Την ώρα που το θέμα της αξιοπιστίας της ίδιας της Ε.Ε. τίθεται στο τραπέζι των συζητήσεων αναφορικά με την στάση της έναντι της προκλητικότητας της Τουρκίας, χώρες μέλη εμφανίζονται να αρνούνται την εφαρμογή κυρώσεων όπως προβλέπει η απόφαση της Συνόδου Κορυφής του Οκτωβρίου. Η ελληνική πλευρά εργάζεται στο πλαίσιο της αλλαγής του προσχεδίου που προβλέπει κυρώσεις μόνο σε πρόσωπα και εταιρείες, εν τούτοις η κατάσταση χαρακτηρίζεται δύσκολη.
Το θέμα της Τουρκίας θα τεθεί στο δείπνο των ηγετών των χωρών μελών της Ε.Ε. με την ελληνική πλευρά να επιχειρεί αλλαγές στο προσχέδιο που είδε ήδη το φως της δημοσιότητας και το οποίο πέραν μιας νέας φραστικής προειδοποίησης δείχνει να επιχειρεί την μετάθεση των αποφάσεων για την επόμενη Σύνοδο Κορυφής, πιθανότητα του Μαρτίου.
Μια τέτοια απόφαση θέτει πλέον υπό αμφισβήτηση την αξιοπιστία της ίδιας της Ένωσης πολύ δε περισσότερο όταν υπάρχουν χώρες που για λόγους οικονομικούς αρνούνται να αποδεχθούν την εφαρμογή ομόφωνων αποφάσεων όπως αυτή που αφορά σε κυρώσεις οικονομικού και άλλου επιπέδου.
Ο πρωθυπουργός φτάνοντας στη Σύνοδο ήταν σαφής ως προς τη θέση της Ελλάδας. Θέση που έδειξαν αρχικά να υιοθετούν τόσο ο πρόεδρος του Συμβουλίου Μισέλ όσο και ο πρωθυπουργός του Βελγίου.
Ως προς τη θέση του Εμανουέλ Μακρόν αυτή ήταν ξεκάθαρη. Άλλωστε η Γαλλία είναι από τις χώρες που μετ' επιτάσεως απαιτούν την εφαρμογή κυρώσεων στην Τουρκία.
Εν τούτοις χώρες μέλη, αρχής γενομένης από τη Γερμανία εμφανίζονται αρνητικές δυσκολεύοντας ή καθιστώντας και αδύνατη τη λήψη μιας απόφασης επιβεβαιωτικής ως προς αυτήν του Οκτωβρίου.
Η ελληνική αποστολή από την πρώτη στιγμή εργάζεται για αλλαγές στο προσχέδιο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης όπως έχει ήδη κάνει μέχρι στιγμή θα αναδείξει την παραβατική και εν πολλοίς προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας καθώς και το γεγονός ότι δεν ενστερνίστηκε τις σαφείς προειδοποιήσεις της Ε.Ε.
Στο πλαίσιο αυτό αν και πολλές χώρες της Ε.Ε., δείχνουν να υιοθετούν τις ελληνικές αναφορές και να αναγνωρίζουν το δίκαιο της Ελλάδας όπως και της Κύπρου η αδυναμία επίτευξης ομόφωνης απόφασης καθιστά δύσκολη την όποια θετική εξέλιξη.
Κυβερνητικές πηγές δήλωναν από τις Βρυξέλλες πως «θα εργαστούμε για να βελτιώσουμε το κείμενο συμπερασμάτων» καθώς και ότι υπάρχουν ακόμη και σήμερα «χώρες που δεν θέλουν τις κυρώσεις».
Και είναι ακριβώς οι χώρες που βάζουν τα οικονομικά τους συμφέροντας πάνω από την κοινή και ομόφωνη δράση της Ε.Ε. πολύ δε περισσότερο όταν αφορά περιπτώσεις όπως η Τουρκία η στάση της οποίας προκαλεί ζήτημα ηθικής και πολιτικής τάξης.