Δεν ξεκίνησε καθόλου καλά η Μεγάλη Βρετανία με την απόφαση της UNESCO για επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα. Προφανώς αισθάνθηκε πάρα πολύ στριμωγμένη και αντέδρασε πέρα από κάθε διπλωματία αλλά και λογική. Ελάχιστες μέρες ύστερα από τη λήψη της απόφασης στην ειδική διακυβερνητική επιτροπή, και μάλιστα ομόφωνα, η βρετανική κυβέρνηση προέβη σε αχαρακτήριστη διαρροή σχετικά με τα Παρθενώνεια Γλυπτά, λέγοντας, ούτε λίγο ούτε πολύ, πως δεν προτίθεται να συνεργαστεί.
Εν ολίγοις, σύμφωνα με τον ιστότοπο Artnet, το Ηνωμένο Βασίλειο απορρίπτει την πρόσκληση της UNESCO προς τις βρετανικές αρχές να επανεκτιμήσουν τη θέση τους για τα μάρμαρα του Παρθενώνα και να διαπραγματευτούν με την Ελλάδα για την επιστροφή αυτών των πολιτιστικών θησαυρών.
«Διαφωνούμε με την απόφαση της Επιτροπής που ελήφθη στα τελευταία λεπτά της συνόδου και θέτουμε ζητήματα που σχετίζονται με γεγονότα και διαδικασία με την UNESCO», δήλωσε εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης σε email στο Artnet News. «Η θέση μας είναι σαφής - τα Γλυπτά του Παρθενώνα αποκτήθηκαν νόμιμα σύμφωνα με τον νόμο της εποχής. Το Βρετανικό Μουσείο λειτουργεί ανεξάρτητα από την κυβέρνηση και απαλλαγμένο από πολιτικές παρεμβάσεις. Όλες οι αποφάσεις που σχετίζονται με τις συλλογές λαμβάνονται από τους διαχειριστές του Μουσείου».
Ο εκπρόσωπος δεν κατονομάζεται, δι’ αυτού, όμως, η Μεγάλη Βρετανία επιχειρεί να κλείσει απότομα και αμέσως το ζήτημα που προέκυψε. Επιχειρήματα δεν έχει. Το ότι η απόφαση ελήφθη στα τελευταία λεπτά της 22ης συνόδου δεν λέει τίποτα, καθώς υπήρξε αναλυτική συζήτηση γι’ αυτήν. Την κατέθεσε ο εκπρόσωπος της Ζάμπια και συζητήθηκε λεπτομερώς πριν ψηφιστεί ομοφώνως.
Η τοποθέτηση αυτή, όμως, σημαίνει πως δεν υπάρχουν επιχειρήματα στην άλλη πλευρά. Επομένως, εφαρμόζεται το «αποφασίζομεν και διατάζομεν».
Επίσης, κάθε άλλο παρά νόμιμα κατέχει το Βρετανικό Μουσείο τα κλεμμένα αριστουργήματα του Φειδία. Σημειώνουμε ότι τα γλυπτά αγοράστηκαν από τον λόρδο Έλγιν που τα είχε κλέψει και δεν διέθετε, ως εκ τούτου, κανένα νόμιμο παραστατικό. Επειδή η πρώτη πράξη το 1816 είχε τεράστια νομικά κενά, το Βρετανικό Κοινοβούλιο ξανασυζήτησε το θέμα στη δεκαετία του 60 και τα έκλεισε, φροντίζοντας να νομιμοποιήσει την κατοχή από το Μουσείο. Να νομιμοποιείς όμως μια κατοχή με όλα τα περιεχόμενα να έχουν διαρπαγεί, δεν είναι καθόλου ηθικό.
Εν ολίγοις, επανέλαβε τα τετριμμένα και διάτρητα επιχειρήματα που προβάλλουν πάντοτε οι Βρετανοί, χωρίς ίχνος πρωτοτυπίας.
Κατά τη συνάντηση της UNESCO, η ελληνική αντιπροσωπεία είχε σχολιάσει ότι η βρετανική κυβέρνηση απορρίπτει την πρόσκληση για ανοιχτό διάλογο καθώς η βρετανική πλευρά βλέπει το θέμα σε θεσμικό επίπεδο και ότι το Βρετανικό Μουσείο είναι νομική οντότητα ανεξάρτητη από το κράτος.
«Ίσως πρέπει να υπενθυμίσουμε σε όλους τους ενδιαφερόμενους ότι, όσον αφορά το διεθνές δίκαιο, η υποχρέωση επιστροφής των πολιτιστικών τεχνουργημάτων ανήκει αποκλειστικά στην κυβέρνηση και όχι στο μουσείο», ανέφερε η ελληνική αντιπροσωπεία.
Το Βρετανικό Μουσείο, ωστόσο, υποστήριξε ότι η προσέγγισή του για την προβολή της κληρονομιάς της αρχαίας Ελλάδας μέσω παγκόσμιων συνεργασιών παραμένει η καλύτερη επιλογή. Οι διαχειριστές του μουσείου «θέλουν να ενισχύσουν τις υπάρχουσες καλές σχέσεις με συναδέλφους και ιδρύματα στην Ελλάδα και να διερευνήσουν συνεργασίες απευθείας μεταξύ ιδρυμάτων και όχι από κυβέρνηση σε κυβέρνηση», ανέφερε το μουσείο σε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στην Artnet News.
Εκπρόσωπος του Μουσείου είπε στην The Art Newspaper πως οι αίθουσες 12, 13 και 14 άνοιξαν ξανά. Οι αίθουσες 15- 18, στις οποίες βρίσκονται και τα γλυπτά του Παρθενώνα, είναι κλειστές λόγω περαιτέρω εργασιών που γίνονται στο κτίριο. Θα ανοίξουν και πάλι αργότερα μέσα στο φθινόπωρο.
Η απάντηση δόθηκε επειδή στη σύσταση της διακυβερνητικής επιτροπής (άλλο ντοκουμέντο από την απόφαση) εκφράστηκε η ανησυχία για το ότι οι σχετικές αίθουσες παραμένουν κλειστές).