«Δεν είμαι δολοφόνος, είμαι άνθρωπος της προσφοράς. Ποτέ δεν υποσχέθηκα σε κανένα ότι μπορεί να γίνει καλά με βότανα από ανίατες νόσους. Πίστευα και πιστεύω ότι κάποιος μπορεί να γίνει καλά με τη δύναμη του Θεού. Πιστεύω ότι υπάρχει ένα βότανο για κάθε νόσο που μπορεί να την θεραπεύσει, αυτό το έχει πει ο Θεός που βρίσκεται πάνω σας».
Οι φράσεις αυτές καθώς και η δήλωσή του πως «ο Θεός επιλέγει ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει», συνοψίζουν το νόημα της απολογίας του 49χρονου Νίκου Κοντοστάθη ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου όπου δικάζεται για 12 ανθρωποκτονίες και 14 απόπειρες ανθρωποκτονιών βαρέως πασχόντων ασθενών στους οποίους εμφανιζόταν ως Dr. Kontos.
Δεν είναι τυχαία άλλωστε η ερώτηση που δέχθηκε από την πρόεδρο του Δικαστηρίου η οποία επί αρκετή ώρα άκουγε τον 49χρονο να αναφέρεται σε ζητήματα θρησκευτικών πεποιθήσεων και πίστης.
-Πρόεδρος: Είναι μεγάλο κεφάλαιο η πίστη αρκεί να μην αποτελεί κεφάλαιο εκμετάλλευσης. Γιατί δεν αφήνατε στον Θεό τα πράγματα αλλά παρεμβαίνατε;
-Κατηγορούμενος: Κύρια πρόεδρε αυτοί ήρθαν και με βρήκαν. Δεν βρήκα εγώ κανένα.
Ο πρωταγωνιστής της συγκλονιστικής υπόθεσης που απασχολεί τη Δικαιοσύνη δύο χρόνια, εμφανίστηκε στους δικαστές ως ένας καλός χριστιανός με «τεράστια εμπειρική γνώση» στη βοτανολογία, καθώς «ο Θεός μου είχε δώσει ένα χάρισμα να γνωρίζω καλά τα βότανα», που η μόνη του «αμαρτία» ήταν ότι δεν διέψευσε ποτέ την ιδιότητα του διακεκριμένου γιατρού στην Αμερική που «από λάθος» διαδόθηκε για αυτόν: «Κάποια στιγμή έκανα ένα λάθος, όταν η φήμη μου βγήκε έξω από το Άγιον Όρος, κάποιος έψαξε για μένα, βρήκε ένα συνονόματο γιατρό στην Αμερική και διέδιδε ότι αυτός είμαι εγώ. Από εγωισμό και περηφάνια το άφησα να υποβόσκει και δεν το διέψευσα, αυτό είναι το μεγαλύτερο λάθος της ζωής μου» είπε ο «Δόκτορας Κόντος» ο οποίος αρνήθηκε πως είχε δόλο σε όσα του καταλογίζονται και πως εκμεταλλεύτηκε οικονομικά τα θύματα του.
Απαντώντας μάλιστα σε ερώτηση ως προς το επάγγελμά του, ο 49χρονος δήλωσε «πιλότος-επιχειρηματίας». Για να πείσει μάλιστα πως δεν αποσκοπούσε σε οικονομικό όφελος για την «προσφορά» του σε «ανθρώπους που η συμβατική ιατρική δεν είχε πλέον να τους προσφέρει τίποτε» είπε στο δικαστήριο ότι σε πολλές περιπτώσεις δεν είχε πάρει κανένα ποσό, δεν ζήτησε «ούτε τα διόδια».
Αντίθετα, μάλιστα, όπως είπε, ουκ ολίγες φορές, για ασθενείς που απεβίωναν ενόσω ήταν στα χέρια του, «έστελνα στο Άγιον Όρος τα χρήματα που μου έδιναν σε κάποιες περιπτώσεις για να τους κάνουν σαρανταλείτουργο (υπέρ αναπαύσεως)…».
Στην έναρξη της απολογίας του, ο 49χρονος αφού τόνισε πως «είχα την τύχη και την ευλογία να γεννηθώ μέσα σε χριστιανική οικογένεια» και πως «έμαθα να είμαι από μικρό παιδί άνθρωπος της προσφοράς και να προσπαθώ να κάνω το καλό στους τριγύρω μου» ανέφερε πως:
«Σε όλα τα μοναστήρια, η ιατρική που ασκούνε, είναι τα βότανα. Εκεί άρχισα να μαθαίνω τα βότανα από τον προπάππου μου. Είχε σπουδάσει ιατρική στο εξωτερικό. Θυμάμαι σαν παιδί να έχω εικόνες του παππούλη, με τους φίλους του που ερχόταν κόσμος να τους θεραπεύσει με βότανα. Εκείνος με πήρε από το χεράκι και μου έμαθε τα βότανα. Παράλληλα από δέκα χρονών άρχισα να πηγαίνω στο Άγιον Όρος. Εκεί όπως γνωρίζετε, χρησιμοποιούν τα βότανα. Εκεί αντάλλασσα γνώσεις με μοναχούς».
Επισήμανε μάλιστα πως ουδέποτε ζήτησε χρήματα για την προσφορά του, φράση που προκάλεσε αντιδράσεις στο ακροατήριο, από ανθρώπους που υπέφεραν οι ίδιοι ή συγγενείς τους από τις «θεραπείες» του κατηγορούμενου: «Τι λέει;» αναρωτήθηκαν κάποιοι δυνατά στο άκουσμα της ανιδιοτελούς προσφοράς που επικαλέστηκε ο κατηγορούμενους με αποτέλεσμα να κληθούν από την Έδρα να μην διακόπτουν την απολογία.
Αναφορικά με τη χρήση του τίτλου του «Δόκτορα» στην ογκολογία ο Κοντοστάθης είπε «επειδή οι γνώσεις μου βοήθησαν, δημιουργήθηκε μία φήμη για το όνομα μου. Αυτή η φήμη ξεπέρασε τα σύνορα του Αγίου Όρους. Ποτέ δεν πήρα χρήματα από μοναχούς ή μοναχές. Ποτέ δεν υποσχέθηκα σε κανέναν ότι μπορεί να γίνει καλά με βότανα από ανίατες νόσους.
Πίστευα και πιστεύω ότι κάποιος μπορεί να γίνει καλά με τη δύναμη του Θεού. Πιστεύω ότι υπάρχει ένα βότανο για κάθε νόσο που μπορεί να την θεραπεύσει, αυτό το έχει πει ο Θεός που βρίσκεται πάνω σας. Ποτέ δεν έχω πει σε κανένα που έπασχε από ανίατη ασθένεια ότι τα βότανα θα τον θεραπεύσουν. Η σύγχρονη ιατρική υπάρχει 50-60 χρόνια, αλλά υπάρχει κόσμος που έχει απογοητευτεί από τη σύγχρονη ιατρική και δε θέλει να την ακολουθήσει. Όταν είχαν απογοητευτεί από συμβατική ιατρική, ερχόντουσαν σε εμένα και ζητάγανε εάν υπάρχει κάτι να τους βοηθήσει. Τα βότανα μπορούν να βοηθήσουν αλλά όχι να θεραπεύσουν μία ανίατη ασθένεια. Δεν το έχω κάνει ποτέ να πω ότι μπορούν να θεραπεύσουν».
Εξέφρασε επίσης και τις πεποιθήσεις του για τη σωτήρια «θεϊκή παρέμβαση» σε περιπτώσεις ανίατων ασθενειών για τις οποίες η επιστήμη «δεν έχει καταφέρει κάτι». Όπως είπε «έχουν εμφανιστεί σύγχρονοι Άγιοι και έχουν κάνει θαύματα και έχουν θεραπεύσει κόσμο. Πιστεύω ότι ο Θεός μπορεί να θεραπεύσει τα πάντα. Πίστευα και τους έλεγα ότι η λύση είναι ο Θεός. Θεός μαζί με βότανα μπορεί να θεραπεύσει...» υπογραμμίζοντας πως «η βοτοναθεραπεία είναι αναγνωρισμένη από τον ΠΟΥ και την Ευρωπαϊκή Ένωση που τα σκευάσματα βοτανοθεραπείας τα ονομάζουν φάρμακα».
Η πρόεδρος ρώτησε τον κατηγορούμενο για τις διαγνώσει που έκανε σε θύματα του:
-Πρόεδρος: Λέτε ότι κάνατε και διαγνώσεις…
-Κατηγορούμενος: Αυτή τη στιγμή η βοτανολογία όπως έχει αναγνωριστεί από Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, Ευρωπαϊκή Ένωση κλπ είναι μία επιστήμη. Διαβάζεις εξετάσεις και προσπαθείς να προσαρμόσεις βοτανοθεραπεία. Μέσα στα διαγνωστικά πλαίσια που επιβάλει η βοτανοθεραπεία, πρέπει και ο βοτανοτανοθεραπευτ ς να γίνει κοινωνός εξετάσεων. Εγώ π.χ. έπαιρνα μία μαγνητική και διάβαζα το αποτέλεσμα. Ποτέ δεν αμφισβήτησα το αποτέλεσμα. Αυτή τη στιγμή με τη συμβατική ιατρική και τον τρόπο που αντιμετωπίζει τον καρκίνο, 9-10 πεθαίνουν και ο ένας θα πεθάνει πιο μετά. Έχω ζήσει θαύματα πολλά και το πιστεύω. Εγώ ποτέ δεν έλεγα «μη φοβού», έλεγα «μη φοβού, έχει ο Θεός».
Ποτέ δεν έλεγα παρακαλώ, έλεγα «τον Θεό να ευχαριστείς». Θεωρώντας ότι ο Θεός επιλέγει ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει και ότι οι άνθρωποι αυτοί δεν ήρθαν σε μένα για να γίνουν καλά αλλά για να βελτιωθούν.
Για τους συγκατηγορούμενους του ο «Δόκτορας Κόντος» εξέφρασε τη λύπη του γιατί «πίστεψαν σε μένα και χωρίς να πρέπει βρέθηκαν κατηγορούμενοι».