Σε αγωγή εναντίον του Δημοσίου προχώρησε ο τηλεοπτικός σταθμός Star Channel, και μάλιστα ονομαστικά στο πρόσωπο των σημερινών νόμιμων εκπροσώπων του, δηλαδή των δύο υπουργών, Τσακαλώτου, Παππά και του γενικού γραμματέα Ενημέρωσης και Επικοινωνίας Λ. Κρέτσου, ζητώντας αποζημίωση πάνω από 30 εκατ. ευρώ.
Σύμφωνα με την Καθημερινή, ο λόγος όπως αναφέρεται είναι η «αποκατάσταση» της «ζημίας» που προκλήθη «από το γεγονός της συμμετοχής μας και της παράνομης μη αδειοδότησής μας κατά τη διαδικασία του Διαγωνισμού για τη χορήγηση των τεσσάρων τηλεοπτικών αδειών».
Το Star μάλιστα υποστηρίζει ότι εξ αιτίας της μη αδειοδότησης, έχασε το Survivor, το οποίο είχε κλείσει, άρα, έχει διαφυγόντα έσοδα.
Το κανάλι διεκδικεί με την αγωγή του συνολικά 32,4 εκατ. ευρώ από τον υπουργό Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης Νίκο Παππά, από τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο και από τον γενικό γραμματέα Ενημέρωσης και Επικοινωνίας Λευτέρη Κρέτσο.
Τα περισσότερα από αυτά τα χρήματα είναι για τη ζημιά που υπέστη το Star Channel, ήτοι 637 χιλ. ευρώ θετική ζημία και 31,7 εκατ. ευρώ αποθετική ζημία, αλλά ζητάει και 100 χιλ. ευρώ επιπλέον για ηθική βλάβη.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης Νίκος Παππάς μέσω twitter απάντησε στο Star Channel:
Το Star έχασε το #survivor και ζητά αποζημίωση 32εκ.€ Να απευθυνθεί στο ταμείο απόρων, παρανόμων καναλαρχών & αποτυχημένων μάνατζερ.
— Νίκος Παππάς (@nikospappas16) July 19, 2017
ΨΗΠΤΕ για αγωγή STAR: Να πάρουν θέση τα κόμματα της αντιπολίτευσης
Με αφορμή την αγωγή που κατέθεσε το Star Channel κατά του ελληνικού Δημοσίου, το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης ζητάει από τα κόμματα της αντιπολίτευσης να πάρουν θέση σχετικά με το ζήτημα και να «εξηγήσουν επιτέλους στον ελληνικό λαό με ποίου το συμφέρον συντάσσονται».
Αναλυτικά η ανακοίνωση του υπουργείου:
«Το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, με αφορμή την αγωγή που κατέθεσε η εταιρεία Νέα Τηλεόραση ΑΕ (Star Channel) κατά του ελληνικού Δημοσίου, ζητώντας αποζημίωση 32,4 εκατ. ευρώ για «διαφυγόντα κέρδη», καλεί τα κόμματα της αντιπολίτευσης να λάβουν θέση. Να εξηγήσουν επιτέλους στον ελληνικό λαό με ποίου το συμφέρον συντάσσονται.
Μπορεί ένας τηλεοπτικός σταθμός, που επί σειρά ετών εκπέμπει χωρίς νόμιμη άδεια, να ζητά αποζημίωση για τη διεξαγωγή του πρώτου –μετά από 30 χρόνια- διαγωνισμού για χορήγηση τηλεοπτικών αδειών;
Μπορεί μια εταιρεία να ζητά αποζημίωση για την απώλεια, όπως διατείνεται, διαφημιστικών εσόδων από επιλογές που έκανε η ίδια; Από την ανταλλαγή προγράμματος «δράσης» με ένα άλλο σχετικό με «μαγειρική»; Ή από αυθαίρετες εκτιμήσεις περί απώλειας τηλεθέασης;
Μπορεί ένας ιδιωτικός οργανισμός να απαιτεί τη «μεταβίβαση» στο Δημόσιο (και κατ' επέκταση στους πολίτες) εξόδων μισθοδοσίας υπαλλήλων ή προετοιμασίας του για τη συμμετοχή σε διαδικασία, η οποία προβλέπεται από Νόμο που ψήφισε η Βουλή των Ελλήνων;
Μπορεί ένας τηλεοπτικός σταθμός, αξιοποιώντας την ευθύνη των προηγούμενων κυβερνήσεων που δεν προχώρησαν σε αδειοδότηση των καναλιών, να απαιτεί τη «διατήρηση» της ανομίας στο τηλεοπτικό τοπίο;
Μπορεί μια ιδιωτική εταιρεία να παρερμηνεύει μια απόφαση Ανώτατου Δικαστηρίου, αφήνοντας να εννοηθεί πως κατέπεσε στο σύνολό του ένας Νόμος (4339/2015), ο οποίος προβλέπει ελάχιστο αριθμό 400 εργαζομένων ανά σταθμό; Και επί αυτής της ηθελημένης παρερμηνείας να δρομολογεί απολύσεις δεκάδων εργαζομένων;
Τα κόμματα, που ως το 2015 είχαν την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας και της εφαρμογής του Νόμου και των αποφάσεων του ΣτΕ για διεξαγωγή διαγωνισμού αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών, οφείλουν να τοποθετηθούν επί της άποψης ότι οι ιδιοκτησίες των σταθμών βρίσκονταν εδώ και δεκαετίες σε «καθεστώς ομηρίας και ανασφάλειας».
Όπως και τι μπορεί να σημαίνει αυτό και πώς ακριβώς αξιοποιήθηκε από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ κατά τα χρόνια της διακυβέρνησής τους.
Η απάντηση της Κυβέρνησης σε όλα τα παραπάνω είναι σαφής: Στις πρακτικές που επιλέχθηκαν δεν υποκύπτουμε. Ο διαγωνισμός για την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών θα γίνει κανονικά. Πρέπει να γίνει πολύ σύντομα. Και το τίμημα οφείλει να είναι υψηλό, ανάλογο αυτού που πέτυχε ο πρώτος διαγωνισμός. Για τη δε τήρηση των νόμων δεν τίθεται αμφισβήτηση.
Τώρα είναι η ώρα των ξεκάθαρων απαντήσεων».
Φωτογραφία SOOC