Η «σκληρή απαίτηση για θεσμοθέτηση της ανταπεργίας αποκρούστηκε» επαναλαμβάνουν ανώτατα κυβερνητικά στελέχη, καταγράφοντας τις «επιτυχίες» που σημειώθηκαν στο ακανθώδες πεδίο των εργασιακών έναντι των θεσμών και «ιδίως του ΔΝΤ».
Η δυνατότητα όμως των εργοδοτών να μην πληρώνουν τους εργαζομένους σε περίπτωση απεργίας, η ουσία δηλαδή του δικαιώματος της ανταπεργίας, φαίνεται ότι εξασφαλίζεται, μέσω της συμφωνίας κυβέρνησης – θεσμών, στην πράξη.
Με αυτό το προαπαιτούμενο, στη σελίδα 28 του κειμένου της προκαταρκτικής συμφωνίας, που αποκάλυψε η Handelsblatt:
«iii. Industrial action:
a. Adopt legislation to enable the fast-track judicial procedure used to judge the legality of strikes to be also used for disputes arising from the application of Art. 656 of the Civil Code in cases of strikes (prior action).»
Η κυβέρνηση συμφωνεί λοιπόν να προωθήσει νομοθετική ρύθμιση «ώστε να επιτρέπεται η χρήση της ταχείας (fast-track) δικαστικής διαδικασίας που χρησιμoποιείται για την κρίση της νομιμότητας των απεργιών και στις διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή του Άρθρου 656 του Αστικού Κώδικα στην περίπτωση απεργιών».
Όπως εξηγεί, μιλώντας στο Skai.gr, o δικηγόρος και ειδικευμένος σε θέματα κοινωνικής ασφάλισης Διονύσης Ρίζος:
«Έτσι στις περιπτώσεις απεργιών, και δη απεργιών διαρκείας, ο δικαστής θα μπορεί να αποφασίζει με τρόπο άμεσο για το αν ο εργοδότης υποχρεούται ή όχι σε απόδοση μισθών για τους εργαζόμενους που δεν απεργούν. Αυτό σημαίνει ότι ένα είδος lockout (ανταπεργίας) θα μπορεί να επιβληθεί από τους εργοδότες μέσω δικαστικών αποφάσεων που θα έχουν προτεραιότητα και αμεσότητα στην κρίση».
Και αυτό «παρά την απαγόρευση της ανταπεργίας την οποία προβλέπει ο νόμος 1264/1982 (άρθρο 22, παρ. 2)», διάταξη η οποία μόνο άμεσα δεν θίγεται βάσει της συμφωνίας κυβέρνησης – θεσμών.
“Ασύμφορη” μέχρι σήμερα η καταφυγή στο άρθρο 656 ΑΚ – Τι αλλάζει
Το άρθρο 656 του Αστικού Κώδικα για την υπερημερία του εργοδότη, όπως ισχύει, προβλέπει ότι :
«Αν ο εργοδότης έγινε υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να απαιτήσει την πραγματική απασχόλησή του, καθώς και το μισθό για το διάστημα που δεν απασχολήθηκε. Δικαίωμα να απαιτήσει το μισθό έχει ο εργαζόμενος και στην περίπτωση που η αποδοχή της εργασίας είναι αδύνατη από λόγους που αφορούν στον εργοδότη και δεν οφείλονται σε ανώτερη βία. Στις ανωτέρω περιπτώσεις ο εργαζόμενος δεν είναι υποχρεωμένος να παράσχει την εργασία σε άλλο χρόνο. Ο εργοδότης, όμως, έχει δικαίωμα να αφαιρέσει από το μισθό καθετί που ο εργαζόμενος ωφελήθηκε από τη ματαίωση της εργασίας ή από την παροχή της αλλού.»
Στην πράξη η καταφυγή στα δικαστήρια είναι δώρον - άδωρον για τον εργοδότη, αφού με την ισχύουσα διαδικασία απαιτούνται μήνες, τουλάχιστον 6 με 8, μέχρι να εκδικασθεί η υπόθεση.
«Με βάση τα όσα περιλαμβάνονται στην συμφωνία», ξεκαθαρίζει ο Διονύσης Ρίζος, «ζητείται ως prior action νομοθετική παρέμβαση που θα δίνει τη δυνατότητα στους εργοδότες, σε περιπτώσεις απεργιών, με μια διαδικασία fast-track, όπως είναι σήμερα η διαδικασία κρίσης από τα δικαστήρια του αν είναι παράνομη ή καταχρηστική μια απεργία, να προσφεύγουν δικαστικώς, ώστε να κρίνεται από τον δικαστή το αν μπορεί ή όχι να εφαρμοστεί στην περίπτωση τους το αρ. 656 του ΑΚ για την υπερημερία εργοδότη».
Σε κάθε περίπτωση η επιτάχυνση της διαδικασίας προφανώς διευκολύνει τον εργοδότη.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει ο κ. Ρίζος: «Τα όρια είναι δυσδιάκριτα καθώς κάτι τέτοιο μπορεί ίσως να υποστηριχθεί και σε περιπτώσεις διακεκομμένων στάσεων εργασίας ή ακόμη και απεργίας τρίτης επιχείρησης, που άπτεται όμως της παραγωγικής διαδικασίας άλλης επιχείρησης, οδηγώντας σε καταχρηστική χρήση του εν λόγω δικαιώματος».
Κύκλοι Υπουργείου Εργασίας: Θα αποβεί σε όφελος των εργαζομένων
Την δική τους ερμηνεία δίνουν κύκλοι του υπουργείου Εργασίας:
«υπενθυμίζουμε ότι στο νόμο 1264/82 απαγορεύεται ρητά η ανταπεργία και αυτό δεν αλλάζει. Αυτό που προβλέπεται στο νομοσχέδιο, το οποίο θα κατατεθεί τις επόμενες μέρες στη Βουλή, είναι η επίσπευση της εκδίκασης των διαφορών εργαζομένων και εργοδοτών, όταν οι εργοδότες επικαλούμενοι απεργία στην επιχείρηση δεν καταβάλλουν μισθούς σε εργαζόμενους που δεν απήργησαν».
«Σε αυτές τις περιπτώσεις», συνεχίζουν οι ίδιοι κύκλοι, «ήδη οι εργαζόμενοι προσφεύγουν στη δικαιοσύνη για τη διεκδίκηση των δεδουλευμένων αποδοχών τους. Η καθιέρωση μιας σύντομης δικαστικής διαδικασίας για την επίλυση της σχετικής διαφοράς θα αποβεί σε όφελος των εργαζομένων, όσο και αν κάποιοι επιχειρούν να δημιουργήσουν αρνητικές εντυπώσεις».
Συλλογικές διαπραγματεύσεις: Μετά το τέλος του προγράμματος η επαναφορά των βασικών αρχών
«Σε σχέση με την αποκατάσταση του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων επαναλαμβάνουμε», αναφέρουν περαιτέρω οι κύκλοι του υπουργείου:
«το νομοσχέδιο προβλέπει την άρση της αναστολής των δύο βασικών αρχών, της ευνοϊκότερης ρύθμισης και της επεκτασιμότητας των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας με τη λήξη του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής. Επομένως, από το Σεπτέμβριο του 2018 οι δύο βασικές αρχές επανέρχονται σε ισχύ. Αυτό δεν ήταν ούτε δεδομένο ούτε αυτονόητο καθώς από το 2011 οι δύο αρχές βρίσκονται σε επ' αόριστον αναστολή και δεν θα επανίσχυαν χωρίς νομοθετική παρέμβαση».
Πηγή: skai.gr
(Φωτογραφία: Sooc)