'Αγνωστες, στο ευρύ κοινό τουλάχιστον, προσεγγίσεις του έργου και των ιδεών του Αδαμάντιου Κοραή προσκόμισε ο ομότιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Νίκος Αλιβιζάτος, στο κλείσιμο του Συνεδρίου, «Η φιλελεύθερη και η Δημοκρατική Διάσταση της Επανάστασης του 1821», που διοργάνωσε το «Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών -Μάρκος Δραγούμης».
Υπό τον τίτλο, «Τα Συνταγματικά του Κοραή», ο Ν. Αλιβιζάτος περιέγραψε κατ' αρχάς τον Αδ. Κοραή ως έναν πολίτη που «μίσησε εξ ίσου πολύ με τη μοναρχία, τον Ροβεσπιέρο και τους Ιακωβίνους», ενώ σε αντίθεση με τον Ρήγα Φεραίο, ο οποίος «είχε ενδώσει σε πολλές λαοφιλείς αλλά ακραίες θέσεις των Ιακωβίνων, ο Κοραής επεδείκνυε τη μετριοπάθεια ενός σοφού γέροντα. Εντασσόταν έτσι στη λεγόμενη "συντηρητική" πτέρυγα του Διαφωτισμού, την οποία έκτοτε ακολούθησε με συνέπεια, αρνούμενος να παρασυρθεί στη δίνη της επαναστατικής ουτοπίας -και τούτο παρά τον αντικληρικαλισμό του».
Στα επιμέρους, ο Αδ. Κοραής έγραφε για την ανάθεση του νομοθετείν στους «φρονιμότερους» πολίτες, που δεν βρίσκονται, αξίζει να σημειωθεί, «μεταξύ των υπέρμετρα πλουσίων, ουδέ των καταπολλά πτωχών, αλλά των μέσων», της «μεσαίας τάξης», με άλλα λόγια. Ταυτοχρόνως, ο Αδ. Κοραής θα υιοθετήσει, θα προτάξει το «κοινοβουλευτικόν Σύνταγμα», δηλαδή κοινοβουλευτικό πολίτευμα και όχι απλώς αντιπροσωπευτικό, παρατήρησε ο Ν. Αλιβιζάτος.
Σε ό,τι αφορά τη θέση που παίρνει ο Αδ. Κοραής απέναντι στο μοναρχικό θεσμό, ο Ν. Αλιβιζάτος ανέτρεψε κατεστημένες ως σήμερα απόψεις επισημαίνοντας ότι η θέση του μεγάλου Χιώτη υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας ήταν πραγματιστική, και όχι τόσο από θέση αρχής. Κατά την άποψή του, ήταν «συμφερώτερον» για την Ελλάδα να παραμείνει αβασίλευτος εξασφαλίζοντας έτσι - με δεδομένο ότι ήταν αδύνατον να βρεθεί γηγενής βασιλιάς - τον ανταγωνισμό των χριστιανών βασιλέων της Ευρώπης να σπεύσουν να την προστατέψουν (αντιθέτως αν δεχόταν κάποιο ευρωπαίο βασιλιά, οι υπόλοιποι θα έπαυαν να ενδιαφέρονται στον ίδιο βαθμό).
Επιπλέον, ο Αδ. Κοραής διατύπωνε την οξύτατη κριτική του στο πενταμελές εκτελεστικό («ο πενταδικός κινδυνεύει να γεννήση την διχόνοιαν ή την όχι ολιγώτερον φοβεράν ολιγαρχικήν ομόνοιαν»), αντιπροτείνοντας το μονοπρόσωπο, κατά το πρότυπο του κυβερνήτη των ομόσπονδων αμερικανικών Πολιτειών, υπό τον όρο όμως ότι η νομοθετική εξουσία θα διαιρούνταν σε δύο Σώματα, των Αντιπροσώπων και των Γερόντων. Ενώ εισήγαγε έναν πρωτότυπο όρο, το «αντιζύγιον», με άλλα λόγια το αντιστάθμισμα, τα θεσμικά αντίβαρα -και ο όρος αυτός ήταν το εύρημα της εν λόγω ομιλίας, σύμφωνα με τον κ. Αλιβιζάτο.
Από εκεί και πέρα, «όσο συντηρητικές ήταν οι απόψεις του Κοραή για το οργανωτικό μέρος του Συντάγματος, τόσο ριζοσπαστικές ήταν για τα ατομικά δικαιώματα», υπογράμμισε ο ομ. καθηγητής του ΕΚΠΑ εστιάζοντας στο «επικρατούσα» θρησκεία, διατύπωση που, πρόσθεσε, έχει προκαλέσει δυσεπίλυτα ερμηνευτικά προβλήματα έκτοτε (περιγραφικός ή κανονιστικός όρος;).
Ο λόγος και πάλι στον Αδ. Κοραή: «Η θρησκεία είναι απλή δόξα και υπόληψις του νου περί Θεού και των θείων πραγμάτων. Και η σημερινή περί αυτών δόξα εις τας πλειοτέρας κεφαλάς των Γραικών είναι η δόξα της Ανατολικής Εκκλησίας. Αλλ' η φανέρωσις τούτου εις τον πολιτικόν σύνταγμα είναι απολίτευτος. Κίνδυνον κανένα δεν τρέχομεν να ιουδαΐσωμεν ή να τουρκίσωμεν». Εξάλλου, «όλοι οι πολίτες, ανεξάρτητα από το σε ποιόν θεό πιστεύουν, θα έπρεπε να έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις». Και, εν κατακλείδι, «η απροσωποληψία των νόμων είναι το μόνον στερεώτατον θεμέλιον της πολιτείας».
Να μια φράση, δήλωσε ο συνταγματολόγος, που «θα μπορούσε να τεθεί ως προμετωπίδα του προγράμματος ενός σύγχρονου φιλελεύθερου - ή μήπως και σοσιαλδημοκρατικού; - κόμματος». Με το πρόσθετο σχόλιο ότι «η Εκκλησία της Ελλάδος λέγει ότι το προβάδισμα επιβάλλει τη μισθοδοσία των ορθόδοξων ιερέων και μόνον αυτών, επιβάλλει τη διδασκαλία ως υποχρεωτικού του μαθήματος των θρησκευτικών, ακόμη και με κατηχητικό περιεχόμενο κ.ο.κ.», ζητήματα που, συμπλήρωσε, ο Αδ. Κοραής είχε επιλύσει από το 1823.
Εκτός από την κεντρική ομιλία του Ν. Αλιβιζάτου, οι εναρκτήριες τοποθετήσεις του Συνεδρίου έγιναν από τους Αλέξανδρο Σκούρα, πρόεδρο του ΚΕΦίΜ, και Αριστείδη Χατζή, διευθυντή Ερευνών του Κέντρου, πανεπιστημιακό και μέλος της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», ενώ το κύριο μέρος του Συνεδρίου αποτελείτο από παρουσιάσεις εργασιών προπτυχιακών, μεταπτυχιακών φοιτητών και φοιτητριών, όπως και υποψήφιων διδακτόρων για την Επανάσταση του 1821.