Τον εγκλωβισμό και την απόγνωση των προσφύγων διαιωνίζει η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, τονίζουν σε ανακοίνωσή τους οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, καλώντας τους Ευρωπαίους ηγέτες να τερματίσουν «την επιζήμια πολιτική του εγκλωβισμού ανθρώπων στους καταυλισμούς των ελληνικών νησιών», καθώς και να φροντίσουν για την άμεση απομάκρυνση όλων των ευάλωτων, ειδικά των παιδιών, από αυτά τα σημεία σε ασφαλή στέγη στην ηπειρωτική χώρα ή εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με την αφορμή της συμπλήρωσης τριών ετών από την εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας στην Ελλάδα, η Οργάνωση επισημαίνει πως η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας έχει εγκλωβίσει χιλιάδες άντρες, γυναίκες και παιδιά σε υπερπλήρεις χώρους που χαρακτηρίζονται από έλλειψη υγιεινής και ασφάλειας, απαράδεκτες συνθήκες και περιορισμένη πρόσβαση σε βασικές υπηρεσίες υγείας, με αποτέλεσμα την επιδείνωση της υγείας τους και εκτεταμένη δυστυχία.
Όπως αναφέρεται, εξαιτίας της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, πάνω από 12.000 άνθρωποι είναι εγκλωβισμένοι αυτή τη στιγμή σε άθλιες συνθήκες στα πέντε hot spots στα νησιά, περιμένοντας την απάντηση στην αίτηση ασύλου τους, διαδικασία που, όπως καταγγέλλει η οργάνωση, μπορεί να διαρκέσει έως τρία χρόνια. Στον καταυλισμό στο Βαθύ, στη Σάμο, οι συνθήκες έχουν επιδεινωθεί δραματικά τους τελευταίους μήνες εξαιτίας του μεγάλου συνωστισμού, αναγκάζοντας τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα να στείλουν μια ιατρική ομάδα ξανά στο νησί. Αυτή τη στιγμή ο καταυλισμός φιλοξενεί περισσότερους από 4.100 ανθρώπους σε έναν χώρο που έχει φτιαχτεί για μόλις 638, με αποτέλεσμα χιλιάδες άνθρωποι να μένουν σε άθλιες συνθήκες και χωρίς προστασία στον βρώμικο και μη ασφαλή χώρο έξω από τον επίσημο καταυλισμό. Σε αυτούς που ζουν έξω από τον καταυλισμό περιλαμβάνονται τουλάχιστον 79 ασυνόδευτα παιδιά, έγκυες, ηλικιωμένοι, άνθρωποι με χρόνια προβλήματα υγείας, μεταξύ αυτών και σοβαρές ψυχικές παθήσεις όπως ψύχωση, και θύματα βασανιστηρίων και σεξουαλικής βίας.
Ο επικεφαλής της αποστολής των «Γιατρών Χωρίς Σύνορα» στην Ελλάδα, Εμανουέλ Γκουέ, χαρακτηρίζει την Ελλάδα «αποθήκη για τους άντρες, τις γυναίκες και τα παιδιά που απέτυχε να προστατεύσει η Ευρωπαϊκή Ένωση». «Αυτό που άλλοτε χαρακτηριζόταν ως "προσφυγική κρίση" έχει δώσει τη θέση του σε αδικαιολόγητα επίπεδα ανθρώπινου πόνου στα νησιά και την ηπειρωτική χώρα. Οι ευρωπαϊκές και ελληνικές αρχές συνεχίζουν να βλάπτουν την αξιοπρέπεια και την υγεία των ευάλωτων ατόμων, σε μια προσπάθεια προφανώς να αποτρέψουν τον ερχομό άλλων ανθρώπων. Η πολιτική αυτή είναι βάναυση, απάνθρωπη και κυνική και πρέπει να τερματιστεί», προσθέτει.
Ο Βασίλης Στραβαρίδης, γενικός διευθυντής του ελληνικού τμήματος των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, περιγράφει: «Σήμερα στο Βαθύ, στη Σάμο, πάνω από τους μισούς ανθρώπους που βρίσκονται στον καταυλισμό ζουν σε σκηνές ή κάτω από μουσαμάδες, περιτριγυρισμένοι από σκουπίδια και ανθρώπινα περιττώματα» και προσθέτει ότι η οργάνωση σκοπεύει να κλιμακώσει τις δραστηριότητές της τις επόμενες εβδομάδες στο νησί.
Οι ομάδες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα εργάζονται επίσης στη Λέσβο και τη Χίο, όπου οι καταυλισμοί «είναι σε οριακό σημείο»: ο καταυλισμός της Μόριας στη Λέσβο φιλοξενεί 5.200 ανθρώπους σε έναν χώρο που έχει φτιαχτεί για 3.100, και ο καταυλισμός της ΒΙΑΛ στη Χίο φιλοξενεί 1.361 ανθρώπους σε έναν χώρο που έχει φτιαχτεί για 1.014.
Στην ηπειρωτική χώρα, η οργάνωση καταγγέλλει ότι χιλιάδες μετανάστες, που έφτασαν μετά την εφαρμογή της Συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας, αντιμετωπίζουν εμπόδια στην πρόσβαση σε ιατρική φροντίδα. Οι ψυχολόγοι της οργάνωσης αναφέρουν τη στέγαση των ασθενών τους ως τη μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζουν. Στο κέντρο για θύματα βασανιστηρίων των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην Αθήνα, πάνω από το 15% των ασθενών είναι άστεγοι, γεγονός που δυσκολεύει την αποκατάστασή τους.
Από τις αρχές του έτους, πάνω από 5.000 άντρες, γυναίκες και παιδιά έχουν φτάσει στην Ελλάδα και η συντριπτική πλειοψηφία τους προέρχεται από χώρες με πόλεμο, όπως το Αφγανιστάν, η Συρία, το Ιράκ και η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, ενώ πάνω από τους μισούς είναι γυναίκες και παιδιά.