Το ζούμε και αυτό. Υπουργός Πολιτισμού να κατηγορεί ως προς τα μάρμαρα του Παρθενώνα όχι τη Μεγάλη Βρετανία, η οποία φέρει την αποκλειστική ευθύνη για τη μη επιστροφή τους, αλλά τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Σε παντελώς ανιστόρητες και εξωφρενικές δηλώσεις της, η κα Λυδία Κονιόρδου επιρρίπτει την ευθύνη για την άρνηση της βρετανικής πλευράς σε προηγούμενες κυβερνήσεις, όχι όμως βρετανικές, αλλά… ελληνικές.
Σύμφωνα με το δελτίο τύπου που εκδόθηκε από το υπουργείο Πολιτισμού για δηλώσεις της κας Κονιόρδου στη Νέα Υόρκη, «σε σχέση με τα μάρμαρα του Παρθενώνα η κ. Υπουργός τόνισε πως υπάρχει μια καινούρια κινητοποίηση στο θέμα αυτό, πως η πρόταξη της νομικής πλευράς από τις προηγούμενες κυβερνήσεις ήταν βασική αιτία της άρνησης της βρετανικής πλευράς και πως τώρα μέσω της διπλωματικής οδού αποκαθίσταται σταδιακά ένα κλίμα κοινής εμπιστοσύνης.»
Θα μπορούσαμε να πούμε πως πρόκειται για άγνοια, αν το θέμα δεν ήταν τόσο λεπτό και τόσο σημαντικό και αν μέχρι τώρα όλες οι κυβερνήσεις (πλην ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ) δεν το είχαν χειριστεί σε κλίμα εθνικής συναίνεσης και συνεννόησης. Πριν από όλα, οι προηγούμενες κυβερνήσεις και συγκεκριμένα η κυβέρνηση με πρωθυπουργό τον Αντώνη Σαμαρά, την οποία υπονοεί αλλά δεν κατονομάζει, ουδέποτε είχε προτάξει τη νομική πλευρά. Είχε αναθέσει σε δικηγορικό γραφείο του Λονδίνου, με το οποίο συνεργάστηκε και ο τέως πρόεδρος της Διεθνούς Ενωσης για την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα, να διερευνήσει τη δυνατότητα νομικής διεκδίκησης. Δεν είχε προβεί σε καμία άλλη ενέργεια, ενώ συνέχιζε σταθερά την προσπάθεια πολιτιστικής και πολιτικής διπλωματίας μέσω φορέων όπως η UNESCO. Μάλιστα, το πόρισμα παρελήφθη από την νυν κυβέρνηση. Εφόσον δεν το είχε στα χέρια της, πώς προέταξε τη νομική διεκδίκηση κατά τους ισχυρισμούς της κας Κονιόρδου;
Η βρετανική κυβέρνηση, η οποία όλα αυτά τα χρόνια αρνείται να συζητήσει έστω το ζήτημα, κρυπτόμενη πίσω από το Βρετανικό Μουσείο, είχε αρνηθεί την πρόταση της χώρα μας να μετάσχει η UNESCO ως διαμεσολαβήτρια στον σχετικό διάλογο μεταξύ των δύο μερών. Φυσικά, δεν είναι η πρώτη φορά που η βρετανική πλευρά απορρίπτει ελληνική πρόταση. Για την ακρίβεια, δεν έχει δεχτεί καμία, ποτέ.
Η αντιστροφή της εικόνας είναι μέγα ατόπημα από την υπουργό Πολιτισμού. Η άγνοιά της πως η Μεγάλη Βρετανία είναι αδιάλλακτη, αρνητική και απορριπτική στο αίτημα της επιστροφής όπως και στις προτάσεις μας, δεν δικαιολογείται. Και δεν μπορεί υπουργός της Ελλάδας να αποσείει τις τεράστιες και μοναδικές ευθύνες μιας κυβέρνησης άλλου κράτους, που κατακρατά εν γνώσει του κλεμμένες αρχαιότητες. Δεν μπορεί να αθωώνει τους Βρετανούς και να ενοχοποιεί Ελληνες για καταφανείς μικροπολιτικούς σκοπούς. Θα έπρεπε να είχε μελετήσει το ζήτημα και να μην προσφέρει βέλη στην άλλη πλευρά με απαράδεκτες δηλώσεις.
Εάν η Ελλάδα κατόρθωσε να κρατήσει ζωντανό το θέμα της επιστροφής των Μαρμάρων του Παρθενώνα στις συνειδήσεις όλου του πλανήτη, το κατάφερε ασκώντας εθνική πολιτική. Στις επιτροπές που κατά καιρούς συγκροτούσε το υπουργείο Πολιτισμού είχαν θέση άνθρωποι όλων των πολιτικών πεποιθήσεων. Στο Ευρωκοινοβούλιο, όπως και στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, δεχόταν όποια στήριξη της προσφερόταν από όποιες πολιτικές ομάδες. Είναι αδιανόητο σήμερα να εμφανίζονται ως φταίχτες οι έλληνες πολιτικοί και ως περίπου αθώα η Βρετανία. Πολλώ μάλλον, που η συγκεκριμένη κυβέρνηση μόνο γκάφες κάνει σε αυτό το μείζον εθνικό θέμα. Όλα αυτά που λέει η υπουργός για πολιτιστική διπλωματία, αποτελούν αντιγραφή της πολιτικής προηγούμενων υπουργών πολιτισμού και μάλιστα, τώρα, εξαγγέλλονται από τα υπουργικά χείλη χωρίς ειδικό σχεδιασμό.
Ως προς τα υπόλοιπα που δήλωσε, για τον αρχαίο πολιτισμό και τον σύγχρονο, θα μπορούσαν να διδάσκονται στο μάθημα της έκθεσης ιδεών στα φροντιστήρια. Βεβαίως, δεν είναι όλα τα κομμάτια προς αντιγραφή. Ας δούμε επί παραδείγματι τι λέει εδώ:
«Στον τομέα του πολιτισμού παρόλη την κρίση υπάρχει ένα οργασμός δραστηριοτήτων με ηρωικές καταστάσεις, ανθρώπων που δεν πληρώνονται κι όμως συνεχίζουν και δημιουργούν και προσφέρουν. Αυτό δείχνει πραγματικά ένα μεγαλείο που έχει η ελληνική ψυχή, που στα δύσκολα ξαφνικά βγαίνουν στιγμές όπως αυτές που ζήσαμε με τους πρόσφυγες. Προσφέρουμε από το υστέρημα μας στους ανθρώπους αυτούς που δοκιμάζονται σε χειρότερη μοίρα από εμάς, που χάνουν τα πάντα. Αυτό πραγματικά με κάνει περιφανή (σ.σ. περήφανη; Περιφανή; Έχει ιδέα τι θα πει περιφανής;) που είναι Ελληνίδα, είναι τιμή να λέγεσαι Έλληνας!»
Επειδή πρόκειται για μετάφραση δηλώσεών της, ας πούμε πως χαθήκαμε στη μετάφραση.
Αντιγόνη Καρατάσου
(φωτογραφία: SOOC)