Οι πλειστηριασμοί και η «γραμμή Μαζινό» της κυβέρνησης, ο δύσκολος τοκετός στην κεντροαριστερά, το πικρό ποτήρι της αξιολόγησης και ο απόηχος των γερμανικών εκλογών είναι τα θέματα του νέου Δελτίου ανάλυσης του Δικτύου.
Δηλώσεις Α. Τσίπρα, Αύγουστος 2013
«Ας μην τολμήσουν ούτε να το σκεφτούν ο κ. Σαμαράς και η συνιστώσα του, το ΠΑΣΟΚ του Βενιζέλου, ας μην τολμήσουν να διανοηθούν να προχωρήσουν σε πλειστηριασμό της πρώτης κατοικίας . Αρκετά ρούφηξαν οι τραπεζίτες από το υστέρημα του μέσου Έλληνα.Δεν θα βγάλουν στο σφυρί και την πρώτη κατοικία άνεργων και χαμηλόμισθων που αδυνατούν να ξεπληρώσουν τοκογλυφικά δάνεια.
Όσο υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ πλειστηριασμός πρώτης κατοικίας δεν θα γίνει στην Ελλάδα»
Δηλώσεις Α. Τσίπρα, Ρόδος 15/01/2015
Κατηγορηματική δέσμευση για απόλυτη προστασία της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς, που απελευθέρωσε η κυβέρνηση Σαμαρά, και κατάργηση του ΕΝΦΙΑ, που οδήγησε σε χρεοκοπία χιλιάδες νοικοκυριά, ανέλαβε από τη Ρόδο ο Αλ. Τσίπρας.
«Κανένα σπίτι σε χέρια τραπεζίτη» δήλωσε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, υιοθετώντας ρητώς το σύνθημα του κινήματος κατά των πλειστηριασμών
Βασικό σκέλος της ομιλίας του Αλέξη Τσίπρα αποτέλεσε το θέμα των πλειστηριασμών, ιδιαίτερα με αφορμή την επίσκεψη του Ισπανού Mariano Rajoy, του «πρωθυπουργού των πλειστηριασμών και των εξώσεων», στην Αθήνα.
Υπενθύμισε ότι στην Ελλάδα «οι πλειστηριασμοί απελευθερώθηκαν από 1/1 του 2015», πως «και οι δύο σχετικές τροπολογίες που καταθέσαμε στη Βουλή για παράταση της αναστολής καταψηφίστηκαν από τη Νέα Δημοκρατία, ενώ τα κοράκια των distress funds είναι έτοιμα να πέσουν πάνω στους δανειολήπτες».
Πρόταση τμήματος μικρομεσαίων επιχειρήσεων ΣΥΡΙΖΑ1
Μόνη αποδεκτή λύση για την συνέχιση λειτουργίας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, είναι η σεισάχθεια των οφειλών προς τις τράπεζες, με μέτρα άμεσης ανακούφισης, με περιορισμό του οφειλόμενου κεφαλαίου και των τόκων που έχουν επιβληθεί, αναφέρει σε ανακοίνωσή του για τα «κόκκινα δάνεια» το Τμήμα Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων ΣΥΡΙΖΑ.
Κίνημα ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ για εκλογές του 2015 - 12/01/20152
Ευχαριστούμε τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ που μας προσέφεραν θέσεις στα ψηφοδέλτιά τους, τις οποίες για διαφορετικούς λόγους δεν αποδεχτήκαμε. Αναγνωρίζουμε ότι μέσω των διεργασιών αυτών δημιουργήθηκε γόνιμο έδαφος για μετωπικές συμπορεύσεις και συνεργασίες μετεκλογικά, πρώτα και κύρια στους δρόμους του αγώνα.
Ένα είναι το βέβαιο. Ότι η σημερινή κυβέρνηση όχι μόνον πρέπει να ανατραπεί, αλλά να καταποντιστεί. Η ανατροπή της αποτελεί αναγκαίο αλλά όχι ικανό όρο για την οικοδόμηση μίας νέας ανθρωποκεντρικής κοινωνίας.
Οι πλειστηριασμοί, τα κόκκινα δάνεια και το κίνημα που γιγαντώθηκε υπό την καθοδήγηση του ΣΥΡΙΖΑ τα προηγούμενα χρόνια, ήταν και είναι ακόμα η ραχοκοκαλιά, η σπονδυλική στήλη του σκληρού πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι ό,τι έχει απομείνει άθικτο από την μνημονιακή προσαρμογή του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι πλειστηριασμοί σπιτιών και περιουσιών είναι ένας εφιάλτης που κρατάει καθημερινά πλέον σε υπερένταση την κυβέρνηση. Η Κυβέρνηση ελπίζει – και θα προσπαθήσει να μεθοδεύσει - ότι οι πρώτοι πλειστηριασμοί που αναπόφευκτα θα συνεχιστούν στην προσπάθεια του Δημοσίου να εισπράξει χρέη, και των τραπεζών να εκκαθαρίσουν τους προβληματικούς ισολογισμούς τους - θα είναι βίλες πλουσίων μπαταχτσήδων και ακίνητα χρεοκοπημένων εταιρειών, κάτι που όμως θα έπρεπε να έχει γίνει ήδη εδώ και χρόνια...
Παράλληλα η Κυβέρνηση θερίζει τώρα τους δικούς της παλιούς σπόρους, δηλαδή, ένα νέο κίνημα «ενάντια στους πλειστηριασμούς» στελεχωμένο από ανθρώπους με τους οποίους στελέχη της σημερινής κυβέρνησης διέκοπταν μαζί τις δίκες. Αυτός ο συνδυασμός των πρώην συντρόφων που σχηματίζουν κλοιό στα δικαστήρια και των εικόνων που αρχίζουν να θυμίζουν Ισπανία, είναι ό,τι χειρότερο για το επικοινωνιακό αφήγημα της κυβέρνησης, γιατί εκεί που οι δανειολήπτες κινδυνεύουν να χάσουν τα σπίτια τους, στον ΣΥΡΙΖΑ χάνουν το ηθικό και επικοινωνιακό πλεονέκτημα πίστευαν ότι είχαν διασφαλίσει.
Το έδαφος έχει ήδη στρωθεί από τη στιγμή που η κυβέρνηση συμφώνησε μέσα στο 2016 με τους δανειστές να αρθούν πλήρως όλοι οι περιορισμοί στους πλειστηριασμούς και να διατηρηθεί προσωρινά ένα σύνθετο και ιδιαίτερα αυστηρό πλαίσιο προστασίας μόνο για την πρώτη κατοικίας ως το 2018.
Ακόμη και αυτή η προστασία, όμως, προσφέρεται υπό δύο πολύ συγκεκριμένους όρους, πέραν των εισοδηματικών και λοιπών κριτηρίων: αφενός ότι ο δανειολήπτης θα ρυθμίσει το δάνειό του κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται ότι οι πιστωτές δεν θα βρεθούν σε χειρότερη οικονομική θέση από αυτή που θα βρίσκονταν σε περίπτωση πλειστηριασμού, και αφετέρου ότι όλα τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία που θα κρίνει το δικαστήριο, θα μπορούν να κατάσχονται και να εκποιούνται προκειμένου να αποπληρώνονται οι πιστωτές.
Ηλεκτρονικοί ή όχι, οι πλειστηριασμοί πρώτης κατοικίας θα έχουν ισχυρό αντίκτυπο, αφενός κοινωνικό, αφετέρου πολιτικό αφού σημαίνουν άλλη μια διάψευση προσδοκιών για ένα μέρος του κόσμου που είχε πιστέψει το «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη» και αναμφίβολα για τις ίδιες τις τράπεζες.
Τόσα χρόνια οι τελευταίες απέφευγαν τους πλειστηριασμούς τόσο για κοινωνικούς λόγους, όσο και για καθαρά οικονομικούς, φοβούμενες ότι θα πλημμύριζε η αγορά με χιλιάδες ακίνητα, βουλιάζοντας περαιτέρω τις τιμές. Ο κόμπος όμως έχει φτάσει στο χτένι καθώς μέχρι το 2019 υποχρεούνται να έχουν μειώσει κατά 40 δισ. ευρώ τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά τους, και ενώ το ΔΝΤ έχει βάλει ανοικτά θέμα νέου διαγνωστικού ελέγχου της κεφαλαιακής τους επάρκειας. Παρέμβαση που αναμφίβολα θα προκαλέσει προβλήματα στο ταλαιπωρημένο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καθώς έλεγχος χωρίς αποτελέσματα δεν είναι έλεγχος.
Αυτός είναι ο λόγος που θα προσπαθήσει να αποκρούσει τις νέες απειλές από τους Θεσμούς. Είναι όμως, μία «γραμμή Μαζινό» αυτή που έχει χαράξει ο ΣΥΡΙΖΑ. Θα προσπεραστεί από τις εξελίξεις και πριν αυτό γίνει…θα προκύψουν εκλογές.3
Ο… στραβός γιαλός της ελληνικής κεντροαριστεράς
Έχουμε τονίσει επανειλημμένως και λεπτομερώς σε προηγούμενα Δελτία τα ενδεδειγμένα βήματα για την ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου της Ελλάδας σε έναν νέο και ενιαίο κομματικό φορέα. Παρά τις γενναίες αποφάσεις που πάρθηκαν για την έναρξη ανοιχτής διαδικασίας και την …κινητικότητα που προκλήθηκε μέσα από την προκήρυξη εκλογών και τις υποψηφιότητες που κατατέθηκαν, καθημερινά αναδεικνύονται μικρότερα ή μεγαλύτερα αδιέξοδα με αποτέλεσμα να μην μπορεί κανείς με σιγουριά ακόμα, να αναφερθεί ούτε στην ακριβή ημερομηνία των εκλογών. Μια διαδικασία που ξεκίνησε χωρίς να έχουν συμφωνηθεί και ξεκαθαριστεί, ουσιαστικά πολιτικά και οργανωτικά ζητήματα, πάσχει εν τη γενέσει της και δύσκολα θα ολοκληρωθεί με αξιοπιστία. Ακόμη δυσκολότερα θα προσελκύσει την κρίσιμη κοινωνική αποδοχή και συμμετοχή που απαιτείται για να σηματοδοτήσει την επανάκτηση υπολογίσιμου πολιτικού εδάφους από τον προοδευτικό χώρο στο εγχώριο πολιτικό σύστημα. Κι όσο το …στραβό αρμένισμα θα συνεχίζεται αμέριμνο, μέσα από υστερόβουλες επιδιώξεις, αστερίσκους και προσωπικές στρατηγικές, τόσο το καράβι θα πλέει προς τις συμπληγάδες της σκληρής πολιτικής πόλωσης μεταξύ των δύο υπαρχόντων μεγάλων κομμάτων.
Η αξιολόγηση πέρα από τα προαπαιτούμενα
Η ελληνική κυβέρνηση, ανοίγοντας έναν ακόμα μεταρρυθμιστικό φάκελο, αυτήν την φορά της Αξιολόγησης στο δημόσιο, έπεσε ξανά επάνω στον ύφαλο της ισοπεδωτικής προεκλογικής ρητορικής και του λαϊκίστικου πολιτικού προγραμματισμού της. Σημερινά κυβερνητικά στελέχη, από καπετάνιοι του αντάρτικου απέναντι σε κάθε αξιολόγηση και παρέμβαση στην δημόσια διοίκηση που επιχειρήθηκε τα προηγούμενα χρόνια, προσπαθούν να παρουσιαστούν σήμερα ως μεταρρυθμιστικοί ταγοί και μεταμορφωτές της δημόσιας διοίκησης. Ο τρόπος όμως που επιχειρούν να υλοποιήσουν τις συγκεκριμένες πολιτικές, όσο κι αν έχουν τροποποιήσει την ρητορική τους, φανερώνει για μια ακόμα φορά, πως απλώς υλοποιούν προαπαιτούμενα της συμφωνίας με τους δανειστές, τα οποία ούτε πιστεύουν ιδεολογικά, ούτε διευκολύνουν τις σχέσεις τους με το βασικό τους στελεχιακό δυναμικό και την κομματική τους …πελατεία. Ο τρόπος με τον οποίο προσεγγίζεται το θέμα της Αξιολόγησης, θα καταγραφεί ως μια ακόμη χαμένη ευκαιρία εκσυγχρονισμού του κράτους και σπαταλημένος χρόνος στην πορεία της ανάκαμψης της χώρας.
Το ζήτημα της Αξιολόγησης απεναντίας, χρειάζεται μια ολιστική προσέγγιση της δομής και λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης και βαθειά αλλαγή, όχι μόνο σε τεχνικό επίπεδο καταγραφής προσόντων, ωραρίων, αντικειμένων εργασίας κλπ αλλά και της μέχρι σήμερα φιλοσοφίας της παραγωγικότητας και της εργασιακής υπόστασης των στελεχών του δημοσίου. Η ανατροπή τριών βασικών χαρακτηριστικών δείχνει τον δρόμο που πρέπει να ακολουθηθεί:
1) Η ελληνική δημόσια διοίκηση δεν είναι δομημένη στη βάση «παραγωγής αποτελεσμάτων» όπως ισχύει σε κάθε παραγωγική διαδικασία και εργασιακό περιβάλλον4. Είναι δομημένη για να τηρεί τις προβλεπόμενες από τους νόμους, κανονισμούς και διαδικασίες. Το όποιο προϊόν παράγεται, είναι υποπροϊόν της τήρησης των οδηγιών και δεν αποτελεί αυτοσκοπό του έργου και της λειτουργίας του δημοσίου.
2)Δεν υπάρχει σαφής επιμερισμός των ευθυνών, ως προς την ανάληψη συγκεκριμένων αποστολών και στόχων προς διεκπεραίωση, ώστε να μπορεί μετά να υπάρξει λογοδοσία αποτελεσματικότητας και ολοκλήρωσης έργου. (πράγματα …αυτονόητα στον ιδιωτικό τομέα)
3)Τα παραγωγικά κίνητρα ή κυρώσεις ασυνέπειας είναι από χαλαρά έως ανύπαρκτα. Οι αποδοχές, οι μεταθέσεις, οι αποσπάσεις (νόμιμες ή… νομότυπες) είναι εντελώς αποσυνδεδεμένα από κάθε έννοια απόδοσης του υπαλλήλου5.
Αν δεν επιχειρηθεί μια γενναία τομή μετασχηματισμού του παραπάνω κραταιού εργασιακού μοντέλου, μέσα από την αξιοποίηση των μέχρι σήμερα εκθέσεων και προτάσεων, τόσο του Εθνικού Κέντρου Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης όσο και της Task Force, η Αξιολόγηση θα παραμένει μια ακόμα υποκριτική διατύπωση, για να κλείνουν όπως-όπως τα προαπαιτούμενα που έχουν θέσει οι δανειστές.
Τι θα αλλάξει στη Γερμανία
Λιγότερο η οικονομία και περισσότερο η μεταναστευτική πολιτική.
Θα μπορούσε επίσης κάποιος να ισχυρισθεί ότι το ίδιο ισχύει για άλλα θέματα, π.χ. η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Στο παρελθόν σε προηγούμενο Δελτίο μας έχουμε αναφερθεί στο ενδεχόμενο ανάληψης του υπουργείου Οικονομικών από στέλεχος του κόμματος των Ελεύθερων Δημοκρατών αντί του κ. Schaeuble. Είναι λογικό να υπάρχει ανησυχία για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, αλλά αυτό είναι μία πράξη ετεροπροσδιορισμού ως προς τα ελληνικά πράγματα. Δεν πρέπει να μας αποσπά από την ανάγκη ταχείας ολοκλήρωσης της τρίτης αξιολόγησης, αλλά αντιθέτως να κινητοποιεί πιο άμεσα την Κυβέρνηση. Υπό αυτές τις συνθήκες η Κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να κλείσει το ταχύτερο την τρίτη αξιολόγηση και να αποφύγει περιπλοκές και ατραπούς που θα περιπλέξουν την κατάσταση.
Στη μεγάλη εικόνα όμως, είτε οι Ελεύθεροι Δημοκράτες μαζί με τους πράσινους και τους χριστιανοδημοκράτες σχηματίσουν κυβέρνηση είτε κάποια άλλη λύση δοθεί, κυβέρνησης μειοψηφίας, η ουσία δεν αλλάζει. Το γερμανικό οικονομικό μοντέλο της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς θα παραμείνει ως έχει, για να προστατευθεί η ανταγωνιστικότητα της βιομηχανικής βάσης και η απασχόληση.
Η Γερμανία θα συνεχίσει να τρομάζει μπροστά στον υπερπληθωρισμό του μεσοπολέμου και η νέα κυβέρνηση θα επιμείνει στη γραμμή που το ευρώ να ευνοεί τις γερμανικές εξαγωγικές εταιρείες πολύ περισσότερο από ό,τι αν το νόμισμα ήταν το γερμανικό μάρκο.
Η Γερμανία θα επιμείνει επίσης στην εφαρμογή της πρόσφατης Συνθήκης για τη Δημοσιονομική Ένωση, με τις ποινές που προβλέπονται για τους παραβάτες, καθώς και στην πολιτική του ελέγχου των θεσμών της ΕΕ. Και φυσικά η νέα γερμανική κυβέρνηση δεν πρόκειται να δεχθεί να εκδοθούν ευρωομόλογα με κοινή εγγύηση από τις χώρες-μέλη καθώς ανησυχεί μήπως καταλήξει να πληρώσει αυτή μεγάλο μέρος του λογαριασμού. Το σημείο αυτό θα αποτελέσει ένα ενδιαφέρον πεδίο διαπραγμάτευσης ανάμεσα στη νέα γερμανική Κυβέρνηση και το Γάλλο Πρόεδρο που διατύπωσε απόψεις πιο προωθημένες από αυτές που μπορούν ή δέχονται να συζητήσουν οι Γερμανοί μετά και το εκλογικό αποτέλεσμα στη χώρα.
* Ο κ. Γιάννης Μαστρογεωργίου είναι διευθυντής Δικτύου, ο κ. Γιώργος Παπούλιας πολιτικός Επιστήμονας και ο Βασίλης Γαβαλάς συνεργάτης του Δικτύου