Την πρόθεση της κυβέρνησης για τη θεσμοθέτηση "Αστυνομίας Φύσης" για τις προστατευόμενες περιοχές, γνωστοποίησε ο αναπληρωτής υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Γιάννης Τσιρώνης, μιλώντας στο "Πρακτορείο 104,9 FM" και στην εκπομπή "Δύο στις 12", που παρουσιάζουν ο Νίκος Γιώτης και ο Φάνης Γρηγοριάδης.
"Πρέπει οι προστατευόμενες περιοχές, όπως έχουν στις ΗΠΑ την Αστυνομία Φύσης -θα δούμε πώς θα την ονομάσουμε εμείς- κάτω από τα δασαρχεία, όπως έχουμε τους δασοφύλακες, ομοίως, σε όλες τις περιοχές να υπάρχουν αντίστοιχα υπάλληλοι, που μάλλον θα ανήκουν στα δασαρχεία και θα έχουν ανακριτική και εποπτική ιδιότητα, ενώ θα μπορούν και να συλλαμβάνουν τον παρανομούντα, ώστε να μη μείνει κανένα σημείο της Ελλάδας ακάλυπτο ούτε για λαθροθηρία, ούτε για λαθροϋλοτομία, ούτε για υποκλοπή φυτών" ανέφερε ο κ. Τσιρώνης.
Η ελληνική Πολιτεία, σύμφωνα με τον αν. υπουργό, για τις προστατευόμενες περιοχές που αντιστοιχούν στο 27% της έκτασης της χώρας "δεν έχει δώσει ούτε ένα ευρώ ποτέ για τη διαχείριση αυτού του πλούτου", καθώς "όλα τα χρήματα που είχαν οι φορείς διαχείρισης ήταν από το ΕΣΠΑ, από ευρωπαϊκά κονδύλια, τα οποία είχαν δοθεί για ξεκίνημα, ώστε η Πολιτεία να αναλάβει κάποια στιγμή τις ευθύνες της, όμως λήγουν στις 31/12 όλες αυτές οι διαδικασίες και πρέπει πλέον να αναμορφώσουμε τη νομοθεσία, ώστε να προστατευθεί η Ελλάδα".
"Έπρεπε να αναλάβουμε αυτή την ιστορική ευθύνη και ήδη από το Πράσινο Ταμείο δεσμεύσαμε 5 εκατ., τα οποία εκτιμούμε ότι δε θα χρειαστεί να δαπανηθούν όλα" σημείωσε ο κ. Τσιρώνης, προσθέτοντας ότι οι 28 φορείς διαχείρισης που υπάρχουν σήμερα καλύπτουν λιγότερο από το 30% των ελληνικών προστατευόμενων περιοχών, ενώ οι υπόλοιπες είναι τελείως απροστάτευτες.
"Το σίγουρο είναι ότι με τον καινούριο νόμο, μέσα στο πρώτο εξάμηνο, θα λυθεί οριστικά το εργασιακό αυτών των ηρωικών επιστημόνων, στους φορείς διαχείρισης, οι οποίοι εργάστηκαν με πάρα πολύ μεράκι αν και επειδή οι περισσότεροι ήταν με ΕΣΠΑ πολλές φορές έμειναν και μήνες απλήρωτοι μέχρι να έρθει το καινούριο πρόγραμμα" τόνισε ο αν. υπουργός.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ