Του Γιάννη Σιδέρη
Η δεκαετία που μας αποχαιρετά ξεκίνησε με ένα απρόσμενο πλάνο στο ειδυλλιακό Καστελόριζο και συνεχίστηκε στις πλατείες της οργής και του μίσους (κατά παράδοξη συγκυρία στις πλατείες γράφτηκε η ιστορία και στην ευρύτερη περιοχή της «καθ’ ημάς Ανατολής». Οι πλατείες κι εδώ κι εκεί φιλοξένησαν την πλάνη. Εδώ με τα ηρωικά και πένθιμα, στη Μεσόγειο της ανατολής με τα ελπιδοφόρα για μια Άνοιξη που δεν έμελλε να έρθει, και αντικαταστάθηκε από «ολίγο φως και μακρινό σε μέσα σκότος κι έρμο», που θα’ λεγε ο ποιητής).
Τη βγάζαμε ξένοιαστοι σαν ριμέικ της ταινίας των τεμπέληδων της εύφορης κοιλάδας, περιμένοντας να μοιραστούν τα λεφτά που υπήρχαν, και ξαφνιασμένοι μάθαμε ότι είμαστε μπατίρηδες και θα πρέπει να σφίξουμε το ζωνάρι για να βγούμε από τη στενωπό.
Ήταν τότε που ξύπνησαν τα δαιμόνια της φυλής, που βρίσκονταν καταλαγιασμένα κάτω από το λούστρο του επιδερμικού εξευρωπαϊσμού, που απατηλά μας χάρισε η τριακονταετία των χαριστικών ευρωπαϊκών προγραμμάτων τύπου πακέτων Ντελόρ, ΜΟΠ, και οι συγχρηματοδοτήσεις έργων.
Γέμισαν παράλογο μίσος οι πλατείες, βγήκαν από τα χορταριασμένα μνήματα τα σκέλεθρα του εμφυλίου, επικράτησε «το δίκιο του αγανακτισμένου», δηλητηριάστηκε η δημόσια και ιδιωτική ζωή (χάλασαν φιλίες χρόνων και σχέσεις στενής συγγένειας). Αναβίωσε ο παμπάλαιος αντιδυτικισμός («καλύτερα τουρκικό σαρίκι, παρά τιάρα παπική») και ο ελληνικός εξαιρετισμός του περιούσιου λαού που όλοι τον επιβουλεύονται γιατί είναι προσοντούχος και η πατρίδα του «μαγαζί γωνία».
Αναβίωσαν και παραδοσιακές συμπεριφορές της εξουσίας. Πριν 130 χρόνια ο Δηληγιάννης ασκούσε την «ένοπλον επαιτείαν». Τώρα ακούσαμε για «πιστόλια πάνω στο τραπέζι», και λίγο αργότερα, με άλλη εξουσία «θα σας γεμίσουμε Τζιχαντιστές», αν δεν μας χαρίσετε τα δανεισμένα (έτσι για να καταλάβουμε ότι στην Ελλάδα οι αιώνες δεν αλλάζουν τις νοοτροπίες).
Το μίσος που φώλιαζε ξέσπασε. Στη Μαρφίν κάηκαν άνθρωποι, μόνο που… δεν τους έκαψε η φονική αληταρία, αλλά τα μνημόνια («οι πρώτοι νεκροί του μνημονίου» έγραψε ένας ασυναίσθητος και ανεγκέφαλος). Στις παρελάσεις των εθνικών εορτών Συριζαίοι και ΧΑγίτες συνάμα - λαϊκώ δικαίω - προέβαιναν στην ακραία προσβολή των νεκρών του Εθνους: Στην Θεσσαλονίκη ματαίωναν την παρέλαση και έδιωχναν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (που τώρα το Τσίπρας τον ερχόμενο τον θέλει σύμβολο εθνικής ενότητας, ο Παπούλιας ήταν Γερμανοτσολιάς, για τα μέτρα του). Στις παρελάσεις μαθητές μούτζωναν επισήμους και αποθεώνονταν σαν τα νέα κλεφτόπουλα του 1821. Σε επαρχιακές πόλεις αυτόκλητοι τιμωροί (δίκην συμμοριών) έδιωχναν από τις εξέδρες τους «επισήμους», που δεν ήταν άλλοι από τους δημοκρατικά εκλεγμένους εκπροσώπους των τοπικών κοινωνιών.
Και ήρθε το ‘15 στην εξουσία η «δρακογενιά», για να σαρκώσει, λέει, τα όνειρα και τις θυσίες τόσων γενιών αριστερών. Και οι ορθολογικοί τουλάχιστον πολίτες, έμειναν ενεοί από την μικροπολιτική, την κουτοπονηριά, τον παλαιοκομματισμό, την εύκολη υιοθέτηση όσων προεκλογικά κατήγγειλαν και υπόσχονταν ότι θα διορθώσουν, την έλλειψη οράματος. Βέβαια δεν έφταιγαν αυτοί που δεν έλαμψε «ανέσπερον φως». Αυτοί ήταν, τόσοι ήταν. Έφταιγε η λαϊκή μυθοπλασία που τους είχε προσδώσει δυνατότητες που δεν είχαν. Που περίμενε μάχες ηρωικές και φαντασμαγορικά σκισίματα των μνημονίων στο Σύνταγμα («και θα είναι μέρα μεσημέρι» - που έλεγε ο Τσίπρας το 14) .
Παράλληλα συνέχισαν και αυτοί τους λαϊκούς μύθους για το ξανθό γένος, «ώσπου να ρθει ο Μόσκοβος να φέρει το σεφέρι», μπολιάζοντάς τη λαϊκή μυθολογία με την αριστερή πατριδογνωσία της μητέρας πατρίδας όλων των αδικημένων. Το «σεφέρι» τώρα έγινε προκαταβολή ( «θα μας δώσει προκαταβολή 5 δις η Ρωσία για τον αγωγό αερίου» - νόμιζε ο Λαφαζάνης), αλλά και μηχανές εκτύπωσης δραχμών («Ο Τσίπρας με ρώτησε αν μπορεί να τυπώσει δραχμές» - είπε ο μαρτυριάρης Πούτιν τον Ολάντ).
Και αφού μας στοίχισαν πάνω από 100 δις, και αφού υπέγραψαν πλεονάσματα ως το 2060 και υποθήκευσαν τα ασημικά της χώρας για 99 χρόνια (αλλά τώρα κραυγάζουν θεατρικά κατά των ιδιωτικοποιήσεων), ένα τμήμα του λαού επανασυνδέθηκε με τον ρεαλισμό και τους αποδοκίμασε. Ένα τμήμα, όχι όλος ο λαός. Στα social media τμήμα οπαδών τους εξακολουθούν τις εμφυλιοπολεμικές κραυγές.
Πλέον μπαίνουμε στη νέα δεκαετία«αποκαθαρμένοι» από το άγος της πλάνης και το άχθος της αποτυχίας. Η στήλη εξακολουθεί να πιστεύει ότι σε αυτή την κρίσιμη μάζα λαού που μετακινήθηκε και έβγαλε τη ΝΔ κυβέρνηση, πρυτάνευσε κυρίως η επιλογή του να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ. Η ηγεσία του όμως ακόμη δεν έχει κατανοήσει ότι το εμπόδιο στην επιστροφή του δεν είναι η ΝΔ ή τα ΜΜΕ. Είναι το δικό του σύντομο αλλά απεχθές παρελθόν.
Οι κυβερνήσεις έρχονται και φεύγουν, αυτό είναι δημοκρατία. Όμως πρώτη φορά κυβέρνηση δημιούργησε άνευ λόγου τόσο μίσος, τόση απαξία, εναντίον της, και δεν τα δημιούργησε λόγω αριστερής πολιτικής. Απλώς επέλεξε να κάνει εχθρούς στον απλό λαό, νομίζοντας ότι έτσι θα περιχαρακώσει τις δικές της δυνάμεις. Και οι «εχθροί» ανταποκρίθηκαν και ανταπέδωσαν!
Μπαίνουμε στη νέα δεκαετία με μια νέα κυβέρνηση από την οποία, έτσι ρεαλιστές που γίναμε, δεν περιμένουμε πολλά. Αρκεί να κινηθεί με αίσθημα κοινής λογικής, με μετριοπάθεια, δικαιοσύνη, ειλικρίνεια και αξιοκρατία (ειδικά στα δυο τελευταία ήδη κρίνεται).Ο λαός, η κρίσιμη μάζα τουλάχιστον, χόρτασε από χάρτινους ήρωες «κλασικών εικονογραφημένων» και ηρωικών αφηγημάτων. Θέλει καθημερινούς ανθρώπους, οι οποίοι όμως θα κάνουν με συνέπεια και φιλότιμο τη δουλειά που τους έχει ανατεθεί. Αυτό είναι κανονικότητα. Ας ελπίσουμε ότι έτσι θα είναι όλη η νέα δεκαετία.