Αντισώματα στους 6 μήνες μετά τη γέννηση παρουσιάζουν βρέφη, των οποίων οι μητέρες εμβολιάστηκαν έναντι του κορονοϊού στην κύηση, όπως κατέδειξε πρόσφατη μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο διεθνές επιστημονικό περιοδικό JAMA.
Σύμφωνα με τα επιστημονικά δεδομένα, ο εμβολιασμός κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχει ως αποτέλεσμα διαρκή παρουσία αντισωμάτων στα βρέφη συγκριτικά με εκείνα που γεννήθηκαν από μη εμβολιασμένες αλλά μολυσμένες με COVID-19 μητέρες.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στο Massachusetts General Hospital στη Βοστώνη των ΗΠΑ. Συμπεριέλαβε 77 γυναίκες που εμβολιάστηκαν με δύο δόσεις εμβολίου mRNA και 12 γυναίκες που είχαν συμπτωματική μόλυνση από κορονοϊό μεταξύ 20ής και 32ης εβδομάδας κύησης. Στους 2 μήνες από τη γέννηση συλλέχθηκαν δείγματα αίματος από 49 βρέφη εμβολιασμένων μητέρων. Στους 6 μήνες από τη γέννηση συλλέχθηκαν δείγματα από 28 βρέφη εμβολιασμένων μητέρων και από 12 βρέφη μολυσμένων μητέρων.
Οι εμβολιασμένες μητέρες είχαν σημαντικά υψηλότερους τίτλους αντισωμάτων κατά τον τοκετό σε σύγκριση με τις μητέρες που μολύνθηκαν. Ομοίως, οι αντίστοιχοι μέσοι τίτλοι του ομφάλιου λώρου ήταν υψηλότεροι μετά τον εμβολιασμό έναντι της φυσικής μόλυνσης. Μεταξύ των βρεφών εμβολιασμένων μητέρων στους 2 μήνες, 98% είχαν ανιχνεύσιμα αντισώματα. Οι συγκεντρώσεις τους μάλιστα συσχετίστηκαν με αυτές της μητέρας και του ομφάλιου λώρου.
Στους 6 μήνες, 57% των βρεφών που γεννήθηκαν από εμβολιασμένες μητέρες είχαν ανιχνεύσιμα αντισώματα σε σύγκριση με μόνο 8% (1 από 12) των βρεφών που γεννήθηκαν από μητέρες που μολύνθηκαν.
Οι έγκυες γυναίκες διατρέχουν πολύ υψηλό κίνδυνο για σοβαρές επιπλοκές από COVID-19. Δεδομένης της υστέρησης στην ανάπτυξη εμβολίων για βρέφη, τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής θα πρέπει να παρακινήσουν τις εγκύους να εμβολιαστούν όχι μόνο για την ασφάλεια των ίδιων, αλλά και για να ενισχύσουν την άμυνα των μωρών τους έναντι της COVID-19.
Οι Καθηγητές της Ιατρικής Σχολής τους Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Σταυρούλα Πάσχου (Επίκουρη Καθηγήτρια Ενδοκρινολογίας), Θεοδώρα Ψαλτοπούλου (Καθηγήτρια Θεραπευτικής-Επιδημιολογίας-Προληπτικής Ιατρικής), Μαριάννα Θεοδωρά (Επίκουρη Καθηγήτρια Μαιευτικής-Γυναικολογίας-Εμβρυομητρικής και Περιγεννητικής Ιατρικής), Γιώργος Δασκαλάκης (Καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας- Εμβρυομητρικής Ιατρικής), Βασιλική (Βάνα) Παπαευαγγέλου (Καθηγήτρια Παιδιατρικής-Λοιμωξιολογίας) και Θάνος Δημόπουλος (Καθηγητής Θεραπευτικής-Αιματολογίας-Ογκολογίας και Πρύτανης ΕΚΠΑ) συνόψισαν τα κύρια σημεία της μελέτης αυτής.