«Σκάσε ρατσιστή, αποικιοκράτη του κερατά!» έγραψε κάποιος στον λογαριασμό του Κιθ Κρίστιανσεν κι ακολούθησε βροχή υβριστικών «κοσμητικών». Ο επί σειρά ετών επιμελητής του περίφημου Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης που έφτασε να γίνει διευθυντής στο τμήμα της ευρωπαϊκής ζωγραφικής, αναγκάστηκε ν’ αποσύρει αρχικά την τελευταία ανάρτησή του κι αργότερα να καταργήσει εντελώς τον λογαριασμό του στο Instagram.
Μια δημοσίευση του σημαντικού επιμελητή φάνηκε επικριτική στο κίνημα του «Black Lives Matters» και σε όσους ζητούν άμεσα να ξηλωθούν μνημεία που προβάλλουν σήμερα ως αποικιοκρατικά σύμβολα. Η άποψη του Κρίστιανσεν δεν προκάλεσε απλώς την οργή πολλών στο ψηφιακό καφενείο, αλλά έφερε αναταραχή στο ίδιο το Met. Την Τρίτη 15 μέλη από το προσωπικό του μουσείου – δεν διευκρινίζεται αν είναι ιστορικοί τέχνης - , έστειλαν μια επιστολή προτρέποντας την διεύθυνση του μουσείου να αναγνωρίσει «αυτό που βλέπουμε ως έκφραση μιας βαθιά ριζωμένης λογικής της λευκής υπεροχής και της κουλτούρας του συστημικού ρατσισμού στο ίδρυμά μας».
Το επεισόδιο βεβαίως δεν είναι το μόνο και δε φαίνεται να είναι το τελευταίο. Την περασμένη Κυριακή το Αμερικανικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας στη Νέα Υόρκη ανακοίνωσε ότι ο έφιππος ανδριάντας του Ρούσβελτ θα αφαιρεθεί ως σύμβολο μιας επώδυνης κληρονομιάς της αποικιοκρατίας και των φυλετικών διακρίσεων. Την Δευτέρα, οι επιμελητές του Μουσείου Γκούγκενχαϊμ σε επιστολή τους καταγγέλλουν την τρέχουσα εργασιακή κουλτούρα «ρατσισμού» και «λευκής υπεροχής». Την Τρίτη, νέοι και πρώην υπάλληλοι κατηγόρησαν το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης του Σαν Φρανσίσκο για «ρατσιστική διάκριση». Και την Παρασκευή, η διευθύντρια του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στο Κλίβελαντ επί 23 χρόνια, Jill Snyder, υποχρεώθηκε σε παραίτηση αφού ζήτησε συγγνώμη από τον καλλιτέχνη Shaun Leonardo για την ακύρωση έκθεσής του σχετικά με δολοφονίες μαύρων και λατίνων από αστυνομικούς.
Τι προκάλεσε, όμως, τριγμούς στο πρώτο μουσείο των Η.Π.Α.; Κάτω από την εικόνα του Γάλλου αρχαιολόγου Alexandre Lenoir, ο οποίος αφιερώθηκε στη διάσωση των ιστορικών μνημείων της Γαλλίας από τις καταστροφές της Γαλλικής Επανάστασης, ο Κρίστιανσεν έγραψε στον προσωπικό του λογαριασμό (προσοχή, όχι σε έντυπο ή ψηφιακό μέσο του Met): «πόσα σπουδαία έργα τέχνης έχουν χαθεί από την επιθυμία να απαλλαγούμε από ένα παρελθόν που δεν εγκρίνουμε; (…) και πόσο ευγνώμονες είμαστε σε ανθρώπους όπως ο Lenoir ο οποίος συνειδητοποίησε ότι η αξία τους - καλλιτεχνική και ιστορική – εκτείνεται πέρα από μία καθοριστική στιγμή κοινωνικής και πολιτικής αναταραχής ή αλλαγής». Παράλληλα, ο επιμελητής επέπληξε όσους στέκονται αδρανείς και παρακολουθούν βωβοί την καταστροφή των μνημείων.
Μετά τη θύελλα αντιδράσεων που προκλήθηκε, ο ιστορικός τέχνης απέστειλε μέιλ σε όλο το προσωπικό ζητώντας συγγνώμη, ενώ μιλώντας στον Τύπο απολογήθηκε λέγοντας πως «έβγαλα ανόητα από την “τράπεζα” των εικόνων μου τον Lenoir που παρεμβαίνει στο Saint Denis για να σώσει τους βασιλικούς τάφους το 1791». Κι ενώ ο Κρίστιανσεν υποχρεώθηκε σε αναδίπλωση, ο Max Hollein, διευθυντής του Met, δήλωσε στους Times της Νέας Υόρκης: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το Met και η ανάπτυξή του συνδέονται με τη λογική αυτού που ορίζεται ως λευκή υπεροχή. Οι συνεχείς προσπάθειές μας όχι μόνο να διαφοροποιήσουμε τη συλλογή μας, αλλά και τα προγράμματα, τις αφηγήσεις, τα περιβάλλοντα και το προσωπικό μας, θα επιταχυνθούν περαιτέρω και θα έχουν αντίκτυπο από αυτήν την στιγμή». Δεν μπορούμε να ξέρουμε τι έχει κατά νου ο διευθυντής γιατί κάθε λαός έχει διαφορετική αντίληψη περί μνημείου. Μήπως θα στείλει στις αποθήκες έργα λευκών ζωγράφων για να μην υποσκελίζουν το τμήμα με τα αντικείμενα των Ουιγούρων της Κίνας; Θέλει κουράγιο ν’ αντιταχθείς σ’ αυτή την απόγνωση που παριστάνει την επιστημονική κατάκτηση.
Γεγονός παραμένει τούτο: το πρόσωπο του όχλου παραμένει ίδιο μέσα στην ιστορία, τώρα όμως εκφράζεται και ψηφιακά. Και επειδή η ιστορία κάνει κύκλους το περιστατικό μας θύμισε έναν άλλο ιστορικό, τον Καθηγητή Φρανκ Σνόουντεν όταν κι αυτός τόλμησε να αντιταχθεί στο ρεύμα. Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, το βιβλίο του Μάρτιν Μπέρναλ «Μαύρη Αθηνά» (Black Athena) μας έλεγε ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ήταν μαύροι Αφρικανοί και ότι οι αρχαίοι Έλληνες δεν ήταν Ινδοευρωπαίοι, αλλ’ Αφροασιάτες. Σε ένα πάνελ –τότε δεν υπήρχε το διαδίκτυο– ο Σνόουντεν αντέκρουσε τους ισχυρισμούς του Μπέρναλ και τον πίεσε ν’ απαντήσει ευθέως αν πιστεύει πως ο Φειδίας έφτιαξε το χρυσελεφάντινο άγαλμα μιας μαύρης. Αν όχι, γιατί έδωσε τίτλο στο βιβλίο του «Μαύρη Αθηνά»; Ο Μπέρναλ υποχρεώθηκε ν’ απαντήσει ότι τον τίτλο τον έβαλε ο εκδότης επειδή «ότι έχει να κάνει με μαύρους πουλάει» (όποιος παρακολουθεί στις μέρες μας newsletter από μεγάλα sites συναντά μόνο μαύρους καλλιτέχνες). Ο Σνόουντεν, από τους λίγους μαύρους ελληνιστές των ΗΠΑ, ράγισε∙ με τρεμάμενη φωνή ρώτησε το μαύρο – κυρίως – ακροατήριο: «Και νομίζετε ότι έτσι, με ψέματα και κραυγές, θ’ αποκτήσουμε εμείς οι μαύροι την αξιοπρέπειά μας;» Το κοινό για μια στιγμή πάγωσε. Έπειτα κάποιος φώναξε «Έξω πουλημένο καθίκι των λευκών!». Ο Μπέρναλ σιωπούσε. Το κοινό επανέλαβε το σύνθημα. Και σε μισό λεπτό, η αίθουσα δονούνταν: «έξω πουλημένο καθίκι των λευκών!».
* Με πληροφορίες από τους Times της Νέας Υόρκης και από το βιβλίο του Παν. Δρακόπουλου «Κείμενα με σπασμένη ενότητα».