Τον κίνδυνο ατιμωρησίας αλλά και διεθνούς έκθεσης της χώρας επισημαίνει η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος, καθώς, όπως σημειώνει, από τον συνδυασμό των άρθρων 5 παρ. 2 και 6 παρ.1 του νομοσχεδίου «Τροποποιήσεις Ποινικού Κώδικα – Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και συναφείς διατάξεις», το οποίο ήδη από χθες τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, προκύπτει ότι η αξιόποινη πράξη της κακουργηματικής απιστίας διώκεται πλέον κατ' έγκληση και όχι αυτεπαγγέλτως.
Σε μια τέτοια περίπτωση, σύμφωνα με τους εισαγγελείς, «δεκάδες υποθέσεις που βρίσκονται στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, της ανάκρισης, αλλά και στην ακροαματική διαδικασία, κινδυνεύουν, να ριφθούν στον κάλαθο των αχρήστων, ως ποινικά μη αξιόλογες και η χώρα να εκτεθεί διεθνώς ως αναποτελεσματική στη δίωξη σοβαρότατων εγκλημάτων και ιδίως της διαφθοράς και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος».
Αναλυτικά η ΕΕΕ σε ανακοίνωσή της τονίζει τα εξής:
«Από το συνδυασμό των άρθρων 5 παρ.2 και 6 παρ.1 του νομοσχεδίου "Τροποποιήσεις Ποινικού Κώδικα – Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και συναφείς διατάξεις" το οποίο ήδη από 14/10/2019 τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση, προκύπτει ότι η αξιόποινη πράξη της κακουργηματικής απιστίας διώκεται πλέον κατ' έγκληση και όχι αυτεπαγγέλτως.
Η Ε.Ε.Ε. επισημαίνει τον κίνδυνο ατιμωρησίας αλλά και διεθνούς έκθεσης της Χώρας, καθώς δεκάδες υποθέσεις που βρίσκονται στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, της ανάκρισης αλλά και στην ακροαματική διαδικασία, κινδυνεύουν, να ριφθούν στον κάλαθο των αχρήστων, ως ποινικά μη αξιόλογες και η Χώρα να εκτεθεί διεθνώς ως αναποτελεσματική στην δίωξη σοβαρότατων εγκλημάτων και ιδίως της διαφθοράς και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος».