Η τρέχουσα κυβερνητική πολιτική εστιάζει σε δύο μεταρρυθμίσεις που αφορούν το ασφαλιστικό και το εκπαιδευτικό.
Στο Ασφαλιστικό επιχειρείται μια ουσιαστική μεταρρύθμιση μακρόπνοου χαρακτήρα που αλλάζει πλήρως το θεσμικό πλαίσιο για τις νέες γενιές και εκμοντερνίζει την απαρχαιωμένη αντίληψη ότι οι νέοι πρέπει εξολοκλήρου να πληρώνουν τις συντάξεις των μεγαλύτερων.
Επίσης, το ζήτημα με τις εκκρεμείς συντάξεις είναι κάτι το οποίο δεν κάνει περήφανη μια συντεταγμένη πολιτεία. Στη μάχη για ταχύτερη απονομή νέων και εκκρεμών συντάξεων μπαίνουν πιστοποιημένοι ιδιώτες, δικηγόροι και λογιστές.
Μέτρο πολύ σωστό, ώστε παράλληλα με τη ψηφιοποίηση του χρόνου εργασίας να φτάσουμε να βγαίνουν οι συντάξεις αυτόματα με το πάτημα ενός κουμπιού.
Στο ζήτημα της ανώτατης εκπαίδευσης κάποιες από τις μεταρρυθμίσεις είναι στη σωστή κατεύθυνση αλλά δεν είναι επαρκείς για να φτάσουμε τα πανεπιστήμια των ανεπτυγμένων κρατών.
Τα πανεπιστήμια είναι τα στολίδια της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Πρέπει να είναι πλήρως ανεξάρτητα να λαμβάνουν όλες τις λειτουργικές τους αποφάσεις και να αξιολογούνται για αυτές τις αποφάσεις από το δημόσιο με βάση την ποιότητα της ερευνητικής και της διδακτικής τους αποστολής.
Και πρέπει η αξιολόγηση να αμείβει όσους πετυχαίνουν περισσότερα. Πρέπει όμως το δημόσιο να αξιολογεί τις επιλογές των πανεπιστημίων, όχι όσα το ίδιο το κράτος επιβάλλει.
Το ζητούμενο όπως πάντα είναι το αποτέλεσμα. Ακόμη και αν η κυβέρνηση συναντήσει αντιδράσεις από ομάδες συμφερόντων, όπως συνέβη το τελευταίο διάστημα τόσο στα εργασιακά όσο και στο πανεπιστήμιο, η μακροπρόθεσμη τύχη ενός λαού εξαρτάται από τη σοφία της.
Στην ελληνική περίπτωση η ιστορία συγχωρεί τους πολύ τολμηρούς και τις αξίες. Χρειαζόμαστε το «δόγμα Ντράγκι, δηλαδή whatever it takes, ό,τι χρειάζεται».
* Ο Μάνθος Ντελής είναι καθηγητής Χρηματοικονομικής στο Montpellier Business School