Δριμύ «κατηγορώ» κατά της Ε.Ε. εξαπολύει με άρθρο του στην εφημερίδα Guardian ο Ιταλός πρωθυπουργός, Matteo Renzi. Καταγγέλλει ότι «η Ευρώπη δεν δουλεύει γι' αυτήν τη γενιά» και προειδοποιεί ότι το ευρωπαϊκό όραμα κινδυνεύει να μετατραπεί σε εφιάλτη από τους λαϊκιστές.
Ο κ. Renzi εμφανίζει την Ιταλία δικαιωμένη από την παραδοχή της Ε.Ε. ότι η Συνθήκη του Δουβλίνου πρέπει να αλλάξει, ενώ αναφερόμενος στην οικονομική πολιτική, επικρίνει την εμμονή της Ε.Ε. στη λιτότητα.
Στο άρθρο του ο Ιταλός Ιταλού πρωθυπουργός αναφέρει, αναλυτικά:
«Αυτές είναι ιστορικές στιγμές για την Ιταλία: η Γερουσία μας μόλις ψήφισε μια μεταρρύθμιση με βαθιές προεκτάσεις. Δεν θα έχουμε πλέον ένα σύστημα με δύο σώματα, όπου το Κοινοβούλιο και η Γερουσία έχουν τον ίδιο ρόλο και ανάλογη ισχύ. Η κυβέρνηση δεν χρειάζεται πια να εξασφαλίζει εις διπλούν ψήφο εμπιστοσύνης για να επιβιώσει, και η χώρα δεν χρειάζεται 315 γερουσιαστές. Η Ιταλία απλοποιείται. Αυτό που έμοιαζε αδύνατον πριν από δύο χρόνια είναι σήμερα πραγματικότητα.
Ολόκληρες γενιές ονειρεύονταν αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Κι ενώ περιμένουμε τις μεταρρυθμίσεις να εγκριθούν με ένα δημοψήφισμα τον Οκτώβριο, βλέπουμε σε αυτά τα μέτρα τη φυσική κατάληξη μιας διαδικασίας διάρκειας 22 μηνών, που συμπεριέλαβε τη χαλάρωση της αγοράς εργασίας, την αλλαγή του εκλογικού νόμου, την περικοπή της φορολογίας και την ταυτόχρονη μείωση του ελλείμματος, τον περιορισμό των καθυστερήσεων στην απονομή της Δικαιοσύνης, την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, τις επενδύσεις στην παιδεία και την έρευνα.
Οι αριθμοί από μόνοι τους απηχούν το εύρος της αλλαγής: 400.000 θέσεις εργασίας δημιουργήθηκαν σε έναν χρόνο. Εχουμε ανάπτυξη έπειτα από τρία χρόνια διαρκούς συρρίκνωσης του ΑΕΠ, και η εμπιστοσύνη είναι στα υψηλότερα επίπεδα εδώ και 20 χρόνια. Η Ιταλία επιστρέφει δριμύτερη, πιο υγιής, σταθερή, υπεύθυνη και φιλόδοξη. Αλλά στο μεταξύ η Ευρώπη αγνοείται. Δεν θα χρησιμοποιήσω υπεκφυγές: όλοι ξέρουμε ότι η πολιτική και πολιτισμική ορθοδοξία, που μονοπώλησε τον τρόπο διακυβέρνησης της Ευρώπης την τελευταία δεκαετία, δεν λειτουργεί. Ή τουλάχιστον δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Πάρτε για παράδειγμα τη μετανάστευση: η στάση της ακόμη αλλάζει. Είμαστε, φυσικά, ευτυχείς που οι επικρίσεις της Ιταλίας για τις μεγάλες παραλείψεις στη Συνθήκη του Δουβλίνου για τους πρόσφυγες είναι πλέον κοινός τόπος, ακόμη και στις Βρυξέλλες. Ο κανόνας που προβλέπει όσοι πρόσφυγες διεκδικούν άσυλο να το κάνουν στη χώρα από την οποία εισήλθαν στην Ε.Ε. πρέπει να αλλάξει επειγόντως, αν θέλουμε να σώσουμε το ευρωπαϊκό εγχείρημα. Η Ιταλία ήταν η πρώτη που το είπε και, όταν το κάναμε, ελάχιστοι συμμερίζονταν την άποψή μας. Την ίδια στιγμή, στο οικονομικό μέτωπο, η εμμονή της Ε.Ε. στη λιτότητα καταστρέφει στην πραγματικότητα την ανάπτυξη. Στον τομέα της ενέργειας υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά ανάμεσα στα συμφέροντα, από τη μια, της Γερμανίας και της Ολλανδίας και, από την άλλη, της υπόλοιπης Ε.Ε. Στον τομέα των επενδύσεων υπάρχει μεγάλη συζήτηση και υποσχέσεις, αλλά λίγα εργοτάξια.
Η Ιταλία εξακολουθεί να πιστεύει στο ευρωπαϊκό όραμα. Για αυτόν τον λόγο δεν μπορούμε να αποδεχθούμε τον τρόπο με τον οποίο μετατρέπεται σε εφιάλτη από τους λαϊκιστές. Πρέπει να αλλάξουμε βηματισμό τώρα. Δεν το ζητάμε επειδή το έχει ανάγκη η Ιταλία, αλλά επειδή το χρειάζεται η Ευρώπη. Και η χώρα μου, επιτέλους σταθερή έπειτα από πολυετείς πολιτικές εντάσεις, σκοπεύει να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και της ηθικής υποχρέωσης που έχει για την οικοδόμηση ενός ευρωπαϊκού μέλλοντος. Αγαπάμε το όραμα των Ευρωπαίων ιδρυτικών προγόνων μας, πρέπει όμως να οικοδομήσουμε μια Ευρώπη για τα παιδιά τους, που δεν ασχολείται μόνο με τον εαυτό της. Η Ιταλία δεν θα σταματήσει να απαιτεί να ακουστεί η φωνή της. Επί μακρόν η Ευρώπη είχε την τάση να μην προσέχει ιδιαίτερα την Ιταλία, εξαιτίας των κυβερνήσεων της χώρας. Τώρα όμως η μουσική άλλαξε. Η νέα γενιά ηγετών αυτού του έμπειρου παλαιού κράτους εκτιμά ότι η Ευρώπη δεν είναι το άθροισμα των εθνικών συμφερόντων, αλλά ένας χώρος ελευθερίας, πολιτισμού, ευημερίας».