Σε «ίχνη» παραποίησης στοιχείων από τις καταγραφές της Πυροσβεστικής φαίνεται ότι προσέκρουσε η εισαγγελική έρευνα για το σκέλος της υπόθεσης που αφορά στις καταγγελίες οι οποίες είχαν έρθει στο φως μετά την τραγωδία στο Μάτι. Τα ίχνη των ευθυνών της, όμως, εξακολουθεί να επιχειρεί να σβήσει η κυβέρνηση.
Δεν εγκατέλειψε την προσπάθεια αυτή ούτε ανήμερα της μαύρης χθεσινής επετείου από τον έναν μήνα μετά τη φονική πυρκαγιά και τον θάνατο 96 ατόμων στην Ανατολική Αττική. Αντιθέτως, έσπευσε να κατηγορήσει τον αρχηγό της Ν.Δ. για «προσπάθεια εξαγωγής πολιτικής υπεραξίας από την επικοινωνιακή εκμετάλλευση μιας τραγωδίας», επειδή απλώς επισκέφθηκε το Μάτι και συνομίλησε με τους πυρόπληκτους.
Το Μαξίμου όχι μόνο έδειξε να ξεχνά τα επικοινωνιακά σόου που έχει στήσει όλο αυτόν τον μήνα, αλλά προχώρησε ειδικά χθες σε ακόμη μία επίδειξη αμετροέπειας και σκηνοθέτησε νέα επεισόδια. Έτσι, από το γραφείο του κυβερνητικού εκπροσώπου, Δ. Τζανακόπουλου, εκδόθηκε πολυσέλιδη ανακοίνωση με διάφορα μέτρα για να αποδείξει πως «η κυβέρνηση συνεχίζει να εργάζεται εντατικά για τη στήριξη των πληγέντων και την άμεση υλοποίηση των μέτρων ανακούφισής τους» -οι καταγγελίες των πληγέντων ότι περιμένουν ακόμη και τα πρώτα βοηθήματα δεν έφτασαν στο υπουργείο Επικρατείας.
Παράλληλα, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επέλεξε να συναντήσει τον καθηγητή Γιόχαν Γκόλνταμερ, στον οποίο είχε αναθέσει τη διερεύνηση των αιτιών της πυρκαγιάς και προσφάτως είχε υιοθετήσει το κυβερνητικό αφήγημα περί αυθαίρετης δόμησης, ισχυρών ανέμων και πιθανού εμπρησμού και να ανακοινώσουν τη σύσταση επιτροπής για τη φωτιά και εκπόνηση σχεδίων για το μέλλον...
Και ενώ Τσίπρας και Γκολντάμερ αντάλλασσαν χειραψίες και φιλοφρονήσεις, η εισαγγελική έρευνα εστίαζε στις καταγγελίες, σύμφωνα με τις οποίες υπήρξαν διαφοροποιήσεις στις ώρες κίνησης των πυροσβεστικών οχημάτων, αναζητώντας κατά πόσο αληθεύει και ποιος υπήρξε ο ιθύνων νους για τις αλλοιώσεις.
Οι καταγγελίες αυτές φέρεται να ενδυναμώθηκαν στην εξέλιξη της έρευνας καθώς, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ήδη έχουν κληθεί για ανωμοτί καταθέσεις ανώτεροι και ανώτατοι αξιωματικοί της Πυροσβεστικής που ήταν υπεύθυνοι του Ενιαίου Συντονιστικού Κέντρου και του επιχειρησιακού - επικοινωνιακού κέντρου «199» της Πυροσβεστικής την 23η Ιουλίου.
Οι κλήσεις αφορούν δύο αξιωματικούς, οι οποίοι θα πρέπει να παράσχουν εξηγήσεις ως ύποπτοι τέλεσης αδικήματος. Από όσα θα πουν θα εξαρτηθεί αν η Εισαγγελία θα προχωρήσει στην άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος τους, κάτι που δεν θεωρείται δεδομένο με βάση την κλήση τους και μόνο ως υπόπτων.
Η συγκεκριμένη καταγγελία αφορά ένα μόνο κομμάτι της έρευνας και σχετίζεται με καταγγελίες για διαφοροποιήσεις που υπήρξαν στις χειρόγραφες σημειώσεις για τις κινήσεις των πυροσβεστικών μέσων και όσα προέκυψαν από την αρχική ανάλυση των ψηφιακών δεδομένων.
Τα πυροσβεστικά
Η καταγγελία αναφέρεται σε τουλάχιστον δύο οχήματα της Πυροσβεστικής, τα οποία «είχαν οριστεί σε υπηρεσία επιτήρησης έναρξης πυρκαγιάς στο Ντράφι - Νταού Πεντέλης, αλλά το μεν πρώτο ήταν Κινέτα από τις 14.00, το δε δεύτερο από τις 14.38»…
Και όμως από αυτά τα οχήματα -σύμφωνα με την καταγγελία- το ένα εμφανίζεται στα στοιχεία που παραδόθηκαν στην Εισαγγελία να πήγε στο Νταού Πεντέλης στις... 16.57(!) όταν από καταθέσεις πυροσβεστών προκύπτει ότι του είχε δοθεί εντολή στις 16.45 να κινηθεί προς τα εκεί.
Αυτή την ένδειξη παραποίησης στοιχείων φέρεται να επιβεβαιώνουν σε καταθέσεις τους αξιωματικοί πληρωμάτων πυροσβεστικών οχημάτων, αλλά και αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ., που βρίσκονταν στον Νέο Βουτζά και είδαν το πρώτο πυροσβεστικό όχημα να φθάνει εκεί στις 17.35...
Οσον αφορά την κύρια έρευνα για τα αίτια και τις παραλείψεις της φονικής πυρκαγιάς, οι εισαγγελείς Ηλίας Ζαγοραίος (προϊστάμενος της Εισαγγελίας) και Βαρβάρα Γνεσούλη ολοκληρώνουν τη λήψη των μαρτυρικών καταθέσεων και περιμένουν δύο ακόμα πορίσματα, της Πυροσβεστικής και του πραγματογνώμονα που όρισαν για να αξιολογήσουν το υλικό πριν προχωρήσουν στην κλήση υπόπτων.
Η παραγγελία της εισαγγελέως
Αίσθηση πάντως προκαλεί η αποκάλυψη του «Φ» ότι από το έγγραφο το οποίο απέστειλε η εισαγγελέας Β. Γνεσούλη προς την Πυροσβεστική, το Λιμενικό και την Αστυνομία, προκύπτει ότι το εύρος των αδικημάτων για τα οποία ζητείται να ληφθούν μαρτυρικές καταθέσεις από οικογένειες θυμάτων, αποκλείει -όπως πιθανολογείται- τη διερεύνηση διάπραξης κακουργημάτων από κρατικούς λειτουργούς ή εντεταλμένα πρόσωπα.
Συγκεκριμένα η παραγγελία ζητεί να ληφθούν καταθέσεις για έρευνα που αφορά τα εξής αδικήματα:
1. Εμπρησμός από πρόθεση από τον οποίο επήλθε θάνατος.
2. Ανθρωποκτονία από αμέλεια κατά συρροή.
3. Σωματικές βλάβες από αμέλεια κατά συρροή.
4. Φθορά ξένης ιδιοκτησίας.
5. Παραβάσεις διατάξεων για την προστασία του περιβάλλοντος.
Από τη γραμματική ερμηνεία των εν λόγω κατηγοριών προκύπτει, σύμφωνα με νομικές πηγές, ότι με σοβαρές ποινές απειλείται επί της ουσίας μόνον ο άνθρωπος ο οποίος άναψε τη φωτιά, καθώς ο εμπρησμός από πρόθεση τιμωρείται με κάθειρξη και όταν επήλθε θάνατος ακόμα και με ισόβια.
Αντίθετα όλα τα άλλα αδικήματα τα οποία μπορεί να αφορούν ακόμα και κρατικούς λειτουργούς ή εντεταλμένα πρόσωπα διώκονται σε βαθμό πλημμελήματος. Το γεγονός βέβαια ότι αυτά τα αδικήματα αναφέρονται στην παραγγελία δεν δεσμεύει την Εισαγγελία να απαγγείλει οποιαδήποτε άλλη κατηγορία εφόσον προκύψει με στοιχεία και κρίνει πως πρέπει να απαγγελθεί.
Των Παναγιώτη Στάθη και Νικολέττας Μουτούση
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της Πέμπτης, 23 Αυγούστου