Ομόφωνα αθώοι κρίθηκαν από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων οι έντεκα κατηγορούμενοι στην υπόθεση των αντισταθμιστικών ωφελημάτων από την αγορά ελικοπτέρων τύπου Apache το 2003 από την αμερικανική BOEING, μεταξύ των οποίων ο επιχειρηματίας Θωμάς Λιακουνάκος και στελέχη του υπουργείου Εθνικής Άμυνας κατά την επίμαχη περίοδο.
Η υπόθεση αφορά τα προγράμματα αντισταθμιστικών ωφελημάτων στο περιθώριο της κύριας σύμβασης για την αγορά 12 επιθετικών ελικοπτέρων τύπου AH-64D Apache, συνολικού κόστους 594 εκατομμυρίων ευρώ. Η δευτερεύουσα σύμβαση, που έφερε στο εδώλιο τους 11 αθωωθέντες, αφορούσε έργα που αναλάμβανε ως υποκατασκευάστρια η εταιρία Sonak του κ. Λιακουνάκου το κόστος των οποίων, κατά τη δικογραφία, ήταν χαμηλότερο από αυτό που προέβλεπε ο σχετικός νόμος. Κατά την κατηγορία, η χαμηλότερης αξίας υπηρεσία του υποκατασκευαστή προκάλεσε ζημιά του ελληνικού Δημοσίου περίπου 27 εκατομμυρίων δολαρίων.
Μεταξύ των κατηγορουμένων, πλην του επιχειρηματία, ήταν ο πρώην γενικός γραμματέας Οικονομικού Σχεδιασμού και Αμυντικών Επενδύσεων του ΥΠΕΘΑ Σπύρος Τραυλός, καθώς και πρώην υπηρεσιακοί παράγοντες του υπουργείου κατά την περίοδο υπουργίας του Γιάννου Παπαντωνίου. Οι κατηγορίες είχαν απαγγελθεί το 2015 μετά από εισαγγελική έρευνα για τα αδικήματα της απιστίας στην υπηρεσία, υπό το επιβαρυντικό καθεστώς του νόμου περί καταχραστών και της ηθικής αυτουργίας στην απιστία.
Σύμφωνα με την απόφαση του δικαστηρίου, από την πολύμηνη διαδικασία δεν προέκυψε ζημιά του Δημοσίου από την επίμαχη σύμβαση και ως εκ τούτου δεν στοιχειοθετήθηκαν οι πράξεις που αποδόθηκαν στους κατηγορούμενους.
Ο κ. Λιακουνάκος και συγκατηγορούμενοι του έχουν αθωωθεί μέσα στον τελευταίο χρόνο για άλλες δύο υποθέσεις εξοπλιστικών προγραμμάτων. Η πρώτη αθώωση, τον Ιούνιο του 2019, αφορούσε τα αντισταθμιστικά ωφελήματα από την αγορά ελικοπτέρων Σινούκ και η δεύτερη, τον περασμένο Μάρτιο, για το λεγόμενο σύστημα "ηλεκτρονικού πολέμου".