Το Λονδίνο επιθυμεί να παραμείνουν ανοιχτά και μετά την ολοκλήρωση του Brexit τα σύνορα ανάμεσα στην Βόρειο Ιρλανδία, η οποία ανήκει στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου, και την Ιρλανδία, χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η θέση αυτή, η οποία αναμένεται να αποτυπωθεί σήμερα και επισήμως, έρχεται μία ημέρα μετά τη δημοσιοποίηση του αιτήματος της βρετανικής πλευράς για δημιουργία μιας προσωρινής τελωνειακής ένωσης με την Ε.Ε. μετά την αποχώρηση της χώρας από την Ένωση.
«Και οι δύο πλευρές πρέπει να επιδείξουν ευελιξία και φαντασία όσον αφορά το ζήτημα των συνόρων στη Βόρειο Ιρλανδία», δήλωσε στο πρακτορείο Reuters κυβερνητική πηγή στη Βρετανία.
Το θέμα αποτελεί ένα από τα «αγκάθια» των διαπραγματεύσεων για το Brexit και η εξεύρεση κοινά αποδεκτού συμβιβασμού δεν αναμένεται να είναι εύκολη. Πολύ περισσότερο καθώς με την επιβολή συνοριακών ελέγχων υπάρχει κίνδυνος αναζωπύρωσης της εμφύλιας σύρραξης στη Β. Ιρλανδία, που έχει κοστίσει τη ζωή σε 3.600 ανθρώπους πριν την ειρηνευτική συμφωνία του 1998.
Η Ε.Ε. έχει προσφέρει αρωγή ύψους δισ. ευρώ για τη Β. Ιρλανδία αφότου η ειρηνευτική συμφωνία έβαλε τέλος σε δεκαετίες βίας ανάμεσα σε εθνικιστές και ενωτικούς. «Θέλουμε η χρηματοδότηση της ΕΕ που έχει βοηθήσει θύματα των ταραχών και διακοινοτικές οργανώσεις να συνεχιστεί τουλάχιστον μέχρι να λήξει το τρέχον πρόγραμμα», αναφέρει η Theresa May σε άρθρο της στην εφημερίδα Irish News.
«Στη συνέχεια θέλουμε να προχωρήσουμε περισσότερο και να διερευνήσουμε τη δυνατότητα για ένα μελλοντικό πρόγραμμα χρηματοδότησης προγραμμάτων για την ειρήνη αφού εγκαταλείψουμε την ΕΕ», συμπληρώνει η ίδια. Η βρετανική κυβέρνηση είχε νωρίτερα δεσμευθεί να εγγυηθεί τη χρηματοδότηση στο πλαίσιο της Πρωτοβουλίας για την Ειρήνη της ΕΕ μέχρι να ολοκληρθεί ο τρέχων γύρος χρηματοδότησης το 2020.
Σημειώνεται ότι καθημερινά διασχίζουν τα σύνορα ανάμεσα σε Β. Ιρλανδία και Ιρλανδία, μήκους 500 χιλιομέτρων, περίπου 30.000 άνθρωποι.