Την άποψη ότι οι τιμές στην ενέργεια θα παραμείνουν ψηλά για χρόνια, τουλάχιστον μέχρι να ολοκληρωθεί η πράσινη μετάβαση, καθώς το ράλι έχει πολύ πιο δομικά χαρακτηριστικά, μεταφέρει στο Liberal ο αναλυτής της Bank of America, Θανάσης Βαμβακίδης.
Καθώς πλησιάζει ο χειμώνας, τα πράγματα θα χειροτερέψουν προτού βελτιωθούν, όπως λέει, ωστόσο ακόμη και αν οι τιμές αποκλιμακωθούν, οι βαθύτερες αιτίες που συντηρούν την ανισορροπία στις ενεργειακές αγορές θα χρειαστούν πολύ χρόνο για να αντιμετωπιστούν. Εκτιμά ότι ένας κρύος χειμώνας μπορεί να ωθήσει τις τιμές στο ντίζελ πάνω από τα 120 δολάρια το βαρέλι και του μπρεντ πάνω από τα 100. Τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο στην δεκαετία του 1970, όπως λέει, ωστόσο η ενεργειακή κρίση θα φέρει υψηλότερο πληθωρισμό, χαμηλότερη ανάπτυξη.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Προ ημερών έκθεση της BofA έκανε την πρόβλεψη ότι το πετρέλαιο ενδεχομένως και να ξεπεράσει τα 100 δολάρια. Και προειδοποιούσε ότι όπως συνέβη τη δεκαετία του 1970 και το 2008, έτσι και τώρα θα μπορούσε να γίνει ο αποσταθεροποιητικός παράγοντας που θα φέρει την επόμενη μακροοικονομική κρίση. Πόσο μακριά είμαστε από αυτό;
Η τρέχουσα ενεργειακή κρίση προκάλεσε έκπληξη για τις αγορές, αλλά δεν έπρεπε. Η απότομη πτώση των αποθεμάτων σε μια συγκυρία μεγάλης αύξησης της ζήτησης μετά την επαναλειτουργία της οικονομίας, σε συνδυασμό με μια παγκόσμια συμφόρηση στην προμήθεια, προϊδέαζαν εδώ και καιρό για το ατύχημα. Διαρθρωτικά ζητήματα που αφορούν υποεπένδυση και νέοι κανονισμοί στην ενέργεια, έπαιξαν επίσης κρίσιμο ρόλο. Εκτιμάμε ότι ένας κρύος χειμώνας μπορεί να ωθήσει τις τιμές στο ντίζελ πάνω από τα 120 δολάρια το βαρέλι και του μπρνετ σε πάνω από 100.
Τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα όσο στην δεκαετία του 1970, αλλά η απότομη αύξηση των τιμών ενέργειας, σε συνδυασμό με άλλα αρνητικά μετά-πανδημικά σοκ που αφορούν προβλήματα στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού, είναι πιθανό να οδηγήσουν σε συνεχείς πιέσεις των τιμών και ασθενέστερη ανάπτυξη. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια μίνι στασιμότητα, που μεταφράζεται σε πληθωρισμό πάνω από τις εκτιμήσεις και σε ανάπτυξη κάτω από τις προσδοκίες.
Στο φυσικό αέριο, τα προθεσμιακά συμβόλαια (TTF), έπειτα από το ρεκόρ των 100 ευρώ / MWh, κινούνται πέριξ των 90 ευρώ/ MWh, αυξημένα κατά 500% σε σχέση με τέτοια εποχή πέρυσι. Βλέπετε κλιμάκωση ή αποκλιμάκωση; Κυρίως όμως βλέπετε, οι τιμές να επιστρέφουν κάποια στιγμή στα περυσινά επίπεδα (15 ευρώ/ MWh) ή θα παγιωθούν σταθερά πιο ψηλά;
Καθώς πλησιάζει ο χειμώνας, τα πράγματα θα χειροτερέψουν πριν να βελτιωθούν, ενώ οι ενεργειακές τιμές πιθανώς θα παραμείνουν μακροπρόθεσμα υψηλές. Ορισμένα από τα τρέχοντα προβλήματα εφοδιασμού των αγορών πιθανό να επιλυθούν τους επόμενους μήνες. Παρ' όλα αυτά, εξακολουθούν να ισχύουν μακροπρόθεσμοι παράγοντες για την ανισορροπία των τιμών οι οποίοι για να αντιμετωπιστούν ενδεχομένως χρειαστούν χρόνο.
Η Ευρώπη είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις υψηλές τιμές φυσικού αερίου. Πέρα από το καιρικό ζήτημα, η υποεπένδυση παραμένει παράγοντας ανησυχίας για τα commodities, συνδυαστικά με την έλλειψη επενδύσεων σε συμβατικές μορφές ενέργειας. Οι επενδυτές είναι επιφυλακτικοί τόσο όσον αφορά τις φτωχές αποδόσεις των επενδύσεων της περασμένης δεκαετίας, όσο και απέναντι στις πράσινες πολιτικές. Σαν αποτέλεσμα, η δύσκολη κατάσταση στις αγορές ενέργειας θα μπορούσε να διατηρηθεί για αρκετά χρόνια έως ότου ο πλανήτης ολοκληρώσει την πράσινη μετάβαση.
Ακόμη και αν μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2022 οι τιμές αποκλιμακωθούν, όπως εκτιμούν κάποιοι αναλυτές και η ενεργειακή κρίση αποτελέσει παρελθόν, φοβάστε ότι μέχρι τότε μπορεί να πυροδοτήσει, ειδικά στην ΕΕ, ανεξέλεγκτα φαινόμενα; Από αύξηση του ευρωσκεπτικισμού έως βίαιες αντιδράσεις, πλήττοντας την ανάπτυξη του 2021 και 2022, αλλά και υπονομεύοντας το EU Green Deal;
Νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερη διαφάνεια ως προς τα κόστη της μετάβασης στην πράσινη οικονομία. Το κόστος του να μην κάνεις αρκετά για να αλλάξεις ενεργειακό μοντέλο μπορεί να είναι τεράστιο. Επίσης όμως πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το να κάνεις αρκετά και με γρήγορη ταχύτητα, επίσης μπορεί να έχει υψηλό κόστος.
Η μετάβαση μπορεί να είναι απαραίτητη, αλλά ποτέ δεν σήμαινε ότι θα ήταν εύκολη ή φθηνή. Στην πρόσφατη δημόσια συζήτηση δόθηκε έμφαση στην ανάγκη αντιμετώπισης των κλιματικών προκλήσεων, ωστόσο δεν εξηγήθηκε αρκετά το κόστος της μετάβασης. Και μπορεί όσο περισσότερο να περιμένουμε, τόσο υψηλότερο να γίνεται αυτό το κόστος, ωστόσο οφείλουμε να παρέχουμε καλύτερη πληροφόρηση στο κοινό, ώστε να αποφύγουμε κοινωνικές αντιδράσεις, όσο θα καταφτάνουν οι αυξημένοι λογαριασμοί.
Τόσο οι δημοσιονομικές, όσο και οι νομισματικές πολιτικές, θα πρέπει να εστιάζουν περισσότερο στο πώς θα προετοιμάσουν καλύτερα τους πολίτες, ελαχιστοποιώντας τα κόστη. Με κοινωνικές πολιτικές για τα πιο ευάλωτα τμήματα του πληθυσμού καθώς και ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας, προκειμένου να βοηθήσουν εργαζομένους να μετακινηθούν σε νέους τομείς καθώς οι οικονομίες εισέρχονται σε μια πολυετή αναδιάρθρωση.
Τελικά, τι μας διδάσκει όλη αυτή η τέλεια ενεργειακή καταιγίδα, απόρροια των χαμηλών αποθεμάτων στο φυσικό αέριο, της ζήτησης από Κίνα, των γεωπολιτικών παιχνιδιών της Ρωσίας και της πολιτικής πράσινης μετάβασης της ΕΕ που έχει εκτινάξει τους ρύπους;
Χρειαζόμαστε καλύτερο διεθνή συντονισμό και συνεργασία. Η τελευταία ενεργειακή κρίση είναι ακόμα μια περίπτωση στην οποία κάθε χώρα ήταν λίγο πολύ μόνη της και για τον εαυτό της. Ωστόσο, οι προκλήσεις και τα σοκ είναι κοινά. Η συνεργασία στη μετα-πανδημική περίοδο για την αντιμετώπιση της συμφόρησης στην προμήθεια, τόσο στον τομέα της ενέργειας, όσο και σε άλλους, προκειμένου να εξασφαλισθεί μια ομαλότερη μετάβαση σε μια πιο πράσινη οικονομία, είναι το καλύτερο για όλους. Αλλά δεν είμαστε ακόμα εκεί.
Τι δείχνει το γεγονός ότι ο πλανήτης πιάστηκε στον ύπνο; Δεν θα έπρεπε για παράδειγμα η Ευρώπη να είχε φτιάξει από πριν κατάλληλες «άμυνες», όπως μηχανισμούς προστασίας των καταναλωτών από απότομες διακυμάνσεις;
Πρέπει να πω, ότι όταν στις αρχές του 2021 γράψαμε πρώτοι για πιθανά σοκ στην παγκόσμια προσφορά, ικανά να οδηγήσουν σε κίνδυνους στασιμότητας, οι επενδυτές μας έλεγαν ότι είμαστε αρκετά απαισιόδοξοι. Καθώς τα προβλήματα συνεχώς συσσωρεύονταν, οι αγορές παρέμεναν εφησυχασμένες. Η πραγματική οικονομία είχε σταδιακά αρχίσει να κλονίζεται, αλλά οι ισχυρές επιπτώσεις από την επαναλειτουργία και τα δημοσιονομικά πακέτα στήριξης στρέβλωναν την εικόνα. Οι αγορές ξύπνησαν από την ενεργειακή κρίση μόνο την περασμένη εβδομάδα, όταν τόσο η Ευρώπη όσο και η Κίνα βρέθηκαν «στριμωγμένες στη γωνία».
Κατά την διάρκεια του ετήσιου φόρουμ της ΕΚΤ την περασμένη εβδομάδα, όλοι οι κεντρικοί τραπεζίτες παραδέχτηκαν ότι η ενεργειακή κρίση τους αιφνιδίασε και ότι τα σοκ στον τομέα της προμήθειας μπορεί να είναι πιο επίμονα από ό, τι αρχικά πιστεύαμε.
Ωστόσο, δεν υπάρχουν πολλά που να μπορούν να κάνουν οι κεντρικές τράπεζες. Οι πολιτικές ζήτησης ως απάντηση στα σοκ της προσφοράς είναι αναποτελεσματικές και μάλιστα αντιπαραγωγικές. Σαν αποτέλεσμα των παραπάνω και ως απάντηση στους πληθωριστικούς κινδύνους, ενδεχομένως η νομισματική πολιτική να χρειαστεί να σφίξει, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ όπου δεν υπάρχουν πλέον κενά στην παραγωγή και αυτή έχει επανέλθει σε κανονικά επίπεδα.