Εδώ η αρχαία Ελίκη, εκεί η αρχαία Ελίκη, που είναι η αρχαία πολιτεία που βυθίστηκε από σεισμό το 373 π.Χ.; Δεκάδες αρχαιολόγοι την αναζήτησαν και την αναζητούν σε στεριά και θάλασσα εδώ και χρόνια. Τώρα, βρέθηκε. Εκεί ακριβώς όπου σημείωναν οι αρχαίες πηγές: 40 στάδια (7,2- 7,5 χιλιόμετρα) από το Αίγιο, ανατολικά του ποταμού Σελινούντα. Η αρχαιολογική σκαπάνη εντόπισε εκεί κατά το 2004 τον γεωμετρικό ναό του Ελικωνίου Ποσειδώνα (8ος αι. π.Χ.), που μαρτυρείται από το Όμηρο και από φιλολογικές πηγές της αρχαιότητας.
Χάρη σε αυτή την ανακάλυψη της Ερωφίλης Κόλια, που έγινε σε σωστική ανασκαφή, είναι δυνατόν, πλέον, να καθορίσουμε τη θέση της αρχαίας Ελίκης, η οποία φαίνεται να βρίσκεται στην ξηρά, καθώς η αρχαία ακτογραμμή έχει αλλοιωθεί από προσχώσεις. Ο ναός βρισκόταν μέσα στην πόλη. Μάλιστα, ο Παυσανίας είχε δει να εξέχει από τη θάλασσα, όπου βρισκόταν η βυθισμένη πόλη, το υψωμένο χέρι του χάλκινου αγάλματος του Ποσειδώνα.
Η αρχαιολόγος Αναστασία Γκαδόλου, και η Ερωφίλη Κόλια συνεργάζονται στην ανασκαφή αυτή, που έχει μετατραπεί πλέον σε συστηματική. Σύμφωνα με όσα έχει πει η πρώτη σε ομιλίες της, ο ναός είναι αψιδωτός, όπως αρκετοί πρώιμοι ναοί στην ηπειρωτική κυρίως Ελλάδα, με εσωτερική κιονοστοιχία και σώζεται σε καλή κατάσταση διατήρησης. Σε ορισμένα σημεία το ύψος των τοίχων υπερβαίνει το ένα μέτρο.
Ο πρώην έφορος αρχαιοτήτων Μιχάλης Πετρόπουλος, που έχει ανασκάψει το μυκηναϊκό νεκροταφείο της περιοχής, έχει υποστηρίξει κατά το παρελθόν ότι ανήκε στη μυκηναϊκή Ελίκη. «Η περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Σελινούντα προς Δυσμάς και Κερυνίτη προς Ανατολάς, ή κατ’ άλλους ερευνητές ακόμη ανατολικότερα έως τον σημερινό Βουραϊκό, θεωρείται ότι αποτελούσε τη χώρα της αρχαίας Ελίκης, της σημαντικής αυτής πόλης της Ανατολικής Αχαίας, που καταστράφηκε ολοσχερώς από το σεισμό του 373 π.Χ.» έχει πει σε ομιλία του ο κ. Πετρόπουλος.
«Μία από τις κύριες αρχαίες πηγές για την πόλη είναι ο Παυσανίας, που αναφέρει ότι η Ελίκη, καταποντισμένη πια στις μέρες του, βρισκόταν ανατολικά του Σελινούντα και σε απόσταση 40 σταδίων από το Αίγιο, δηλαδή περίπου 7,2 χλμ. Συνεπώς το γεωμετρικό ιερό, που βρίσκεται ανατολικά του Σελινούντα και σε απόσταση 7,5 χλμ. από το Αίγιο, ανήκε στην επικράτεια της Ελίκης».
Κατά τη φετινή ανασκαφή, που μόλις ολοκληρώθηκε, οι κ. Κόλια και Γκαδόλου ανακάλυψαν διαφορετικές χρονολογικές φάσεις του λατρευτικού κέντρου της αρχαίας Ελίκης που καταστράφηκε από σεισμό το 375 π.Χ. Τα ευρήματα αποκαλύφθηκαν στο Ιερό του Ελικωνίου Ποσειδώνα των Γεωμετρικών και Αρχαϊκών Χρόνων στα Νικολέικα Αιγιάλειας.
Συγκεκριμένα, στη θέση έχει ανασκαφεί ένας αψιδωτός γεωμετρικός ναός του 710-700 π.Χ., ένας πλίνθινος βωμός του 760-750 π.Χ, που ήταν το κέντρο της λατρείας πριν την κατασκευή του αψιδωτού ναού καθώς και η κεράμωση από έναν μεταγενέστερο ναό του 550 π.Χ. Το μοναδικό αυτό εύρημα (ίσως και πανελλαδικά) αποδεικνύει τη μακροχρόνια λατρεία που τελούνταν στον χώρο.
Η έρευνα διεξάγεται στο πλαίσιο του διετούς ερευνητικού προγράμματος της Διεύθυνσης Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, υπό τη διεύθυνση των Δρ Ερωφίλης Κόλια, προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ηλείας και Δρ Αναστασίας Γκαδόλου, προϊσταμένης του τμήματος Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιολογικών Χώρων και Μνημείων του Υπουργείου Πολιτισμού. Στόχος του προγράμματος είναι η διερεύνηση των διαφόρων φάσεων του σημαντικού αυτού λατρευτικού κέντρου της αρχαίας πόλης Ελίκης, καθώς και των κοινωνικοπολιτικών χαρακτηριστικών της κοινωνίας της εποχής μέσα από τη μελέτη των αρχιτεκτονικών καταλοίπων και των προσφορών προς τη λατρευόμενη θεότητα.
Κατά την τελευταία ερευνητική περίοδο, που ολοκληρώθηκε στις 6 Αυγούστου 2020, ήρθαν στο φως τμήματα της κεράμωσης του αρχαϊκού ναού, καθώς και τμήμα από την κόμμωση (βόστρυχοι) πήλινης μορφής που πιθανότατα προέρχεται από τον πήλινο αετωματικό διάκοσμο του αρχαϊκού ναού.
Σε χαμηλότερο επίπεδο, ανασκάφηκε τοίχος που πιθανώς αποτελούσε τμήμα κτηρίου του 8ου αι. π.Χ και ανατολικά αυτού στρώμα με συμποτικά αγγεία (κανθάρους, σκύφους, οινοχόες και αμφορίσκο), μαζί με οστά ζώων και ίχνη καύσης, πιθανότατα υπολείμματα λατρευτικών δείπνων. Επίσης, βρέθηκαν χάλκινα αντικείμενα και σιδερένιες αιχμές δοράτων, αλλά και τμήματα ωμοπλίνθων με κονίαμα που διασώζει κόκκινο χρώμα.
Η εργαστηριακή μελέτη των παραπάνω μεταλλίνων και δομικών στοιχείων, σε συνεργασία με το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, αναμένεται να διαλευκάνει πτυχές της τεχνολογίας της εποχής. Το παραπάνω σε συνδυασμό με τη μελέτη των οστών ζώων από εξειδικευμένο ζωοαρχαιολόγο (Ελένη Ψαθή) και την μελέτη των υπολειμμάτων καρπών και άλλων οργανικών στοιχείων που προήλθαν από την επίπλευση των χωμάτων της ανασκαφής από εξειδικευμένους αρχαιοβοτανολόγους (Καθηγ. Εύη Μαργαρίτη και υποψήφια Διδάκτορα κ. Κυριακή Τσίρτση), καταδεικνύουν τη διεπιστημονικότητα της συγκεκριμένης αρχαιολογικής έρευνας για αυτό το σημαντικό λατρευτικό κέντρο. Η σχεδιαστική και φωτογραμμετρική αποτύπωση όλων των ανασκαφικών στρωμάτων πραγματοποιήθηκε από τον αρχιτέκτονα Βαγγέλη Μαλκάκη για την πλήρη αρχαιολογική τεκμηρίωση.
Στη φετινή ανασκαφική έρευνα συμμετείχαν οι αρχαιολόγοι και ο πολιτικός μηχανικός του ΥΠΠΟΑ, Γεωργία Ήβου, Παναγιώτα Σκιαδοπούλου, Σωτηρία Στουγγιώτη, Αριστέα Δημητρίου, Βασιλική Παπαγιάννη και Κωνσταντίνος Παπαδόπουλος, καθώς και απόφοιτοι και φοιτητές του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Παν/μίου Ιωαννίνων, και του τμήματος Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Σημαντική για την έρευνα στάθηκε η υποστήριξη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αχαϊας, αλλά και η οικονομική και υλική συνδρομή της Δημοτικής Κοινωφελούς Επιχείρησης του Δήμου Αιγιαλείας, της εταιρείας Singer France και του ΟΠΑΚΕ του ομίλου COSMOTE.
Η παραδεδομένη από τις αρχαίες πηγές καταστροφή της αρχαίας Ελίκης το 375 π.Χ, επιβεβαιώθηκε κατά την έρευνα από την αποκάλυψη ενός στρώματος καταστροφής από κεραμίδες στέγης κτηρίου που χρονολογείται ακριβώς λόγω της εύρεσης ενός αγγείου (μελαμβαφούς σκύφου) της ίδιας περιόδου.