Το 2020, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελούσαν το 37% της ακαθάριστης κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ, από 34% το 2019, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Η αιολική και η υδροηλεκτρική ενέργεια αντιπροσώπευαν πάνω από τα δύο τρίτα της συνολικής ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές (36% και 33%, αντίστοιχα). Το υπόλοιπο ένα τρίτο της ηλεκτρικής ενέργειας προερχόταν από ηλιακή ενέργεια (14%), στερεά βιοκαύσιμα (8%) και άλλες ανανεώσιμες πηγές (8%). Σύμφωνα με τη Eurostat, η ηλιακή ενέργεια είναι η ταχύτερα αναπτυσσόμενη πηγή: το 2008 αντιπροσώπευε μόνο το 1% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε στην ΕΕ.
Στην Ελλάδα το 35% της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε το 2020 παρήχθη από ανανεώσιμες πηγές.
Μεταξύ των κρατών-μελών, το υψηλότερο ποσοστό (άνω του 70%) ανανεώσιμων πηγών ενέργειας παρήχθη στην Αυστρία (78%) και τη Σουηδία (75%). Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ήταν επίσης υψηλή και αντιπροσώπευε περισσότερο από το ήμισυ της ηλεκτρικής ενέργειας που καταναλώθηκε στη Δανία (65%), την Πορτογαλία (58%), την Κροατία και τη Λετονία (και οι δύο 53%).
Στο άλλο άκρο της κλίμακας, το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ήταν 15% ή λιγότερο στη Μάλτα (10%), την Ουγγαρία και την Κύπρο (και οι δύο 12%), το Λουξεμβούργο (14%) και την Τσεχία (15%).