Γράφει ο Βασίλειος Δ. Κελλάρης, Μαιευτήρας - Γυναικολόγος Αναπαραγωγής, Επιστημονικός Συνεργάτης Μονάδας ΥΓΕΙΑ IVF Εμβρυογένεσις
Ο όρος «Εξωσωματική Γονιμοποίηση» (IVF, in vitro fertilization) αναφέρεται στη γονιμοποίηση του ωαρίου έξω από το σώμα της γυναίκας. Με την IVF, που αποτελεί την πιο γνωστή μέθοδο ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, μπορούν να προκύψουν έμβρυα από το γενετικό υλικό δύο συντρόφων αλλά και από ωάρια ή σπερματοζωάρια δοτών. Επίσης, μπορούν να χρησιμοποιηθούν ωάρια αμέσως μετά την ωοληψία αλλά και κρυοσυντηρημένα ωάρια, σπερματοζωάρια ή και έμβρυα.
Η εξωσωματική γονιμοποίηση διακρίνεται σε τέσσερα βασικά στάδια. Βασική προϋπόθεση για την έναρξη των διαδικασιών είναι η λεπτομερής εξέταση του ιστορικού του ζευγαριού και η συμβουλευτική για την επιλογή της κατάλληλης εξατομικευμένης προσέγγισης.
Ωοθηκική διέγερση: Πραγματοποιείται για την παραγωγή και ωρίμανση πολλαπλών ωοθυλακίων.
Φυσικός κύκλος
Σε αρκετές περιπτώσεις συνιστάται η IVF σε φυσικό κύκλο, χωρίς πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας. Στο φυσικό κύκλο η ωοθήκη παράγει και ωριμάζει ένα συνήθως ωοθυλάκιο. Με τακτικά υπερηχογραφήματα και ορμονικό έλεγχο, παρακολουθείται η πρόοδος ανάπτυξης του μοναδικού ωοθυλακίου καθώς και το ενδομήτριο, χωρίς να χορηγηθούν φάρμακα για τη διέγερση των ωο - θηκών. Μόλις διαπιστωθεί ότι το ωοθυλάκιο έχει φτάσει στο κατάλληλο μέγεθος και προσδιοριστούν τα επίπεδα των ορμονών (οιστραδιόλη και ωχρινοτρόπος ορμόνη), χορηγείται μία και μόνο δόση ορμόνης που βοηθά στην ωρίμανση του ωαρίου.
Τροποποιημένος φυσικός κύκλος
Από τη 2η έως την 6η ημέρα του κύκλου λαμβάνεται αγωγή με δισκία κιτρικής κλομιφαίνης ή λετροζόλης προκειμένου να παραχθούν περισσότερα του ενός ωάρια.
Ελεγχόμενη ωοθηκική διέγερση
Προκειμένου να αυξηθούν οι πιθανότητες επιτυχίας της εξωσωματικής χρειάζονται περισσότερα του ενός ωάρια. Για αυτό το λόγο, χορηγούνται ενέσιμα φάρμακα που βοηθούν στην ωρίμανση των ωοθυλακίων (πρόκληση ωοθυλακιορρηξίας). Σε τακτικές επισκέψεις γίνεται μέτρηση των ορμονών και εκτίμηση του πάχους του ενδομητρίου, καθώς επίσης και του αριθμού και της διαμέτρου των ωοθυλακίων που αναπτύσσονται στις ωοθήκες. Η διέγερση των ωοθηκών διαρκεί περίπου 9 με 12 ημέρες.
Ωοληψία
Μετά το τέλος της διέγερσης και εφόσον το κρίνει ο θεράπων ιατρός, ακολουθεί μια ένεση χοριακής γοναδοτροπίνης, η οποία βοηθάει τα ωοθυλάκια να ωριμάσουν. Μετά από 36 έως 38 ώρες ακολουθεί η ωοληψία. Η διαδικασία πραγματοποιείται υπό την επήρεια ελαφριάς αναισθησίας (μέθης).
Γονιμοποίηση
Τα ωάρια που λαμβάνονται γονιμοποιούνται στο εργαστήριο. Την επόμενη ημέρα της ωοληψίας γνωρίζουμε τον αριθμό των ωαρίων που γονιμοποιήθηκαν και προσδιορίζεται η ακριβής ημέρα και ώρα της εμβρυομεταφοράς. Η διαδικασία που θα ακολουθηθεί καθορίζεται από τον τύπο και την ποιότητα των σπερματοζωαρίων
Εάν μετά την προετοιμασία του σπέρματος οι παράμετροί του (συγκέντρωση, μορφολογία, κινητικότητα) βρίσκονται σε φυσιολογικά επίπεδα, λίγες ώρες μετά την ωοληψία ο εμβρυολόγος τοποθετεί σε ειδικό θρεπτικό καλλιεργητικό υλικό τα ωάρια και συγκεκριμένο αριθμό ενεργοποιημένων σπερματοζωαρίων. Τα σπερματοζωάρια, χωρίς άλλη παρέμβαση, έρχονται σε επαφή με το ωάριο κι ένα από αυτά διεισδύει μέσα του και το γονιμοποιεί, με αποτέλεσμα να ξεκινά η δημιουργία και η ανάπτυξη του εμβρύου.
Ο έλεγχος της γονιμοποίησης γίνεται 16-20 ώρες μετά. Αν διαπιστωθούν προβλήματα γονιμότητας που σχετίζονται με την ποιότητα του σπέρματος όπως χαμηλή περιεκτικότητα/κινητικότητα σπερματοζωαρίων, χαμηλή ποιότητα σπέρματος ή αζωοσπερμία, δίνει λύση η μέθοδος της Μικρογονιμοποίησης (ICSI, IntraCytoplasmic Sperm Injection). Στην ICSI πραγματοποιείται έγχυση του σπερματοζωαρίου στο ωάριο διαμέσου πολύ λεπτής βελόνης.
Εμβρυομεταφορά
Αποτελεί το τελευταίο στάδιο. Μπορεί να πραγματοποιηθεί 2-6 ημέρες μετά την ωοληψία. Ο αριθμός των μεταφερόμενων εμβρύων αποφασίζεται από τον γιατρό και τους εμβρυολόγους ύστερα από συζήτηση με το ζευγάρι και βάσει της νομοθεσίας. Πρόκειται για απλή και ανώδυνη διαδικασία, η οποία πραγματοποιείται με χρήση ειδικών καθετήρων και υπό υπερηχογραφική καθοδήγηση. Η γυναίκα για τις επόμενες 4 ημέρες συνιστάται να απέχει από οποιαδήποτε έντονη σωματική δραστηριότητα. 10-14 ημέρες μετά την εμβρυομεταφορά πραγματοποιείται μέτρηση β-χοριακής γοναδοτροπίνης για τη διάγνωση της εγκυμοσύνης. Εάν έχουν προκύψει καλής ποιότητας έμβρυα που δεν έχουν μεταφερθεί στη μήτρα, μπορούν να καταψυχθούν και να επαναχρησιμοποιηθούν σε πιθανό επόμενο κύκλο εξωσωματικής γονιμοποίησης.