίνει με την εγγυητική επιστολή καλής εκτέλεσης;
Και το τρίτο ερώτημα αφορά τη δυνατότητα της χρηματοδότησης του έργου από τον ΟΛΘ. Καθώς από τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα της εταιρείας, τα 51 εκατ. ευρώ διοχετεύτηκαν για την εξαγορά του Οργανισμού Λιμένος Βόλου. Μια κίνηση που είχε θεωρηθεί υπερβολική από την επενδυτική κοινότητα.
Αφού ο δεύτερος μνηστήρας είχε προσφέρει το μισό τίμημα, δηλαδή 26 εκατ. ευρώ. Τα 51 εκατ. ευρώ που έδωσε ο ΟΛΘ για το 67% του λιμένος Βόλου, οδηγεί σε μια αποτίμηση για το 100% των μετοχών, άνω των 75 εκατ. ευρώ, τη στιγμή που ο κύκλος εργασιών του ΟΛΒ ανέρχεται στα 5,4 εκατ. ευρώ και τα κέρδη προ φόρων βρίσκονται στα 700 χιλ. ευρώ. Δηλαδή, ο ΟΛΘ έχει εξαγοράσει μια εταιρεία, με Ρ/S (τιμή προς πωλήσεις) 15 και Ρ/Ε (τιμή προς κέρδη) 110.