Για να μιλήσουμε για ασφάλεια, θα πρέπει να υπάρχει πρωτίστως ζήτημα απειλής. Πολύ γενικά, ως απειλή χαρακτηρίζεται οποιαδήποτε κατάσταση που μπορεί να θέσει σε ζωτικό κίνδυνο ένα σύστημα στην ολότητά του ή τη βασική μονάδα ενός συστήματος. Από την ώρα που αναγνωρίζεται μια κατάσταση ως απειλή, λαμβάνονται μια σειρά από μέτρα και πρόνοιες, που συνιστούν την έννοια της ασφάλειας, της διασφάλισης δηλαδή του συστήματος και των βασικών του μονάδων από κινδύνους και απειλές.
Στα πλαίσια της Εθνικής Ασφάλειας και πολύ πριν το τέλος του ψυχρού πολέμου, οι διεθνολόγοι άρχισαν να αναγνωρίζουν ως ζωτικές απειλές για τα κράτη και τις κοινωνίες, καταστάσεις πολύ πιο πέρα από τους κλασσικούς γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς και την απειλή πολέμου. Σήμερα, η έννοια της Εθνικής Ασφάλειας περιλαμβάνει όλες εκείνες τις πτυχές της Ανθρώπινης Ασφάλειας, που περιλαμβάνουν από την προστασία του περιβάλλοντος μέχρι την προστασία των δημοκρατικών θεσμών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στην εποχή της μεταψυχροπολεμικής παγκοσμιοποίησης, αυτό που αλλάζει σταδιακά αλλά ριζικά στην αντίληψή μας περί Εθνικής Ασφάλειας, είναι η μετατόπιση του ενδιαφέροντος από τα έθνη-κράτη προς τον άνθρωπο ως αυτόνομη και βασική μονάδα του διεθνούς συστήματος. Έτσι, οτιδήποτε απειλεί ζωτικά και μαζικά τον άνθρωπο και το περιβάλλον στο οποίο ζει και αλληλεπιδρά, χαρακτηρίζεται και ως ζήτημα Εθνικής Ασφάλειας.
Θα μπορούσαμε δυνητικά να ομαδοποιήσουμε τις σύγχρονες προκλήσεις Εθνικής Ασφάλειας σε εκείνες που (α) αφορούν άμεσα τον άνθρωπο και το περιβάλλον του (Environment), (β) αφορούν την κοινωνική ισορροπία και τάξη (Society), και (γ) σε εκείνες που αφορούν την διαφάνεια των θεσμών και τη χρηστή διοίκηση (Governance). Η πλειονότητα αυτών των προκλήσεων είναι παγκόσμιας εμβέλειας και η αντιμετώπισή τους απαιτεί συντονισμένες ενέργειες από τα έθνη-κράτη. Κάτι το οποίο βλέπουμε να συμβαίνει εντατικά μετά το 2010.
Η ασφάλεια του πολίτη-καταναλωτή
Στο σύγχρονο σύνθετο κόσμο και κυρίως σε μια εποχή επαναστατικών αλλαγών, η έννοια της ασφάλειας δεν ήταν δυνατό να μείνει μόνο στο επίπεδο της υψηλής πολιτικής, αλλά αφορά ολοένα και περισσότερο τον κόσμο των επιχειρήσεων, οι οποίες είναι εκτεθειμένες τόσο σε φυσικές απειλές (π.χ. επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή) όσο και σε κινδύνους μετάβασης (π.χ. η φύση των πηγών ενέργειας ή η πραγματική και εικονική κατανάλωση νερού στην παραγωγική διαδικασία, κανονιστικές και ρυθμιστικές αλλαγές).
Για τις επιχειρήσεις, το σύστημα είναι η αγορά, ωστόσο, όπως συνέβη και με τα έθνη-κράτη έτσι και στον κόσμο των επιχειρήσεων, βασική μονάδα του συστήματος είναι ο άνθρωπος. Ως εκ τούτου, ο άνθρωπος είναι το κοινό στοιχείο που φέρνει σε παράλληλη πορεία την ασφάλεια των κρατών με την ασφάλεια των επιχειρήσεων. Και όπως στην εξέλιξη των συνθηκών, η ασφάλεια των κρατών έγινε πιο ανθρωποκεντρική, ομοίως και στον κόσμο των επιχειρήσεων, η έννοια της ασφάλειας διευρύνθηκε και από τη δυναμική των εταιρικών ισολογισμών έχουμε περάσει πλέον σε πολύ ευρύτερες ποιοτικές και ποσοτικές εκτιμήσεις με κέντρο αναφοράς τον πολίτη-καταναλωτή, δηλαδή τον έλλογο άνθρωπο που αποφασίζει τις αγορές του βάσει πολύ σύνθετων κριτηρίων κόστους-οφέλους.
Η προσαρμογή των επιχειρήσεων απέναντι στις νέες απαιτήσεις εταιρικής ασφάλειας και στο νέο προφίλ των καταναλωτών έρχεται μέσα από τα λεγόμενα κριτήρια ESG (Environment, Society, Governance). Αποτελούν, αν θέλετε, το αντίστοιχο της Ανθρώπινης Ασφάλειας στα πλαίσια της επιχειρηματικής ασφάλειας με διπλό σκοπό. Από την μία να διασφαλίσουν μια επιχείρηση από πιθανούς μη-χρηματοπιστωτικούς κινδύνους και από την άλλη να διευρύνουν τις ευκαιρίες της επιχείρησης στη νέα οικονομία και σε μερίδια αγοράς μέσω της προσαρμογής τους στα σύνθετα πλέον κριτήρια των καταναλωτών που δεν αρκούνται στην τιμή, αλλά ψάχνουν και πολλούς άλλους παράγοντες πίσω από το κάθε προϊόν (π.χ. αν ένα προϊόν έχει οικολογικά χαρακτηριστικά ή αν η παραγωγική διαδικασία παραβιάζει βασικά ανθρώπινα δικαιώματα).
Δύο ζητήματα απασχολούν αυτή την ώρα τους ανθρώπους των επιχειρήσεων σχετικά με την εταιρική ασφάλεια. Πρώτο ζήτημα, το κατά πόσο τα θεσμοθετημένα κριτήρια ESG είναι επαρκή για να αποτιμήσουν την πραγματική έκθεση των επιχειρήσεων σε κινδύνους. Το δεύτερο ζήτημα αφορά το κατά πόσο θα συνεχίσει στο μέλλον η κερδοφορία των επιχειρήσεων να προκύπτει από την παραγωγή και το marketing ή θα είναι το αποτέλεσμα της προσαρμογής τους σε ένα πολύ απαιτητικό και σύνθετο περιβάλλον κανονιστικών ρυθμίσεων στην αγορά (δηλαδή την ικανότητά τους να μην υποπίπτουν σε παραβάσεις που μεταφράζονται σε κυρώσεις και χρηματικά πρόστιμα).
Το μέλλον πέρα από τα κριτήρια ESG
Οι συνθήκες που επικρατούν σήμερα διεθνώς στην Εθνική Ασφάλεια προσδιορίζουν και το μέλλον στην Εταιρική Ασφάλεια.
Από τη μία, οι εταιρείες θα είναι ολοένα και πιο εκτεθειμένες απέναντι σε διεθνοπολιτικά παιχνίδια ισορροπίας των κρατών, όπως είναι για παράδειγμα η επιβολή κυρώσεων των ΗΠΑ σε τρίτα κράτη, που συνακόλουθα επηρεάζουν και όλες εκείνες τις μη-Αμερικανικές εταιρείες που συνεργάζονται ή προτίθενται να συνεργαστούν με αυτά τα κράτη.
Από την άλλη, οι διεθνώς και διακυβερνητικά λαμβανόμενες αποφάσεις σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος και άλλα ζητήματα, θα επηρεάζουν καθοριστικά τον βαθμό ισορροπίας μεταξύ κερδών και προσαρμογής για τις επιχειρήσεις.
Αναπόδραστα, λοιπόν, το μέλλον της Εταιρικής Ασφάλειας αναζητείται σε επίπεδα πολύ πιο πέρα από τους ισολογισμούς και τα κριτήρια ESG, και περιλαμβάνει την υιοθέτηση πολιτικών διασφάλισης των επιχειρήσεων, πολιτικών που ολοένα και περισσότερο θα προσεγγίζουν τις συνταγές που τα ίδια τα έθνη-κράτη εφάρμοζαν και εφαρμόζουν προκειμένου να προστατεύσουν την υπόστασή τους και τα συμφέροντά τους στο διεθνές σύστημα.
Οι συνταγές αυτές βασίζονται καθαρά στην ισχύ! Ισχύ που απορρέει είτε μέσω της αυτοβοήθειας, είτε μέσω συνεργειών-συμμαχιών.
Από την Διάσκεψη του Κιότο για το κλίμα ως τη σημερινή COP26, το παιχνίδι ισχύος μεταξύ των κυβερνήσεων και των μεγάλων εταιρειών είναι εμφανές στα πλαίσια ενός ανταγωνισμού για το ποιος τελικά θα επιβάλλει τους κανόνες και την ατζέντα.
Αυτός ο ανταγωνισμός ισχύος επηρεάζει με πολλούς τρόπους τον πολίτη-καταναλωτή και θα έλεγα πως θα έπρεπε όλες τις προκλήσεις ασφάλειας που αντιμετωπίζουμε σήμερα ως καταναλωτές, όπως είναι η ενεργειακή κρίση ή η κρίση στην εφοδιαστική αλυσίδα, να τις δούμε και μέσα από το πρίσμα του παραπάνω ανταγωνισμού.
Ως εκ τούτου, Εθνική και Εταιρική Ασφάλεια έχουν κοινό παρανομαστή τον άνθρωπο, είτε ως πολίτη, είτε ως καταναλωτή, είτε μέσω του σύγχρονου προφίλ του ως πολίτη-καταναλωτή, ενώ το μέλλον των κριτηρίων εταιρικής ασφάλειας πάει πολύ πιο πέρα από το πλαίσιο ESG και θα κριθεί στο κατά πόσο θα μπορούν οι εταιρείες να απαντήσουν πειστικά τα διλήμματα Ανθρώπινης Ασφάλειας συνολικά, υπαγορεύοντας συνακόλουθα τους όρους και την ατζέντα στην υψηλή πολιτική των κρατών.
* Ο Βασίλης Κοψαχείλης είναι Διεθνολόγος